Στις 4 Ιουλίου συμπληρώνονται 21 χρόνια από εκείνη τη μαγική 4η Ιουλίου του 2004 που η Εθνική Ελλάδος κατακτούσε το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα στην Πορτογαλία. Τρεις ημέρες πριν, την 1η Ιουλίου εκείνου του ανεπανάληπτου για το ελληνικό ποδόσφαιρο καλοκαιριού, η Εθνική μας ομάδα κέρδιζε στον ημιτελικό την Τσεχία με το «ασημένιο» γκολ του Τραϊανού Δέλλα.
Νεαρός Αγροτικός Ιατρός, τότε, έγραφα, εκείνη την Κυριακή, 4 Ιουλίου 2004:
Γεννημένος την 4η Ιουλίου
Γεννημένος την 4η Ιουλίου’ είναι ο τίτλος της γνωστής ταινίας που, με πρωταγωνιστή τον Τομ Κρουζ, διατυπώνει το αντιπολεμικό της μήνυμα αφηγούμενη τη ζωή ενός νεαρού Αμερικανού που έχει γεννηθεί την επέτειο της αμερικανικής ανεξαρτησίας, πηγαίνει να πολεμήσει στο Βιετνάμ και γυρνά στην Αμερική παράλυτος. Ως εδώ, όμως, οι βαρυσήμαντοι κοινωνικοπολιτικοί προβληματισμοί και ιστορικές αναδρομές γιατί σήμερα το ελληνικό ποδόσφαιρο έχει τη δική του Independence Day (Μέρα Ανεξαρτησίας - για να δανειστούμε τον τίτλο και μιας άλλης χολιγουντιανής παραγωγής).
Ανεξαρτησίας από την αφάνεια, και την αθλητική μιζέρια, απελευθέρωσης από τον ρόλο του μονίμως αποκλεισμένου ή στην καλύτερη περίπτωση του ‘φτωχού συγγενή’ των μεγάλων διοργανώσεων.
Ντελίριο ενθουσιασμού από τη μία άκρη της Ελλάδας ως την άλλη, τρελό πανηγύρι και ένας λαός καθολικά συντονισμένος στην αποψινή αναμέτρηση. Δίπλα σε όλα αυτά και οι γνώριμες συντηρητικές, ψευδο-ώριμες θεωρήσεις, σαν σχόλιο απουσιολόγου σε σχολικό ρέιβ πάρτυ. ‘Παρά την πρόκριση στον τελικό τα προβλήματα του ελληνικού ποδοσφαίρου παραμένουν άλυτα’, ‘Η παράγκα, τα χρέη των ΠΑΕ και η αδιαφάνεια’, ‘Η ομάδα δεν προσφέρει θέαμα, παίζει αμυντικά και συντηρητικά’, ‘Άλλες είναι οι πραγματικές προκλήσεις στις οποίες πρέπει να ανταποκριθούμε ως λαός και ως κοινωνία’ και άλλα παρόμοια.

Σύμφωνοι, το ποδόσφαιρο δεν είναι απλά 22 άνθρωποι που κλωτσάνε τη μπάλα. Ο αθλητισμός είναι και πολιτική, με την ευρύτερη έννοια του όρου. Πολλοί παραλληλίζουνε την πορεία της εθνικής μας στο EURO 2004 με την αντίστοιχη πορεία της εθνικής του μπάσκετ στο Eurobasket του 87. Θυμάμαι τότε, μαθητής του δημοτικού, πριν ξεκινήσει ο αγώνας, τα πλάνα της ΕΡΤ από την εξέδρα των επισήμων, με όλους τους πολιτικούς αρχηγούς –στην εποχή των ‘πράσινων’ και ‘μπλε’ καφενείων- να κάθονται δίπλα – δίπλα. Με τα σκάνδαλα του 89 να μην έχουν ξεσπάσει ακόμη, προτού η οικονομία μας κληθεί να σηκώσει το βαρύ τίμημα του δανεισμού και των παροχών, η εθνική του Γκάλη και του Γιαννάκη αποτελούσε το καλύτερο αθλητικό ελιξίριο για τον νεοπλουτίστικο ενθουσιασμό που χαρακτήριζε τη δεκαετία του 80.
Σήμερα, με την πολιτική ηγεσία να μεταβαίνει για τον τελικό στην Πορτογαλία, οι επιτυχίες της εθνικής του Χαριστέα και του Ζαγοράκη, αποτελούν το αθλητικό αντιστοίχισμα μιας περιόδου που επιφυλάσσει ιδιαίτερα ξεχωριστούς ρόλους για τη χώρα μας. Η Ελλάδα των Ολυμπιακών και των μεγάλων έργων, η Ελλάδα στους ισχυρούς της διευρυμένης Ευρώπης. Τα πράγματα παρεκκλίνουν μόνο όταν οι επιτυχίες του αθλητισμού λειτουργούν ως υποκατάστατο ενθουσιασμού, ελλείψει άλλων εθνικών επιτευγμάτων και στη δεδομένη συνθήκη κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει. Αυτή η Εθνική αντανακλά την κοινωνία απ’ την οποία προήλθε. Δεν γίναμε ξαφνικά ταλαντούχοι μπαλαδόροι και θεαματικοί υπερπαίχτες όπως δεν μπορούμε να γίνουμε αυτόματα μπροστάρηδες της μεταβιομηχανικής κοινωνίας. Αυτή η εθνική, όμως, στέλνει το μήνυμα της συγκροτημένης προσπάθειας, της επιμονής και της υπέρβασης.
Και προτού πέσουμε και εμείς στην παγίδα των σοβαροφανών αναλύσεων, ας γυρίσουμε πίσω στην 1ηΙουλίου, στη μέρα που οι Έλληνες βγήκανε στους δρόμους. Στη μέρα του συγκερασμού των γιορτών. Από νωρίς οι δρόμοι σημαιοστολίζονταν, σαν να είχαμε εθνική εορτή. Οι σερβιτόροι ετοίμαζαν στις καφετέριες τραπεζάκια και οθόνες, όπως στις μέρες των μαζικών εορταστικών εξόδων. Με το χρυσό για όλους εμάς γκολ του Δέλλα και τη λήξη του αγώνα, η ώρα έχει πάει 12:00 τα μεσάνυχτα. Ο καθένας μας προσπαθεί να επικοινωνήσει με τα αγαπημένα του πρόσωπα που βρίσκονται μακριά, να μοιραστεί μαζί τους τη χαρά. Από τις πολλές κλήσεις τα δίκτυα έχουν καταρρεύσει, σαν να είναι βράδυ Πρωτοχρονιάς. Μετά οι πλατείες και οι καφετέριες γεμίζουν με σημαίες, σαν να έχει τελειώσει η μαθητική παρέλαση. Ή 1η Ιουλίου ανήκει πια σ’ εκείνες της ημέρες που ακόμη και μετά από χρόνια θα θυμόμαστε με λεπτομέρειες τί ακριβώς κάναμε κάθε στιγμή της: Την αναμονή γεμάτη από μία νευρώδη μείξη καλοκαιρινής χαλάρωσης και αγωνίας, το βιαστικό τελείωμα των εργασιών μας, την ταχυπαλμία του αγώνα και τη στιγμή της κορύφωσης. Μακάρι να θυμόμαστε έτσι και την 4η του φετινού Ιουλίου. Εγώ πάντως, όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα του σημερινού αγώνα, δε θα ξεχάσω ποτέ τί έκανα εκείνη την Πέμπτη, 1η Ιουλίου 2004…
ΥΓ: στη φωτογραφία, στιγμιότυπο, επεξεργασμένο με την Τεχνητή Νοημοσύνη του Ghibli Converter,από ποδοσφαιρικό αγώνα του ΚΕΘΕΑ, όπου συμμετείχα ως Πρόεδρος του ΔΣ του Οργανισμού στο εξαιρετικό ποδοσφαιρικό γήπεδο της Θεραπευτικής Κοιμότητας «ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ» στη Ραφήνα, το φθινόπωρο του 2021