Τι επιχειρεί ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, μέσα από την περεταίρω τροφοδότηση της κρίσης στο Λος Άντζελες; Προετοιμάζεται, όπως έχει προαναγγείλει, για τις εκλογές του 2028 (αν και βάσει των 12ης και 22ης τροπολογίας του Συντάγματος είναι αδύνατο);

Επιδιώκει να τιμωρήσει τους πολιτικούς του αντιπάλους, όπως τον κυβερνήτη της Καλιφόρνια, αλλά και τους κατοίκους της πολιτείας που στην πλειονότητά τους είναι Δημοκρατικοί; Μήπως προσπαθεί να ανεβάσει τα ποσοστά της δημοφιλίας του ή, εντέλει, θέλει να εφαρμόσει τη διακηρυγμένη πολιτική του στο Mεταναστευτικό με πιο μπρουτάλ τρόπο;

Ό,τι και αν ισχύει, τα εκτεταμένα επεισόδια, οι λεηλασίες και η βία που μαίνονταν από την περασμένη εβδομάδα στο Λος Άντζελες (τη μεγαλύτερη πόλη στην Πολιτεία της Καλιφόρνια και τη δεύτερη μεγαλύτερη στη χώρα) θύμισαν δύο γεγονότα από την πρώτη θητεία του Αμερικανού προέδρου: Τα επεισόδια μετά τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ (25 Μαΐου 2020) και την εισβολή των υποστηρικτών του κ. Τραμπ στο Καπιτώλιο (6 Ιανουαρίου 2021), μια ντροπιαστική στιγμή στη σύγχρονη αμερικανική ιστορία κατά τη διάρκεια της οποίας πέντε άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους.

Προκειμένου να αποκλιμακωθεί η ένταση, η δήμαρχος του Λος Άντζελες, Κάρεν Μπας, ανακοίνωσε απαγόρευση κυκλοφορίας από το βράδυ της Τρίτης (20:00) μέχρι το πρωί της Τετάρτης (06:00). Αφετηρία της κρίσης ήταν η 6η Ιουνίου, όταν πράκτορες της Υπηρεσίας Μετανάστευσης και Τελωνείων (ICE) –που ανήκει στο υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας– πραγματοποίησαν επιχειρήσεις σε διάφορες περιοχές της πόλης συλλαμβάνοντας δεκάδες άτομα ως παράνομους μετανάστες.

Μετά τις συλλήψεις ξεκίνησαν οι διαδηλώσεις και τα επεισόδια. Άλλωστε, το ένα τρίτο των κατοίκων της πόλης είναι μετανάστες, ενώ υπολογίζεται ότι ένας στους πέντε κατοίκους της ευρύτερης περιοχής (κομητείας) του Λος Άντζελες βρίσκεται παρανόμως στη χώρα.

Ο πρόεδρος Τραμπ αποφάσισε να ενεργοποιήσει μέλη των δυνάμεων της Εθνοφρουράς (National Guard) και στη συνέχεια έδωσε εντολή για την κινητοποίηση 700 πεζοναυτών. Έτσι, για πρώτη φορά μετά τον Απρίλιο του 1992, τις περασμένες ημέρες ο στρατός βγήκε στους δρόμους του Λος Άντζελες για να αποκαταστήσει την τάξη.

Στον αντίποδα, ο κυβερνήτης της Καλιφόρνια, Γκάβιν Νιούσομ, υπέβαλε αγωγή κατά της προσπάθειας του Ντόναλντ Τραμπ να ομοσπονδιοποιήσει την Εθνοφρουρά της πολιτείας και να τη χρησιμοποιήσει στις ταραχές στο Λος Άντζελες χωρίς την έγκριση του ιδίου.

Με ένα συγκινησιακά φορτισμένο μήνυμα, ο κ. Νιούσομ (που θεωρείται βασική υποψηφιότητα των Δημοκρατικών στις εκλογές του 2028) υποστήριξε ότι η απόφαση Τραμπ δεν αφορά την πολιτεία του. «Η εντολή αυτή ισχύει για κάθε πολιτεία. Αυτό αφορά όλους μας. Η Καλιφόρνια μπορεί να είναι η αρχή, αλλά σίγουρα δεν είναι το τέλος. Η Δημοκρατία δέχεται επίθεση μπροστά στα μάτια μας» σημείωσε.

Από την πλευρά του, το βράδυ της Τρίτης, ο κ. Τραμπ χρησιμοποίησε πολύ σκληρή ρητορική μιλώντας στη στρατιωτική βάση Φορτ Μπραγκ (είναι η έδρα των Ειδικών Δυνάμεων). Ανέφερε μεταξύ άλλων ότι οι ΗΠΑ δέχονται «εισβολή ξένων εγκληματιών», χαρακτήρισε τους διαδηλωτές «πληρωμένους προβοκάτορες» και «ζώα», αποκάλεσε «υποχείριο» τον προκάτοχό του Τζο Μπάιντεν και «απόβρασμα» τον Γκάβιν Νιούσομ, ενώ επιτέθηκε και στα μέσα ενημέρωσης αποκαλώντας τα «fake news».

«Αυτό που συμβαίνει στο Λος Άντζελες θα μπορούσε να αποτελέσει πρότυπο για τη διοίκηση Τραμπ» υπογράμμιζε σε άρθρο του ο «Economist», σημειώνοντας ότι τα κίνητρα του Αμερικανού προέδρου «για αυτήν την αναμέτρηση υπερβαίνουν την επιθυμία να απελάσει αποτελεσματικά τους μετανάστες». Στο δημοσίευμα γινόταν λόγος ότι επιδίωξη Τραμπ ήταν αφενός να ενοχλήσει τους Δημοκρατικούς και αφετέρου να πυροδοτήσει την ένταση.

Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν ορισμένοι Ρεπουμπλικάνοι βουλευτές που θεωρούν ότι η διοίκηση Τραμπ οφείλει να επανεξετάσει την ολοκληρωτική προσπάθεια απελάσεων. Ειδικότερα, όπως υπογραμμίζει η ιστοσελίδα axios.com, οι διαφορές που αναδύονται στο κυβερνητικό στρατόπεδο αφορούν στο ποιους και με ποιον τρόπο θα απελάσει η ICE, ξεχωρίζοντας κατηγορίες των εργαζομένων, αυτών που ζουν χρόνια στις ΗΠΑ αλλά και ορισμένα άτομα που έχουν αναζητήσει καταφύγιο από τα βάναυσα καθεστώτα που ταλάνιζαν τις χώρες τους.

Μεταξύ αυτών των «φωνών» περιλαμβάνονται οι βουλευτές Ντέιβιντ Βαλαντάο (Ρεπουμπλικανός/Καλιφόρνια), Κάρλος Χιμένες (Ρεπουμπλικανός/Φλόριντα), Τόνι Γκονσάλες (Ρεπουμπλικανός/Τέξας) κ.ά.

Εκτός από το Λος Άντζελες, επεισόδια καταγράφηκαν και σε άλλες πόλεις των ΗΠΑ. Στο πλαίσιο αυτό, ο ρεπουμπλικανός κυβερνήτης του Τέξας, Γκρεγκ Άμποτ, ανακοίνωσε χθες την ανάπτυξη εφέδρων της Εθνοφρουράς στην πολιτεία του. Φυσικά, το «ερώτημα του ενός εκατομμυρίου» είναι ποιες θα είναι οι επιπτώσεις της κρίσης για τις ΗΠΑ και τη δημοκρατία τους, η οποία κάποτε θεωρούνταν φάρος για τον ελεύθερο/δυτικό κόσμο.