Αναλυτική ενημέρωση έκανε το Ινστιτούτο Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης (ΙΕΠΒΑ) του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών (ΕΑΑ), στο πλαίσιο της συνεργασίας του με την Περιφέρεια Αττικής, σχετικά με τις επιπτώσεις στην ποιότητα του αέρα μετά την εκδήλωση από χθες της μεγάλης πυρκαγιάς στον Βορειοδυτικό τομέα του λεκανοπεδίου της Αττικής.
Από τα στοιχεία του δικτύου των αισθητήρων του Ινστιτούτου, το οποίο λειτουργεί στο πλαίσιο της Εθνικής Ερευνητικής Υποδομής ΠΑΝΑΚΕΙΑ, προκύπτουν τα ακόλουθα σχετικά με τα επίπεδα των συγκεντρώσεων λεπτών αιωρούμενων σωματιδίων PM2.5 στο λεκανοπέδιο της Αττικής:
– Η πρώτη επιβάρυνση παρατηρήθηκε δυτικά του τομέα της πυρκαγιάς, στην περιοχή των Αχαρνών, μετά τις 18:00 χθες. Με τη μεταβολή του ανέμου άρχισε να παρατηρείται μεγάλη επιβάρυνση αρχικά στο Δυτικό (Ίλιον) και κατόπιν στο Βόρειο τομέα (Πεύκη) του Λεκανοπεδίου, η οποία διήρκεσε όλη τη νύχτα και μεγιστοποιήθηκε κατά το διάστημα των ωρών 11:00-03:00, με δεκάλεπτες συγκεντρώσεις που ξεπέρασαν τα 200 μικρογραμμάρια (μg) ανά κυβικό μέτρο αέρα. Στη συνέχεια παρατηρήθηκε σχετική υποχώρηση, ωστόσο έως τις 08:00 σήμερα παρέμειναν υψηλά (άνω των 50 μg/κυβικό μέτρο).
– Στον Κεντρικό τομέα παρατηρήθηκε πολύ μεγάλη αύξηση των επιπέδων (άνω των 250 μg ανά κυβικό μέτρο), από τις 02:00 τα ξημερώματα σήμερα, η οποία διαρκεί έως τώρα. Στον Πειραιά παρατηρήθηκε επίσης επιβάρυνση μετά τις 04:00, αλλά τα επίπεδα παρέμειναν σχετικά χαμηλότερα.
– Σχετικά μικρότερη επιβάρυνση υπήρξε και στο Νότιο Τομέα, ακόμα και έως την περιοχή της Βουλιαγμένης (συγκεντρώσεις έως 90 μg ανά κυβικό μέτρο), από τις πρώτες ώρες μετά τα μεσάνυχτα έως και τώρα.
– Με βάση τα ωριαία επίπεδα συγκεντρώσεων στα σημεία μέτρησης στο λεκανοπέδιο, από τις 7:00 το πρωί της 4ης Αυγούστου οι υψηλές συγκεντρώσεις στον άξονα διάδοσης του καπνού ξεπέρασαν ακόμα και τα 250 μg ανά κυβικό μέτρο, ενώ μετά τις 9:00 παρατηρήθηκε μια ελαφρά βελτίωση της εικόνας.
– Οι συγκεντρώσεις μαύρου άνθρακα, ο οποίος είναι δείκτης ατελούς καύσης, μετρήθηκαν στον σταθμό του ΕΑΑ στο Θησείο σε πολύ υψηλά επίπεδα, με τις ωριαίες τιμές κατά περίπτωση να υπερβαίνουν τα 50 μg ανά κυβικό μέτρο (περίπου 20 φορές περισσότερο από τις συνήθως παρατηρούμενες αυτή την εποχή).