Ένα διάτρητο σύστημα εσωτερικού ελέγχου, που δεν ήλεγχε επί της ουσίας καμιά μετακίνηση κεφαλαίων, ακόμη και μετά το ξέσπασμα του σκανδάλου, διαπιστώνει η PwC, η οποία ήλεγξε τις οικονομικές καταστάσεις χρήσης 2018 του ομίλου Folli Follie.
Ο ελεγκτικός οίκος εξέδωσε αρνητική γνώμη για τον πολυαναμενόμενο ισολογισμό χρήσης βασιζόμενος αφενός στο γεγονός του ότι δεν υπάρχει «συνεχιζόμενη δραστηριότητα» για τον όμιλο (αφού μέχρι σήμερα έχει απολέσει δραστηριότητα και δεν έχει καταλήξει σε συμφωνία εξυγίανσης με τους πιστωτές ομολογιούχους) και στα αρνητικά ίδια κεφάλαια που εμφανίζει στο τέλος του 2018. Ωστόσο ενδιαμέσως οι παρατηρήσεις του επί της συγκεκριμένης οικονομικής χρήσης είναι αποκαλυπτικές…
Στον αναρτημένο ισολογισμό χρήσης 2018 (δημοσιεύθηκε στο site του ομίλου με σχετική καθυστέρηση, μετά τη δημοσίευση proforma στοιχείων στις 30/6/2020), αναφέρεται ότι η εταιρεία κατέβαλε το συνολικό ποσό των 56 εκατ. ευρώ δυνάμει εγγυήσεώς της υπέρ των θυγατρικών εταιρειών της FF Group Sourcing Limited και Links (London) Limited, για οφειλές οι οποίες κατέστησαν ληξιπρόθεσμες και απαιτητές. Επίσης χορήγησε δάνεια προς θυγατρικές εταιρείες του ομίλου, τα οποία ανέρχονται συνολικά σε περίπου 41 εκατ. ευρώ, παρά το γεγονός ότι η μητρική εταιρεία διατηρεί ήδη απαιτήσεις προς τις εν λόγω θυγατρικές.
Παρόλα αυτά οι δύο βασικές εταιρείες, πρόσφατα τέθηκαν προς εκκαθάριση η δεύτερη (η Links of London) δεν ενοποιήθηκε καν στις καταστάσεις του 2018, καθώς δεν κατέστη δυνατό να χορηγηθούν ασφαλή οικονομικά δεδομένα!
Συγκεκριμένα αναφέρεται ότι η «ενοποίηση των οικονομικών αποτελεσμάτων της Links (London) Limited κατέστη αδύνατη λόγω των σημαντικών δυσχερειών που αντιμετώπισε η Εταιρεία στην λήψη στοιχείων από τους Administrators, συνεπεία της απόλυσης του συνόλου του προσωπικού της συγκεκριμένης θυγατρικής τον Ιανουάριο 2020 και της αδυναμίας πρόσβασης στα φυσικά αρχεία των Administrators λόγω των μέτρων αντιμετώπισης της πανδημίας στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η σημερινή Διοίκηση προσπαθεί να επιλύσει το εν λόγω θέμα, εξαντλώντας όλα τα μέσα άντλησης στοιχείων, ιδίως για την αξιοποίησή τους στο πλαίσιο του διεξαγόμενου διαχειριστικού ελέγχου».
Η δε PwC στις παρατηρήσεις της αναφέρει ότι κατά τη διάρκεια του 2019 και του 2020, η μητρική Folli Follie χορήγησε δάνεια σε θυγατρικές της εταιρείες, συνολικού ποσού 12,9 εκατ. ευρώ περίπου, για τα οποία δεν κατέστη δυνατό να ληφθούν τα απαιτούμενα ελεγκτικά τεκμήρια. Τα δε συγκεκριμένα δάνεια χορηγήθηκαν σε θυγατρικές από τις οποίες η εταιρεία είχε ήδη ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις που είχαν χαρακτηριστεί από τη διοίκηση ως «μη ανακτήσιμες».
Σύμφωνα δε με την PwC, η εταιρεία, μέχρι το Μάιο 2019, δεν εφάρμοζε διαδικασίες για την καταγραφή και τον εντοπισμό των συνδεδεμένων μερών, καθώς και για την ορθή και έγκαιρη αποτύπωση των συναλλαγών της εταιρίας με τα συνδεδεμένα μέρη. Επίσης, κατά την έναρξη συνεργασίας με προμηθευτές ή πελάτες, δεν διενεργούσε έλεγχο εξακρίβωσης του πραγματικού δικαιούχου της συνεργαζόμενης εταιρίας.
Ο οίκος που πολλάκις αναφέρεται στο «μισό» πόρισμα της Alvarez&Marsal, και ως εκ τούτου στην αδυναμία πιστοποίησης στοιχείων, αναφέρει επίσης ότι εντόπισε «συναλλαγές με εταιρίες, οι οποίες ελέγχονταν από συνδεδεμένα μέρη, καθώς και συναλλαγές με συνδεδεμένα μέρη οι οποίες δεν είχαν αποτυπωθεί στις εταιρικές και ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις».
Επιπλέον, ο οίκος δεν κατάφερε να ταυτοποιήσει και να ελέγξει επαρκώς, ούτε τα ταμειακά διαθέσιμα, ούτε τα αποθέματα, ούτε τις υποχρεώσεις προς τρίτους, ούτε τις εμπορικές απαιτήσεις, μοτίβο που συνεχίστηκε από το 2017, οπότε ο οίκος ήλεγξε για πρώτη φορά τα πεπραγμένα του ομίλου.
Η απαίτηση του Δ. Κουτσολιούτσου
Σύμφωνα με τα όσα επιβεβαιώνει ο έλεγχος της PwC, κατά τη διάρκεια του 2019, ο βασικός μέτοχος της εταιρίας απέστειλε επιστολή προς τη Διοίκηση, με την οποία γνωστοποίησε αξίωσή του από την τελευταία ύψους 43,9 εκατ. δολαρίων, ισχυριζόμενος ότι το παραπάνω ποσό είχε χορηγηθεί από τον ίδιο μέχρι την 31 Δεκεμβρίου 2018, προς τη θυγατρική εταιρεία FF Group Sourcing Ltd. Οι εταιρικές και ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις της εν λόγω θυγατρικής για τη χρήση που έληξε 31 Δεκεμβρίου 2017, οι οποίες είχαν δημοσιευθεί την 16 Απριλίου 2018 και είχαν υπογραφεί από τον ίδιο, ως εκπρόσωπο του Διοικητικού Συμβουλίου, παρουσίαζαν συνολικές υποχρεώσεις προς διευθυντές ύψους 11,4 εκατ. δολαρίων και $4 χιλ. δολαρίων αντίστοιχα, σημειώνει ο οίκος συμπληρώνοντας ότι δεν επιβεβαιώθηκε ο παραπάνω ισχυρισμός.
Ο φίλος
Όπως είχε σημειώσει και στις οικονομικές καταστάσεις του 2017, εντοπίστηκε κατά την εξέταση «σύμβαση με προμηθευτή που συνάφθηκε την 18 Μαΐου 2018» δηλαδή λίγες μόλις ημέρες μετά το ξέσπασμα του σκανδάλου. Αυτή η σύμβαση δέσμευε την εταιρεία στην καταβολή αμοιβής επιτυχίας σε περίπτωση επιτυχούς διαμεσολάβησης για την προσέλκυση επενδυτών. Ο συγκεκριμένος προμηθευτής τιμολόγησε ποσό 5 εκατ. δολαρίων με επιβάρυνση των αποτελεσμάτων του 2018, επικαλούμενος την προσφορά τρίτου για την πραγματοποίηση επένδυσης στη Folli Follie ποσού 250 εκατ. ευρώ (περίπου το ποσό που έλειπε από τα ταμεία της…).
Η FF μέχρι και τον Αύγουστο του 2018, είχε καταβάλει στο συγκεκριμένο προμηθευτή, συνολικό ποσό άνω των 3 εκατ. δολαρίων μέσω δύο εταιρειών του ομίλου, και η PwC, σχολιάζει πως δεν μπόρεσε να επιβεβαιώσει « την οικονομική ουσία της ανωτέρω συναλλαγής». Όπως έχει ήδη γράψει το Euro2day.gr πρόκειται για Αμερικανό δικηγόρο, φίλο της οικογένειας.
Το πλιάτσικο της διοίκησης
Πέρα από τα παραπάνω -που ήταν λίγο, πολύ γνωστά- ο οίκος κάνει αναφορά και για τις δοσοληψίες μελών της διοίκησης της FF κατά τη διάρκεια της σοβούσας κρίσης. Σύμφωνα με την αναφορά του «κατά παρέκκλιση του άρθρου 23α του Κωδ. Ν. 2190/1920 (όπως έχει αντικατασταθεί από 1/1/2019 από τον Ν.4548/2018), η εταιρία παρείχε δάνεια σε πρώην μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και είχε συμβληθεί με εταιρεία συνδεδεμένη με πρώην μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου, χωρίς την προηγούμενη λήψη ειδικής άδειας από τη Γενική Συνέλευση των μετόχων. Επίσης, κατά παρέκκλιση των άρθρων 24 και 34 του Κωδ. Ν. 2190/1920 (όπως έχει αντικατασταθεί από 1/1/2019 από τον Ν.4548/2018) και της απόφασης της τακτικής Γενικής Συνέλευσης των μετόχων της 30 Ιουνίου 2017, η εταιρία κατέβαλε στα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου αμοιβές και παροχές οι οποίες συνολικά υπερβαίνουν το εγκεκριμένο ποσό διάθεσης.
Είναι δε χαρακτηριστικό, ότι το 2018 τα έξοδα διοίκησης ανήλθαν σε 70,6 εκατ. ευρώ από 55,8 εκατ. ευρώ το 2017!
Το… κερασάκι
Ως γνωστόν, ο ελεγκτικός οίκος έχει αναλάβει με δικαστική εντολή κατ’ απαίτηση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς να διενεργήσει διαχειριστικό έλεγχο. Όπως γραπτώς αναφέρει αυτός «βρίσκεται σε εξέλιξη και τα όποια ευρήματα του δεν έχουν απεικονιστεί στα λογιστικά αρχεία της εταιρίας και των θυγατρικών της μέχρι την ημερομηνία της παρούσας έκθεσης ελέγχου».
Πηγή: euro2day.gr