Οι πρόσφατες προκλητικές δηλώσεις του Ερντογάν από τα Κατεχόμενα, ότι η Τουρκία είναι «ιδιοκτήτης» της Μεγαλονήσου, και η επαναφορά της επιχειρηματολογίας υπέρ της ύπαρξης «δύο κρατών», έφεραν εκ νέου στο προσκήνιο τις τεταμένες σχέσεις της Άγκυρας με τη νομιμότητα και το διεθνές δίκαιο.
Σε ένα ήδη επιβαρυμένο περιβάλλον, οι προκλήσεις της Τουρκίας σε Ελλάδα και Κύπρο, οι δεσμοί της με αναθεωρητικές δυνάμεις, όπως η Ρωσία και το Ιράν, η αντιπαράθεση με το Ισραήλ, αλλά και η πλήρης έλλειψη κράτους δικαίου στο εσωτερικό της χώρας, συνθέτουν ένα ασταθές τοπίο, που θέτει εν αμφιβόλω την προοπτική οποιαδήποτε ένταξής της στη νέα αρχιτεκτονική ασφαλείας της ΕΕ.
Η Τουρκία συνεχίζει την επιθετική της ρητορική και πρακτική σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο, παραβιάζοντας συστηματικά την ελληνική κυριαρχία και αμφισβητώντας τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κύπρου. Οι δηλώσεις Ερντογάν υπέρ της αναγνώρισης του ψευδοκράτους, ουσιαστικά αρνούνται το ισχύον διεθνές νομικό καθεστώς, φέρνοντας την Τουρκία σε ευθεία αντιπαράθεση με την ΕΕ. Η αδυναμία των Βρυξελλών να υιοθετήσουν αυστηρότερη στάση υπονομεύει όχι μόνο την κοινή εξωτερική πολιτική, αλλά και τη θεμελίωση μιας αξιόπιστης ευρωπαϊκής άμυνας.
Η εσωτερική κατάσταση στην Τουρκία συνεχίζει να προκαλεί ανησυχία στην ΕΕ. Ο περιορισμός της ελευθερίας του Τύπου, η καταστολή της αντιπολίτευσης, οι φυλακίσεις χωρίς δίκαιη δίκη και η υποβάθμιση της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης έχουν δημιουργήσει ένα αυταρχικό πλαίσιο, που απομακρύνει την Αγκυρα από τις θεμελιώδεις αξίες του ευρωπαϊκού κεκτημένου. Η διαρκής υποχώρηση του κράτους δικαίου λειτουργεί ως τροχοπέδη σε οποιαδήποτε προοπτική σύγκλισης στον αμυντικό ή πολιτικό τομέα.
Οι σχέσεις Τουρκίας-Ισραήλ έχουν εισέλθει σε νέα φάση έντασης, κυρίως μετά τη ρητορική στήριξη της Αγκυρας στη Χαμάς και τις σκληρές δηλώσεις Ερντογάν που παρουσιάζουν το Ισραήλ ως «τρομοκρατικό κράτος». Η Τουρκία επιχειρεί να αναδειχθεί ως προστάτιδα δύναμη του παλαιστινιακού λαού και να ενισχύσει τον ρόλο της στον μουσουλμανικό κόσμο. Αυτή η στάση έρχεται σε αντίθεση με την πολιτική της ΕΕ, η οποία, παρά τις εσωτερικές διαφοροποιήσεις, θεωρεί τη Χαμάς τρομοκρατική οργάνωση και στηρίζει την ασφάλεια του Ισραήλ ως εταίρου στη Μεσόγειο. Η ευθυγράμμιση της Άγκυρας με αντιδυτικούς πόλους επιδεινώνει τις ήδη τεταμένες σχέσεις της με την ΕΕ.
Η Τουρκία επιλέγει να λειτουργεί ως «ευέλικτος παίκτης», διατηρώντας ανοιχτούς διαύλους με τη Ρωσία και το Ιράν, ακόμη και εν μέσω πολεμικών συγκρούσεων. Παρά τις συμμαχικές υποχρεώσεις της στο ΝΑΤΟ, η Αγκυρα ακολουθεί ανεξάρτητη στρατηγική στη Συρία, συγκρούεται με τους Κούρδους συμμάχους της Δύσης και εμπλέκεται σε συμφωνίες με μη κρατικούς δρώντες, όπως η Χεζμπολάχ, στο πλαίσιο των περιφερειακών της σχεδίων. Αυτή η πολιτική πολλαπλών ισορροπιών αποξενώνει την Τουρκία από τον δυτικό πυρήνα και εγείρει σοβαρά ερωτήματα για τη συμβατότητα της μελλοντικής αμυντικής συνεργασίας με την ΕΕ.
Παρά τις εντάσεις, η ΕΕ εξακολουθεί να βλέπει την Τουρκία ως γεωστρατηγικά αναγκαίο παράγοντα, ειδικά στο μεταναστευτικό και στην ασφάλεια των θαλασσίων οδών. Ωστόσο, όσο η Τουρκία απομακρύνεται από το κράτος δικαίου, συγκρούεται με γειτονικές χώρες και συνάπτει συμμαχίες με δυνάμεις και οργανώσεις αντίθετες με τα ευρωπαϊκά συμφέροντα, η προοπτική μιας ουσιαστικής και αξιόπιστης αμυντικής σχέσης απομακρύνεται.
Η Ευρώπη βρίσκεται μπροστά σε ένα κρίσιμο δίλημμα: Θα επιμείνει στην προάσπιση των αρχών και του διεθνούς δικαίου ή θα συνεχίσει να ακολουθεί μια τακτική ρεαλισμού και ανοχής προς έναν εταίρο που λειτουργεί ολοένα και περισσότερο ως αντίπαλος;