Καινοτόμο και ρηξικέλευθο χαρακτηρίζει το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Πειραιώς (ΕΒΕΠ) το νομοσχέδιο για τις μικροχρηματοδοτήσεις, καθώς προβλέπει να δίνονται μη τραπεζικές χρηματοδοτήσεις σε πολίτες για να ξεκινήσουν μια νέα δουλειά και να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας.
Με αφορμή την πρόσβαση σε μικροπιστώσεις, που μπορούν πλέον να έχουν οι μικρές επιχειρήσεις και οι ελεύθεροι επαγγελματίες, το ΕΒΕΠ συμβουλεύει επίσης τους δανειολήπτες να είναι πολύ προσεκτικοί όταν προχωρούν σε οποιαδήποτε σύμβαση δανείου και συνιστά να εξετάζουν προσεκτικά τους όρους και να μετρούν τις δυνατότητες αποπληρωμής, ακόμα και ενός μικροδανείου έως 25.000 ευρώ.
«Προσοχή λοιπόν, να μην επιτραπούν τοκογλυφικά επιτόκια, που θα υπερβαίνουν αυτά των τραπεζών, ούτε τα μικροδάνεια να χρησιμοποιηθούν όπως οι πιστωτικές κάρτες στο παρελθόν», αναφέρεται σε ανακοίνωση του επιμελητηρίου, με αφορμή τη συζήτηση του νομοσχεδίου για τις μικροχρηματοδοτήσεις που ξεκίνησε στη Βουλή.
Μετά από δύο απανωτές κρίσεις στην οικονομία, είναι αναγκαία η παροχή μεγαλύτερης ρευστότητας στην αγορά για τη στήριξη της υφιστάμενης, πολύ μικρής και μικρομεσαίας επιχειρηματικής δραστηριότητας αλλά και αυτή της «αναδυόμενης», όπως σημειώνεται.
Το νομοσχέδιο, με την δικλείδα ασφαλείας για συνεχείς ελέγχους από τη ΤτΕ που εισήλθε με σχετική τροπολογία, δημιουργεί έναν ορίζοντα για τις μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις αναγνωρίζοντας τα οικονομικά και κοινωνικά δεδομένα της χώρας, αναφέρεται στην ανακοίνωση του ΕΒΕΠ, ενώ ο πρόεδρος του επιμελητηρίου Βασίλης Κορκίδης, επισημαίνει:
«Η μεγάλη ζήτηση ρευστότητας στην ελληνική αγορά, αποτυπώνεται στις πάνω από 280.000 αιτήσεις για χρηματοδότηση από τα τρία χρηματοδοτικά εργαλεία της πανδημίας και συγκεκριμένα για τα 2 δις Euro της α’ και β’ φάσης της Επιστρεπτέας Προκαταβολής, τα άλλα 2 δις Euro του ΤΕΠΙΧ ΙΙ, καθώς και τα 7 δις ευρώ του Ταμείου Εγγυοδοσίας. Το σύνολο του ποσού που ζητούν οι ενήμερες επιχειρήσεις για να παραμείνουν βιώσιμες και συνεπείς, ξεπερνά τα 27 δις ευρώ, ενώ τα διαθέσιμα κεφάλαια και μάλιστα με τη μορφή εγγυήσεων, δεν ξεπερνούν στην καλύτερη περίπτωση τα 11 δις ευρώ. Έτσι δημιουργείται ένα τεράστιο κενό ρευστότητας περίπου 16 δις ευρώ, μεγάλο μέρος του οποίου καλούνται να καλύψουν οι τράπεζες και ένα άλλο μέρος οι φορολογικές και ασφαλιστικές ελαφρύνσεις. Η δυνατότητα των μικρο-πιστώσεων χωρίς εγγυήσεις έρχεται λοιπόν να νομοθετηθεί την κατάλληλη στιγμή για να συμπληρώσει τις ανάγκες των μικρών ατομικών επιχειρήσεων, αλλά και φυσικών προσώπων».
Μείωση ενοικίων και επιστρεπτέα προκαταβολή τα βασικά εργαλεία επιβίωσης των ΜμΕ
Το μέτρο μείωσης των ενοικίων αλλά και η επιστρεπτέα προκαταβολή φαίνεται ότι είναι τα δύο βασικότερα μέτρα που βοηθούν τις επιχειρήσεις μικρού μεγέθους να διαχειριστούν τις επιπτώσεις της πανδημίας στην οικονομία με βάση έρευνα του Ινστιτούτου Μικρομεσαίων (ΙΜΕ) της ΓΣΕΒΕΕ σε συνεργασία με την εταιρεία MARC.
Σύμφωνα με τη ΓΣΕΒΕΕ, αυτά τα δυο σημεία της έρευνας δείχνουν ότι η μικρή επιχειρηματικότητα για να ζήσει θέλει στοχευμένες επιδοτήσεις κι όχι ΄δάνεια που ουιαστικά βυθίζουν την εύθραυστη παρουσία τους.
Όπως αναφέρεται:
Το 42,5% των επιχειρήσεων έκαναν χρήση του μέτρου της μείωσης του ενοικίου, έναντι του 24,8% που δεν προχώρησε σε σχετική αναπροσαρμογή, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι το 31,3% δήλωσε πως δεν έχει ενοίκιο.
Από τα επιμέρους στοιχεία της έρευνας σημειώνεται ότι τα υψηλότερα ποσοστά αξιοποίησης του εν λόγω μέτρου καταγράφηκαν στις υπηρεσίες (45,1%) και στο εμπόριο (44,3%). Στην μεταποίηση το ποσοστό ήταν σημαντικά χαμηλότερο (35,3%) που ωστόσο οφείλεται κυρίως στο εύρημα ότι στον κλάδο αυτό αποτυπώθηκε ένα σημαντικά υψηλότερο ποσοστό επιχειρήσεων χωρίς ενοίκιο (38,5%) έναντι εκείνων των υπηρεσιών (32,1%) και του εμπορίου (26%).
Η ευρεία αξιοποίηση του μέτρου μείωσης των ενοικίων αποτελεί μια αναμενόμενη εξέλιξη καθώς τα μισθώματα αποτελούν ένα σημαντικό στοιχείο του κόστους των επιχειρήσεων. Δεδομένου ότι τα μέτρα που ελήφθησαν για την ενίσχυση των επιχειρήσεων, ιδιαίτερα εκείνων που ανέστειλαν την λειτουργία τους, δεν συμπεριελάμβαναν σημαντικά στοιχεία των δαπανών τους που συνέχιζαν να υφίστανται παρά το lockdown, ήταν επόμενο η πλειονότητα των επιχειρήσεων να κάνει χρήση του μέτρου.
‘Αλλωστε σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας το 73% των επιχειρήσεων που ανέστειλαν πλήρως την λειτουργία τους και είχαν ενοίκιο προχώρησαν στην μείωση του. Θα πρέπει ωστόσο να επισημανθεί ότι το συγκεκριμένο μέτρο είχε αρνητικές προεκτάσεις τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για τους εκμισθωτές. Από τη μια μεριά, οι επιχειρήσεις διατήρησαν ένα σημαντικό μέρος των υποχρεώσεων τους ακέραιο παρά το γεγονός πως ένας εξωγενής παράγοντας οδήγησε σε πάγωμα της οικονομικής δραστηριότητας, ενώ από την άλλη μεριά τα μέτρα που έχουν υιοθετηθεί για την αναπλήρωση της απώλειας των εισοδημάτων των εκμισθωτών εξασφαλίζονται εν μέρει μέσω μελλοντικών φοροελαφρύνσεων.
Με αλλά λόγια οι επιχειρήσεις σε συνθήκες μειωμένων ή/και μηδενικών εσόδων χρησιμοποίησαν μέρος των αποθεματικών τους για την κάλυψη δαπανών που συνέχισαν να είναι απαιτητές παρά το πάγωμα της οικονομικής δραστηριότητας, μειώνοντας έτσι την ρευστότητα που ήταν απαραίτητη για την επαναλειτουργία και την βιωσιμότητα τους.
Επιστρεπτέα προκαταβολή: Τη μεγαλύτερη απήχηση
Από τα μέτρα που ελήφθησαν και στόχευαν στην άμεση ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων, η επιστρεπτέα προκαταβολή αποτελεί το μέτρο που από τα στοιχεία της έρευνας φαίνεται πως είχε μεγαλύτερη απήχηση.
Συγκεκριμένα, με βάση τα ευρήματα της έρευνας 2 στις 10 (20,1%) μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις έκαναν χρήση της παροχής ρευστότητας μέσω της επιστρεπτέας προκαταβολής. Αντίθετα μόλις 1 στις 10 (9,6%) επιχειρήσεις έκαναν χρήση των δανειοδοτήσεων που χορηγήθηκαν από τις τράπεζες με την εγγύηση του ελληνικού δημοσίου. Μάλιστα από τα επιμέρους στοιχεία προκύπτει ότι το 40% των επιχειρήσεων που δανειοδοτήθηκαν μέσω τραπεζών εντάχθηκαν και στην επιστρεπτέα προκαταβολή.
Συνεκτιμώντας – σύμφωνα με τις εξαμηνιαίες έρευνες οικονομικού κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ – ότι διαχρονικά οι σχεδόν 9 στις 10 μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις δεν αναζητούν τραπεζική χρηματοδότηση, ενώ από τις λίγες επιχειρήσεις που απευθύνονται προς τις τράπεζες τελικά μόνο οι μισές χρηματοδοτούνται, φαίνεται πως το πρόβλημα ρευστότητας των επιχειρήσεων δεν έχει αντιμετωπιστεί επαρκώς. Με εξαίρεση τα 800 ευρώ που δόθηκαν με την μορφή της αποζημίωσης ειδικού σκοπού προς τις επιχειρήσεις και τους ελεύθερους επαγγελματίες, η συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων φαίνεται πως δεν έχει λάβει κάποια ένεση ρευστότητας ικανής να διασφαλίσει την ομαλή επαναλειτουργία και την βιωσιμότητας τους για το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα και να περιορίσει την ένταση της ύφεσης και των επιπτώσεων της στην οικονομία.
Σε κάθε, ωστόσο, περίπτωση η σημαντικά μεγαλύτερη απήχηση που καταγράφεται για την επιστρεπτέα προκαταβολή έναντι της μέσω τραπεζών χρηματοδότησης αποκαλύπτει την ανάγκη διεύρυνσης των μέτρων που θα χορηγούν ρευστότητα προς τις επιχειρήσεις χωρίς την μεσολάβηση των τραπεζών, τουλάχιστον για όσο διάστημα θα διαρκέσει η κρίση, όπου η αβεβαιότητα καθιστά τα τραπεζικά επιτόκια και την παροχή εγγυήσεων απαγορευτικές προϋποθέσεις για την πλειοψηφία των επιχειρήσεων.