Η Eurovision υποτίθεται ότι είναι μια γιορτή μουσικής, ένα καλλιτεχνικό γεγονός όπου οι λαοί συναντιούνται πέρα από σύνορα και πολιτικές, όπου η μουσική ενώνει. Κι όμως, η απόφαση της EBU να διατηρήσει τη συμμετοχή του Ισραήλ για το 2026 αποκάλυψε κάτι πολύ βαθύτερο: ένα ρεύμα αρρωστημένου αντισημιτισμού, κρυμμένο πίσω από «ανθρωπιστικές» κορώνες, παρά την παύση των εχθροπραξιών και ενώ η Χαμάς συνεχίζει να βλάπτει τους ίδιους τους Παλαιστινίους και να αποτελεί, όπως όλα δείχνουν, εκ νέου απειλή για το Ισραήλ.
Τέσσερις χώρες, δηλαδή η Ιρλανδία, η Ισπανία, η Ολλανδία και η Σλοβενία, ανακοίνωσαν ότι αποχωρούν από τον διαγωνισμό εξαιτίας της παρουσίας του Ισραήλ. Αυτό συνέβη παρότι ακολουθήθηκε δημοκρατική διαδικασία. Στην ψηφοφορία της 4ης Δεκεμβρίου τα μέλη της EBU (Ένωση Ευρωπαϊκών Ραδιοτηλεοπτικών Φορέων), αποφάσισαν με 738 « ναι » και 264 « όχι» την παραμονή του Ισραήλ στον διαγωνισμό, εγκρίνοντας και νέους κανόνες που υποτίθεται ότι αποθαρρύνουν κυβερνήσεις από το να επηρεάζουν τον θεσμό.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, 31 χώρες ψήφισαν υπέρ, ανάμεσά τους η Ελλάδα, η Γαλλία, η Γερμανία και η Ιταλία, 11 τάχθηκαν κατά, όπως η Ισπανία, το Βέλγιο, η Τουρκία και το Μαρόκο, και 5 απείχαν, μεταξύ των οποίων το Ηνωμένο Βασίλειο.
Παρόλα αυτά, οι τέσσερις χώρες που σήμερα εμφανίζονται ως ηθικές φωνές απέρριψαν το αποτέλεσμα μιας δημοκρατικής διαδικασίας, επειδή δεν τους άρεσε. Προτίμησαν να αποχωρήσουν παρά να αποδεχθούν ότι η συμμετοχή ενός Ισραηλινού καλλιτέχνη δεν είναι πολιτική πράξη. Έτσι ένας θεσμός που υποτίθεται ότι ενώνει μετατράπηκε σε όχημα στοχοποίησης, σε μια νέα εκδοχή του να φύγουν οι Εβραίοι από τη σκηνή.
Σε αυτό το σημείο αρχίζει το πραγματικά επικίνδυνο παιχνίδι. Πίσω από τις εκκλήσεις για μποϊκοτάζ ελλοχεύει καθαρό αντισημιτικό μίσος. Το βλέπουμε καθημερινά στη δημόσια σφαίρα. Ο όρος Ισραήλ δεν αναφέρεται πια σε κράτος αλλά σε έναν λαό που αντιμετωπίζεται συλλογικά ως ένοχος. Αρκεί να ακουστεί η λέξη για να απελευθερωθεί μια βαρβαρότητα, όχι μόνο στη Eurovision. Ο « Αιώνιος Εβραίος» επιστρέφει, θυμίζοντας τις σκοτεινές εποχές που η Ευρώπη ορκίστηκε ότι δεν θα ξαναζήσει.
Οι κυβερνήσεις που φωνάζουν για ειρήνη δε διστάζουν να τιμωρήσουν νέους καλλιτέχνες που δεν ευθύνονται για τίποτα. Αν η διαμαρτυρία ήταν πραγματικά πολιτική, θα απευθυνόταν σε κυβερνήσεις και όχι σε μουσικούς διαγωνισμούς. Εδώ πρόκειται για αποκλεισμό ενός ολόκληρου λαού από διεθνή πολιτιστικά δρώμενα, για την ίδια παλιά συνταγή που βασίζεται στη συλλογική ενοχή, στην ποινικοποίηση της ταυτότητας και στον ηθικό λιθοβολισμό που ντύνεται με μανδύα προοδευτικότητας.
Την ίδια στιγμή η υποκρισία περισσεύει. Η Ισπανία, που αυτοπαρουσιάζεται ως ηθικά πρωτοπόρος, δε δίστασε πρόσφατα να εγκρίνει συμφωνία ύψους 3,12 δισεκατομμυρίων ευρώ για την αγορά σαράντα πέντε τουρκικών πολεμικών αεροσκαφών. Στα μάτια της ισπανικής κυβέρνησης ο Ερντογάν φαίνεται πως είναι δημοκράτης και ανθρωπιστής. Δικτάτορας είπατε; Μα πώς σας πέρασε κάτι τέτοιο από το μυαλό. Για την Κύπρο φυσικά ούτε λόγος. Η ευαισθησία τελειώνει συνήθως εκεί, όπου ξεκινούν τα συμφέροντα.
Μπορεί κανείς να διαφωνεί με την πολιτική οποιασδήποτε κυβέρνησης. Όταν όμως ο αποκλεισμός, ο στιγματισμός και το μποϊκοτάρισμα στρέφονται όχι σε μια κυβέρνηση αλλά σε έναν λαό, τότε δεν μιλάμε πλέον για πολιτική άποψη.
Αν η Ευρώπη θέλει να παραμείνει πολιτισμικά ανοιχτή και πραγματικά δημοκρατική, οφείλει να κοιτάξει την αλήθεια κατάματα. Πίσω από τον ακτιβισμό της Eurovision κρύβονται σκιές που επιστρέφουν από το παρελθόν.
Και αυτές οι σκιές έχουν όνομα:
Αντισημιτισμός!
