Κυβερνοεπιθέσεις, διαφθορά, τεχνητή νοημοσύνη καθώς και υβριδικές απειλές αποτελούν τα νέα στοιχήματα για την Ελληνική Αστυνομία, τουλάχιστον σύμφωνα με αυτά που αποτυπώνονται σε πρόσφατη έκθεση της Interpol, στον διαρκή πόλεμο με το οργανωμένο έγκλημα.

Χαρακτηριστική είναι η τοποθέτηση του αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, αντιστράτηγου Δημήτρη Μάλλιου, κατά τη διάρκεια του 52ου Ευρωπαϊκού Συνεδρίου που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα και είχε θέμα «τη διεθνή αστυνομική συνεργασία και την αντιμετώπιση των σύγχρονων εγκληματικών απειλών».

Ο κ. Μάλλιος επισήμανε: «Από τη συζήτηση για το κυβερνοέγκλημα και την εμπορία ανθρώπων έως τις πιεστικές προκλήσεις που προκαλούν η τρομοκρατία, το οργανωμένο έγκλημα και οι διασυνοριακές απειλές, κατέστη απολύτως σαφές το εξής: η δύναμή μας βρίσκεται στην ενότητά μας».

Παράλληλα τόνισε ότι «η Ελλάδα ως γέφυρα μεταξύ ηπείρων και η Ευρώπη ως πρότυπο περιφερειακής ολοκλήρωσης διαδραμάτισαν συμβολικό αλλά και στρατηγικό ρόλο στο συνέδριο αυτό».

Νομιμοποίηση εσόδων

Όπως προκύπτει από την έκθεση, η νομιμοποίηση των εσόδων από έκνομες ενέργειες «αποτελεί τη ραχοκοκαλιά του οργανωμένου εγκλήματος», καθώς επιτρέπει «να μετατρέπουν τα εγκληματικά χρήματα σε φαινομενικά νόμιμα περιουσιακά στοιχεία, εξασφαλίζοντας μια συνεχή ροή κεφαλαίων για τη χρηματοδότηση περαιτέρω εγκληματικών πράξεων, την επέκταση της επιρροής τους ή την αύξηση του προσωπικού τους πλούτου».

Παράλληλα τονίζεται πως «όλα τα είδη των συστημάτων απάτης που στοχεύουν ιδιώτες, ιδιωτικές εταιρείες και δημόσιους φορείς, τα εγκλήματα διανοητικής ιδιοκτησίας και τα περιβαλλοντικά εγκλήματα διαπράττονται πίσω από τη βιτρίνα των νόμιμων επιχειρήσεων».

Μοναδικός τρόπος για την αντιμετώπιση του οργανωμένου εγκλήματος και των διεθνικών οργανώσεων που μεταλλάσσονται και εξελίσσονται, με αποτέλεσμα να βρίσκονται πάντα «ένα βήμα μπροστά από τις διωκτικές αρχές», είναι όπως τόνισε ο αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας τα συμπεράσματα των συζητήσεων να μετατραπούν σε απτά αποτελέσματα: «ισχυρότερα δίκτυα, ταχύτερο συντονισμό, εξυπνότερα εργαλεία και –πάνω απ’ όλα – έναν ασφαλέστερο κόσμο για τους πολίτες μας».

Όπως αποτυπώνεται στην έκθεση της Europol για το οργανωμένο έγκλημα, οι πιο προσοδοφόρες εγκληματικές αγορές παράγουν δισεκατομμύρια παράνομων εσόδων που «εξαρτώνται από το ξέπλυμα χρήματος για να αποκρύψουν τις πηγές των παράνομα αποκτηθέντων κεφαλαίων, ώστε να μπορούν να τα επανεπενδύσουν και να επεκτείνουν περαιτέρω τις παράνομες επιχειρήσεις τους».

Τα εγκληματικά δίκτυα μπορούν επίσης, όπως τονίζεται, να προκαλέσουν κίνδυνο αποσταθεροποίησης στη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτού του υβριδικού τύπου απειλές «όπως σαμποτάζ κρίσιμων υποδομών με ψηφιακά ή φυσικά μέσα, κλοπή πληροφοριών, εκστρατείες παραπληροφόρησης, επιθέσεις στον κυβερνοχώρο, λαθρεμπόριο μεταναστών, ορισμένα είδη διακίνησης ναρκωτικών και άλλες μορφές εγκληματικότητας» γίνονται «ολοένα και πιο ισχυρές στο σημερινό ασταθές γεωπολιτικό τοπίο».

Ιδιαίτερο βάρος δόθηκε και στις κυβερνοεπιθέσεις που, όπως τονίζεται στην έκθεση, «οι επιθέσεις αυτές δεν αποφέρουν μόνο οικονομικά έσοδα –συχνά μέσω πληρωμών σε κρυπτονόμισμα–, αλλά χρησιμεύουν επίσης για να αποδυναμώσουν και να διαταράξουν τους αντιπάλους».

Τέλος, εκτενής είναι η αναφορά και στην τεχνητή νοημοσύνη, καθώς «οι εγκληματίες μπορούν να δημιουργούν μηνύματα σε πολλές γλώσσες, να στοχεύουν τα θύματα με ακρίβεια σε παγκόσμια κλίμακα, να δημιουργούν εξελιγμένο κακόβουλο λογισμικό και ακόμη και να παράγουν υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών».