Όταν η Ολέσα με την οικογένειά της έφευγαν από τη βομβαρδισμένη Μαριούπολη για να ξεφύγουν από τον πόλεμο και επέλεγαν την Ελλάδα ως προορισμό τους λόγω των συγγενών που είχαν, δεν φαντάζονταν τις δυσκολίες που θα αντιμετώπιζαν ως πρόσφυγες εδώ, αλλά και την υποστήριξη που θα λάμβαναν από οργανώσεις, φίλους και εθελοντές.
Τρομαγμένοι στην είδηση του πολέμου η Ολέσα Αγιανότ με τον άντρα της και τα τρία τους κορίτσια, τα δίδυμα ηλικίας οκτώ ετών και το μικρότερο τεσσεράμισι, αποφάσισαν να αφήσουν τη Μαριούπολη, τους συγγενείς, τους φίλους τους και όλα όσα είχαν δημιουργήσει εκεί: το νεόχτιστο σπίτι τους και την επιχείρηση εστίασης που διατηρούσαν. Το ταξίδι τους ήταν μεγάλο. Η πρώτη τους στάση ήταν στο χωριό που γεννήθηκε ο άντρας της Ολέσα, μόλις 70 χιλιόμετρα έξω από τη Μαριούπολη, όπου πήγαν χωρίς αποσκευές, καθώς πίστευαν ότι ο πόλεμος θα διαρκέσει λίγες ημέρες. Όταν συνειδητοποίησαν ότι πρέπει να αναζητήσουν ένα περισσότερο ασφαλές μέρος, μετακινήθηκαν πρώτα σε άλλες περιοχές της Ουκρανίας και στη συνέχεια αποφάσισαν να έρθουν στην Ελλάδα. Η Ελλάδα ήταν για εκείνους ο μόνος προορισμός που είχαν στο μυαλό τους, καθώς ο άντρας της Ολέσα είναι ελληνικής καταγωγής και η αδελφή του ζει τα τελευταία 25 χρόνια στην Αθήνα.
Το ταξίδι για την Ελλάδα είχε πολλούς ενδιάμεσους σταθμούς: τη Μολδαβία, τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία. Όταν έφτασαν στην Αθήνα διαπίστωσαν ότι η κατάσταση είναι πιο δύσκολη από όσο υπολόγιζαν. Οι συγγενείς τους ζουν σε ένα πολύ μικρό διαμέρισμα, όπου δεν χωρούσαν άλλα πέντε άτομα, με μόνους πόρους το επίδομα ανεργίας που λαμβάνουν, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να τους υποστηρίξουν.
Η Ολέσα περιγράφει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ την απογοήτευσή τους. Τα χρήματα δεν τους φτάνουν ούτε για να αγοράσουν φαγητό, πόσο μάλλον για να νοικιάσουν ένα διαμέρισμα. Με τη βοήθεια φίλων ήρθαν σε επαφή με το δήμο Αθηναίων και τους βρήκαν διαμέρισμα για να μείνουν προσωρινά. Για να καλύψουν τις ανάγκες της οικογένειας σε φαγητό, έλαβαν τρόφιμα και είδη πρώτης ανάγκης από το πρόγραμμα «Φαγητό για Όλους» που υλοποιείται από το Ελληνικό Φόρουμ Μεταναστών και τη μη κυβερνητική οργάνωση INTERSOS Hellas, με την υποστήριξη του Ολλανδικού Ιδρύματος Προσφύγων.
Την ίδια ώρα ο άντρας της Ολέσα βρίσκεται σε αναζήτηση δουλειάς, ωστόσο μέχρι τώρα όσες προσφορές είχε, ήταν για δουλειές με εξαντλητικά ωράρια και πολύ λίγα χρήματα. «Τα χρήματα αυτά θα έφταναν μόνο για να αγοράσουμε φαγητό, ούτε καν για να ψωνίσουμε ρούχα ή άλλα είδη», εξηγεί η Ολέσα.
Η περίπτωση της Ολέσα και της οικογένειάς της δεν αποτελεί εξαίρεση. Όπως λέει η ίδια χαρακτηριστικά, «είμαστε ένα παράδειγμα ότι οι Ουκρανοί πρόσφυγες χρειάζονται βοήθεια» και περιγράφει ότι πολλοί Ουκρανοί νοίκιασαν διαμερίσματα και δεν μπορούν να πληρώνουν τα δυσβάσταχτα ενοίκια, οπότε σκέφτονται να γυρίσουν πίσω στην Ουκρανία.
Ο διευθυντής της INTERSOS Hellas, Απόστολος Βεΐζης, επισημαίνει ότι οι Ουκρανοί πρόσφυγες «φιλοξενούνται εδώ και μήνες από συγγενείς και φίλους, έχοντας περιορισμένη δυνατότητα συμβολής στον προϋπολογισμό των οικογενειών που τους φιλοξενούν. Η έλλειψη μιας εναλλακτικής λύσης, όπως οικονομική στήριξη ή εργασία, φέρνει τους ανθρώπους στο πρόγραμμα “Φαγητό για Όλους”, στο οποίο βρίσκουν φαγητό, είδη πρώτης ανάγκης και το σημαντικότερο, την αξιοπρέπειά τους». Ο ίδιος αναφέρει ότι ο αριθμός των Ουκρανών προσφύγων που έχουν εγγραφεί στο πρόγραμμα και αναμένουν να λάβουν υποστήριξη διαρκώς αυξάνεται.
Από τον Φεβρουάριο οπότε ξεκίνησαν οι διανομές τροφίμων και ειδών πρώτης ανάγκης από το Ελληνικό Φόρουμ Μεταναστών και την Intersos Hellas μέχρι και τον Μάιο έχουν υποστηριχθεί περισσότερα από 500 άτομα, εκ των οποίων πάνω από το 50% είναι παιδιά. Σε αυτούς συγκαταλέγονται 18 οικογένειες από την Ουκρανία. Οι δύο οργανώσεις εκτιμούν ότι στην Αθήνα ο αριθμός των ανθρώπων από Ελλάδα και άλλες χώρες που έχουν ανάγκη από φαγητό και δεν έχουν σταθερή πρόσβαση σε αυτό ξεπερνά τους 5.000.
Η Ολέσα ζητάει από την ελληνική Πολιτεία να υποστηρίξει οικονομικά τους Ουκρανούς πρόσφυγες. «Δεν ήρθαμε για διακοπές εδώ, ξεφύγαμε από τον πόλεμο», λέει με έντονη συγκίνηση και προσθέτει ότι η επιστροφή στη Μαριούπολη δεν είναι εφικτή, καθώς η πατρίδα της βρίσκεται υπό κατοχή. «Μακάρι να υπήρχε υποστήριξη από το ελληνικό κράτος για να μείνουμε εδώ. Θα μπορούσαμε να ανοίξουμε μια επιχείρηση και να προσφέρουμε εδώ ή να βρούμε ένα κομμάτι καλλιεργήσιμης γης και να ζήσουμε σε κάποιο χωριό», αναφέρει.
«Οπόρα», όπως Υποστήριξη
Στην οδό Φερών στο κέντρο της Αθήνας, πολύ κοντά στην πλατεία Βικτωρίας, στεγάζεται το κέντρο «Οπόρα», όπου Ουκρανοί εθελοντές έχουν αναλάβει την υποστήριξη των Ουκρανών προσφύγων, σε συνεργασία με το Ελληνικό Φόρουμ Προσφύγων και το Danish Refugee Council. Στο χώρο συγκεντρώνονται και διανέμονται είδη πρώτης ανάγκης, ρούχα και παπούτσια από δωρεές πολιτών και εταιρειών, ενώ οι πρόσφυγες έχουν την ευκαιρία να λάβουν πληροφορίες για διαδικασίες και υπηρεσίες στην Ελλάδα. Μέσω του «Οπόρα» η Ολέσα διασυνδέθηκε με το πρόγραμμα «Φαγητό για Όλους».
Ψυχή του κέντρου είναι η Ουκρανή εθελόντρια, Όλια Ριτσαγίβσκα. Η Όλια μετακόμισε στην Ελλάδα στα τέλη Οκτωβρίου 2021, μόλις λίγους μήνες πριν από το ξέσπασμα του πολέμου. Προηγουμένως ζούσε στο Κίεβο, όπου δούλευε ως δασκάλα Αγγλικών και θέλοντας να κάνει μια αλλαγή στη ζωή της έκανε αίτηση για να σπουδάσει στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
«Πριν από δύο χρόνια ήθελα να κάνω ένα ταξίδι στα γενέθλιά μου. Επέλεξα την Ελλάδα λόγω καλού καιρού. Μου άρεσε εδώ και αποφάσισα να κάνω μια αλλαγή στη ζωή μου και να έρθω για σπουδές», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ. Στο μεταξύ την περίοδο της πανδημίας παρακολούθησε μαθήματα ελληνικών διαδικτυακά μέσα από τα προγράμματα του Διδασκαλείου Ξένων Γλωσσών του ΕΚΠΑ.
Η Όλια περιγράφει πώς το άκουσμα του πολέμου στην πατρίδα της, της δημιούργησε ανάμεικτα συναισθήματα. «Από τη μια αισθάνθηκα τυχερή που είχα ήδη φύγει και από την άλλη ένιωθα ένοχη που δεν βρισκόμουν εκεί μαζί με τους συγγενείς και φίλους μου που βίωναν τον πόλεμο». Τότε αποφάσισε να στραφεί στον εθελοντισμό «για να γεμίσω το χρόνο μου και να μην ακούω ειδήσεις. Δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ ούτε στα μαθήματα στο πανεπιστήμιο. Ήταν ανάγκη να συνεισφέρω. Ακούς ιστορίες ανθρώπων που έφυγαν από την Ουκρανία και αισθάνεσαι συνδεδεμένος μαζί τους».
Μόλις λίγες ημέρες μετά το ξέσπασμα του πολέμου, το Ελληνικό Φόρουμ Προσφύγων παραχώρησε σε Ουκρανούς εθελοντές και κοινότητες χώρο στα γραφεία του για να οργανωθούν. Καθώς οι ανάγκες μεγάλωναν το Φόρουμ ζήτησε από το Danish Refugee Council να τους παραχωρήσει ένα χώρο, που θα αποτελέσει πυρήνα των δράσεων των εθελοντών. Έτσι, προέκυψε το κέντρο «Οπόρα», που λειτουργεί από εθελοντές υπό το συντονισμό του Φόρουμ Προσφύγων και με υποστήριξη από ουκρανικές οργανώσεις, όπως ο Σύλλογος Ουκρανών Γυναικών στην Ελλάδα.
Το όνομα του κέντρου σημαίνει «Υποστήριξη» στα ουκρανικά και αυτό είναι που προσπαθούν να κάνουν οι εθελοντές, να υποστηρίξουν τους πρόσφυγες. «Οι πρόσφυγες νιώθουν χαμένοι. Μέσα σε μισή ώρα έπρεπε να πακετάρουν τα πράγματά τους και να φύγουν από τη χώρα τους», λέει η Όλια.
Έχοντας καθημερινή επαφή με τους Ουκρανούς πρόσφυγες, η Όλια εξηγεί μερικά από τα κυριότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν. Σε πολλές περιπτώσεις ζουν με συγγενείς ή φίλους τους σε πολύ μικρά διαμερίσματα ή νοικιάζουν μικροσκοπικά σπίτια γιατί δεν μπορούν να πληρώσουν τα υψηλά ενοίκια. «Πολλοί από αυτούς δεν έχουν άνετες συνθήκες διαβίωσης και χρειάζονται υποστήριξη ακόμα και για να αγοράσουν τρόφιμα», αναφέρει. Η ίδια τονίζει ότι η φιλοξενία προσφύγων σε καμπς δεν είναι λύση γιατί δεν θα μπορέσουν να ενταχθούν στην ελληνική κοινωνία.
Την ίδια ώρα η εύρεση εργασίας είναι δύσκολη, ενώ επιπλέον πρόβλημα αποτελεί το γεγονός ότι οι γυναίκες που έχουν έρθει μόνες τους με παιδιά δεν έχουν που να τα αφήσουν για να εργαστούν. Γενικότερα, προσθέτει η Όλια, ήταν έκπληξη γι’ αυτούς το πόσο ακριβή είναι η ζωή στην Ελλάδα. Η Όλια ζητάει και αυτή από την πλευρά της την υποστήριξη της Πολιτείας. «Πρόκειται για ενεργούς ανθρώπους στην Ουκρανία, οι οποίοι έχτισαν τις ζωές τους εκεί και ξαφνικά έχασαν τα πάντα», καταλήγει.