Η πανδημία του COVID 19 ανακατάταξε τις οικονομικές ισορροπίες στον κόσμο. Αναγκασμένες να προχωρήσουν σε lockdowns, οι ανεπτυγμένες χώρες επέλεξαν να διοχετεύσουν χρήματα μέσα στο σύστημα για να αποφύγουν μαζική αδράνεια. Αυτή η στρατηγική δούλεψε κάπως και μετρίασε τον αντίκτυπο της πανδημίας. Μετά τη συρρίκνωση τους στο 3,4%, οι αγορές ανέκαμψαν το 2021.
Η Παγκόσμια τράπεζα υπολογίζει ότι η ανάπτυξη θα αγγίξει το 5,5% το 2021, και θα μειωθεί στο 4,1% το 2022. Η απότομη ανάκαμψη στην οικονομία με την αφθονία μετρητών οδήγησε σε πολλά προβλήματα συμπεριλαμβανομένων δραματικών αλλαγών στις τιμές των αγαθών και τον παγκόσμιο πληθωρισμό. Οι Κεντρικές Τράπεζες έχουν την τάση να αυξάνουν τα επιτόκια για να αντιμετωπίσουν αυτό το πρόβλημα. Το Δεκέμβριο του 2021 η τράπεζα της Αγγλίας αποφάσισε να αυξήσει το ποσοστό μέχρι τις 15 μονάδες, ενώ η Ομοσπονδιακή Τράπεζα Αποθεμάτων και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έδωσαν επίσης το σήμα να ακολουθηθεί η ίδια στρατηγική αυτή τη χρονιά. Τέτοια κίνηση θα συρρικνώσει τον όγκο των διαθέσιμων κεφαλαίων για τις προκύπτουσες αγορές και θα οδηγήσει σε μείωση της οικονομικής ανάπτυξης. Ένα τέτοιο περιβάλλον αυξάνει την ευθραυστότητα των εμφανιζόμενων οικονομιών ακόμη περισσότερο.
Η Τουρκική οικονομία περιελίσσεται γύρω από αστάθεια
Ως μια αναπτυσσόμενη οικονομία η οποία αντιμετωπίζει τα προβλήματα της παγίδας του μεσαίου εισοδήματος, η Τουρκία είναι επιρρεπής σε αυτές τις αλλαγές. Η τουρκική κυβέρνηση έχει στόχο να αλλάξει τις πιθανότητες για την Τουρκία αναζητώντας μία ανορθόδοξη οικονομική τακτική. Παρά την παγκόσμια τάση για αύξηση των επιτοκίων, η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας (Central Bank of Turkey (CBRT) αποφάσισε να μειώσει την πολιτική των επιτοκίων από 19% το Σεπτέμβρη σε 14% το Δεκέμβρη. Η κυβέρνηση υπερασπίστηκε την απόφαση της Κεντρικής Τράπεζας της Τουρκίας βασιζόμενη σε δύο κύρια επιχειρήματα. Πρώτον, η οικονομία χρειάζεται ανάπτυξη και τα επιτόκια χρειάζεται να μειωθούν για να ενισχύσουν τις επενδύσεις. Δεύτερον, η τουρκική λίρα είναι υπερκοστολογημένη και αυτό υπονομεύει την ικανότητα της Τουρκίας να εξάγει περισσότερα. Συνεπώς, τέτοια κίνηση θα μπορούσε να οδηγήσει σε υποτίμηση της τουρκικής λίρας και σε μία “ανταγωνιστική ισοτιμία” η οποία θα εξυπηρετούσε την αύξηση της εξαγωγής των Τουρκικών προϊόντων.
Η απόφαση της Κεντρικής Τράπεζας της Τουρκίας συνάντησε την αντίθεση των συντηρητικών οικονομολόγων. Είπαν ότι ενώ υπάρχει μία παγκόσμια πληθωριστική τάση, αυτή η απόφαση θα δημιουργούσε δυσμενές περιβάλλον. Προειδοποίησαν για άμεσο αντίκτυπο περαιτέρω δολαριοποίησης στην οικονομία. Ο δείκτης καταναλωτή (consumer price index (CPI) ήταν πάνω από το 20 % όταν η Κεντρική Τράπεζα πήρε αυτήν την απόφαση το Σεπτέμβριο του 2021. Καθώς η πολιτική ισοτιμιών μειώθηκε, αυτό σήμανε αρνητικό επιτόκιο για τους κατόχους καταθέσεων. Υπό αυτές τις συνθήκες, η τουρκική οικονομία μπήκε σε καθεστώς αναταραχής η οποία ξεκίνησε το Νοέμβριο του 2021. Το ποσοστό ισοτιμίας το οποίο ήταν 9,48 τουρκικές λίρες το ένα δολάριο στις αρχές του Νοεμβρίου, σταθερά αυξήθηκε και έφτασε τις 18 τουρκικές λίρες ανά δολάριο στις 20 το Δεκέμβρη του 2021. Σε συνδυασμό με τη συζήτηση για “ανταγωνιστική ισοτιμία”, η ραγδαία υποτίμηση της Τουρκικής λίρας, ενίσχυσε περαιτέρω τη ζήτηση για εξωτερικό συνάλλαγμα στη χώρα. Συνεπώς, το ποσοστό καταθέσεων σε τουρκική λίρα μειώθηκε σε λιγότερο από 50 % όλων των καταθέσεων στις εμπορικές τράπεζες.
Επιχειρηματικοί κύκλοι όπως οι TÜSİAD και ΤΟΒΒ ζήτησαν να παρθούν άμεσα μέτρα κατά αυτής της αναταραχής. Ακολουθώντας αυτές τις εκκλήσεις ο Πρόεδρος Erdogan δήλωσε ότι «Είμαστε ενήμεροι για τα προβλήματα των πολιτών μας, λόγω της αύξησης των τιμών. Παρόλα αυτά θα αντισταθούμε σε αυτό όπως κάναμε και πριν κατά του προστάτη μας, τους τρομοκρατικούς οργανισμούς, και τους μηχανορράφους. Εσείς, TUSIAD, και τα παρακλάδια σας, η μόνη σας υποχρέωση είναι να κάνετε επενδύσεις , να δημιουργείτε θέσεις εργασίας και ανάπτυξη. Τι κάνετε για αυτό; Μην αναζητάτε τρόπους να επιτεθείτε στην κυβέρνηση!»
Βλέποντας την αντίδραση του Προέδρου στις κριτικές, μπορούμε να δούμε ότι η οικονομική αναταραχή παρουσιάστηκε σαν δολοπλοκία κατά της κυβέρνησης για να υπονομεύσει την αξιοπιστία της και την επιτυχία της. Κάποιοι σχολιαστές υιοθέτησαν και αυτοί παρόμοιο αφήγημα. Ισχυρίστηκαν ότι τα κέντρα εξωτερικής δύναμης στόχευαν την Τουρκία χρησιμοποιώντας οικονομικά μέσα, λόγω της ανεξάρτητης εξωτερικής πολιτικής της Άγκυρας στην περιοχή. Παρά την παρουσία τέτοιων απόψεων, η πίεση στις αγορές έγινε αβάστακτη και η κυβέρνηση αποφάσισε να λάβει μέτρα για να σταματήσει την κατρακύλα της τουρκικής λίρας στις 20 Δεκεμβρίου του 2021.
Για να αποτραπεί περαιτέρω δολαριοποίηση, η κυβέρνηση εισήγαγε το FX (foreign exchange)-πρoστάτεuσε τα αποθέματα λίρας για να αναστρέψει την τάση δολαριοποίησης. Αυτό το όργανο εγγυάται να καλύψει τις ζημίες που έχουν υποστεί οι κάτοχοι λογαριασμών σε λίρες σε περίπτωση μεγαλύτερης υποτίμησης της τουρκικής λίρας έναντι των ξένων νομισμάτων από το δεδομένο επιτόκιο. Ακολουθώντας την σύσταση νέων πολιτικών οργάνων, η δραματική βουτιά της τουρκικής λίρας ανεστράφη και η ισοτιμία έφτασε ακόμη και τις 10. 19 λίρες το ένα δολάριο στις 23 Δεκεμβρίου. Αμέσως μετά από αυτό, ανέκαμψε από αυτό το επίπεδο και έφτασε μία ισοτιμία κάτω των 14 λιρών ανά δολάριο.
Βγαίνοντας από αυτήν την αστάθεια
Μία τέτοια ταχεία ανάκαμψη στην αξία του εγχώριου νομίσματος έδωσε μοχλό στην κυβέρνηση να διαμορφώσει το αφήγημά της. Στις 20 Δεκεμβρίου του 2021, παρατηρήθηκε μία κρίσιμη συγκυρία από την κυβέρνηση. Πριν την εισαγωγή αυτών των οργάνων, η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας είχε αναμειχθεί στις αγορές πουλώντας 7,27 δισεκατομμύρια δολάρια, αλλά αυτή η ανάμιξη είχε περιορισμένο αποτέλεσμα. Όμως, μετά τις 20 Δεκεμβρίου του 2020 η αγορά απέκτησε έναν σχετικά σταθερό χαρακτήρα.
Η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας συνεχίζει να παίζει το ρόλο του ρυθμιστή χρησιμοποιώντας τα δικά της αποθέματα. Κοιτώντας το γράφημα, μπορούμε να δούμε ότι το επίπεδο των αποθεμάτων ήταν 128,4 δις δολάρια στις 19 Νοεμβρίου όμως μειώθηκε στα 19 δισεκατομμύρια δολάρια μέχρι τις 7 Ιανουάριου του 2022. Τα δεδομένα δείχνουν ότι τα αποθέματα της Κεντρικής Τράπεζας χρησιμοποιήθηκαν ενεργά από το Νοέμβριο του 2021, για να παρέχουν ζήτηση ξένου νομίσματος στις αγορές. Παρόλα αυτά, η πτώση των αποθεμάτων καθυστέρησε , όμως ανέκτησε κάποια δισεκατομμύρια δολαρίων το Φεβρουάριο του 2022.
Οι επεμβάσεις της ΚΤΤ στις αγορές δημιούργησαν πίεση στα αποθέματα. Η Τουρκία επέλεξε να ξεπεράσει αυτό το πρόβλημα κάνοντας συμφωνίες ανταλλαγών με τρίτες χώρες από το 2018. Ενώ αυξήθηκαν οι υποχρεώσεις της Τουρκίας , η εισροή νέων κεφαλαίων βοηθά την ισχυροποίηση των αποθεμάτων . Μέχρι τώρα, η Κεντρική Τράπεζα έχει υπογράψει τέσσερις τέτοιου είδους συμφωνίες με τις κεντρικές τράπεζες του Κατάρ , της Κίνας, των ΗΑΕ, και της Κορέας. Όπως μπορούμε να δούμε από τον πίνακα παραπάνω, η τελική αξία αυτών των συμφωνιών είναι 28 δισεκατομμύρια δολάρια. Επιπλέον, υπάρχουν μνημόνια με το Τουρκμενιστάν , το Αζερμπαϊτζάν , τη Λιβύη και το Ουζμπεκιστάν.
Ελέγχοντας την ελεύθερη πτώση χωρίς την αύξηση των επιτοκίων φαίνεται ως επιτυχία από τους αξιωματούχους. Παρόλα αυτά, σε συνδυασμό με την παγκόσμια πληθωριστική τάση, το κόστος της αναζήτησης ανορθόδοξων στρατηγικών είναι η ταχεία αύξηση στο ποσοστό πληθωρισμού. Για πρώτη φορά στην ιστορία του κόμματος ΑΚ, το CPI έγινε 36% το Δεκέμβριο του 2021. Αυτή η αυξητική τάση συνεχίζεται καθώς το CPI έφτασε το 48. 69% τον Ιανουάριο. Αυτή η τάση είναι πιθανό να αυξηθεί περισσότερο εξαιτίας της μετακύλισης της ισοτιμίας και των αυξημένων ενεργειακών κόστων.
Σημαντικοί δείκτες για το μέλλον
Η ισοτιμία των αγορών έχει σταθεροποιηθεί προς το παρόν. Όμως, η αύξηση του εγχώριου πληθωρισμού, οι αυξήσεις στις τιμές ενέργειας, και η πιθανότητα αυστηρών νομισματικών πολιτικών στις αναπτυσσόμενες χώρες δημιουργούν ρίσκο για την Τουρκική οικονομία. Προς το παρόν, η κύρια στρατηγική είναι να διατηρηθεί η οικονομική σταθερότητα μέχρι το καλοκαίρι. Σε σύγκριση με το 2019, η Τουρκία αντιμετώπισε δραματική πτώση στα έσοδα που προέρχονται από τον τουρισμό το 2020 και το 2021. Φέτος οι προσδοκίες είναι να αντισταθμιστούν αυτές οι ζημίες με την υποτίμηση της Τουρκικής λίρας και την ομαλοποίηση σε συνθήκες πανδημίας.
Ένας άλλος σημαντικός δείκτης είναι το υφιστάμενο έλλειμα λογαριασμών. Για χρόνια, φαινόταν να είναι μία από τις κυριότερες ευθραυστότητες της Τουρκικής οικονομίας. Λόγω αυτού του ελλείματος, η Τουρκία χρειάζεται να δανειστεί από το εξωτερικό για να φτάσει υψηλότερα ποσοστά ανάπτυξης. Η βιωσιμότητα ενός τέτοιου σχεδίου αποτελεί θέμα ανησυχίας εδώ και χρόνια. Ακολουθώντας την υποτίμηση της λίρας, η βασική προσδοκία είναι η μείωση αυτού του ελλείματος και ακόμη και το πλεόνασμα. Όμως, σε αντίθεση με τις προσδοκίες, έγινε 3,84 δισεκατομμύρια δολάρια το Δεκέμβρη. Η ανοδική τάση στις τιμές των αγαθών, ιδιαιτέρως στο πετρέλαιο, φυσικό αέριο, και τον άνθρακα δημιουργούν έντονη πίεση στην τουρκική οικονομία. Και έτσι, η επιδείνωση στο υφιστάμενη έλλειμα καταθέσεων δε θα αποτελέσει έκπληξη την προσεχή περίοδο.
Η αδύνατη Τριάδα (Impossible trinity)
Αυτήν την περίοδο, η Τουρκία προσπαθεί να ελέγξει τις οικονομικές διακυμάνσεις μέσω μηχανισμών διαφορετικών από αυτούς των επιτοκίων. Μία πασίγνωστη οικονομική θεωρία “the impossible trinity”, δηλώνει ότι η δημιουργία καθεστώτος ελεύθερης κίνησης κεφαλαίου, η αναζήτηση μίας ανεξάρτητης νομισματικής πολιτικής (μη λαμβάνοντας υπόψιν τη δυναμική της αγοράς ενώ ταυτόχρονα μειώνοντας τα επιτόκια), και η διατήρηση της ισοτιμίας δεν είναι κάτι εφικτό. Μία τέτοια τακτική αυξάνει την πίεση στις εξωτερικές αγορές, δημιουργεί πληθωρισμό και οδηγεί στη δολαριοποίηση. Λαμβάνοντας υπόψιν το γεγονός ότι η Τουρκία είχε περιορισμένο χώρο κινήσεων λόγω των πτωτικών αποθεμάτων της Κεντρικής Τράπεζάς της, πιθανότατα να πρέπει να περιορίσει τις κινήσεις κεφαλαίων ή να αυξήσει τα επιτόκια για να φέρει σταθερότητα στις αγορές στο μέλλον. Το πρώτο είναι πολύ ριψοκίνδυνο και ίσως προκαλέσει βαθύτερα προβλήματα στην οικονομία. Επομένως, σημαντικός έλεγχος δεν είναι πιθανός για τώρα.
Συνεπώς, υπάρχουν δύο λογικές επιλογές για την Τουρκική οικονομία: να αφήσει το ποσοστό πληθωρισμού να ανέβει ή να αυξήσει τα επιτόκια. Η πρώτη επιλογή ίσως προκαλέσει επιπλέον προβλήματα στην οικονομία, όπως το να προκαλέσει πληθωρισμό και τη φτωχοποίηση της μεσαίας τάξης. Αναλογιζόμενοι τη δεύτερη επιλογή, είναι δύσκολο να αγνοήσουμε την πιθανότητα ανόδου των επιτοκίων σε κάποιο σημείο. Παρόλα αυτά, κοιτάζοντας την παρούσα κατάσταση κάτι τέτοιο είναι απίθανο προς το παρόν. Μία τέτοια δραματική αλλαγή θα είχε επίσης επίπτωση στην οικονομία όπως περαιτέρω μείωση στο ρυθμό ανάπτυξης.
Συμπέρασμα
Η παραπάνω εικόνα δείχνει ότι η Τουρκική οικονομία είναι ευάλωτη στα εξωτερικά σοκ όπως μία εμφανιζόμενη αγορά. Οι νομισματικές αρχές στις αναπτυγμένες χώρες σηματοδοτούν νομισματικές πολιτικές αυστηρότερες με σκοπό να αποφύγουν δομικό πρόβλημα του πληθωρισμού. Μία τέτοια τάση πιθανότατα να αυξήσει το κόστος δανεισμού της Τουρκίας. Για να αποφευχθεί περαιτέρω υποτίμηση της τουρκικής λίρας, οι νομισματικές αρχές ίσως αποφασίσουν να αλλάξουν την ανορθόδοξη στρατηγική τους και να επιστρέφουν στις ορθόδοξες τακτικές. Παρόλα αυτά , οποιαδήποτε αναβολή στις αυστηρότερες νομισματικές πολιτικές των αναπτυγμένων χωρών θα εξυπηρετήσει τα συμφέροντα του κόμματος της κυβέρνησης.
Αποζητώντας μία ετερόδοξη τακτική, η νομισματική αρχή κατάφερε να φέρει σταθερότητα στις αγορές με περιορισμένη ελευθερία κινήσεων. Σε αυτό το σκηνικό, το εξωτερικό εμπόριο της Τουρκίας και ο τουρισμός θα ήταν σημαντικοί δείκτες να ακολουθηθούν φέτος μαζί με τον πληθωρισμό. Παρόλα αυτά, η τοπική πολιτική δυναμική έχει τη δύναμη να επηρεάσει άμεσα αυτούς τους δείκτες. Για παράδειγμα, οι άμεσες συνέπειες της Ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία ήταν αρνητικές για την Τουρκική οικονομία. Αυτό ενδεχομένως να υπονομεύσει τις Τουρκικές προσδοκίες για τον τουρισμό κι το εξωτερικό εμπόριο ενώ θα οδηγήσει σε υψηλότερο ποσοστό πληθωρισμού μαζί με περαιτέρω έλλειμα καταθέσεων.
Επισήμως οι επερχόμενες εκλογές είναι προγραμματισμένες για τον Ιούνιο του 2023. 16 μήνες είναι πολύ μικρή περίοδος για μία σημαντική αλλαγή στην οικονομική πολιτική και για να πάρουμε θετικά μηνύματα ενώ μπορεί να είναι πολύ μεγάλο διάστημα για να διατηρηθεί η σταθερότητα στις αγορές και να αποφευχθεί σημαντική αστάθεια. Υπό αυτές τις συνθήκες, ο χρόνος των επερχόμενων εκλογών γίνεται σημαντικός και πολύ λίγο ανεξάρτητος από την επιτυχία των εφαρμοσμένων αυτήν την περίοδο τακτικών. Οι αξιωματούχοι του κόμματος ΑΚ σημειώνουν ότι οι εκλογές θα πραγματοποιηθούν στην ώρα τους, παρά τις εκκλήσεις της αντιπολίτευσης για την άμεση προσφυγή στις κάλπες. Με τη δημιουργία μίας θετικής τάσης το καλοκαίρι, το κόμμα ίσως αποφασίσει να πάει νωρίτερα για εκλογές το φθινόπωρο του 2022 ή λίγο αργότερα. Όμως οι πιθανότητες αυξάνονται, καθώς οι τιμές των αγαθών αυξάνονται σε παγκόσμια κλίμακα. Και έτσι, η παρούσα οικονομική δυναμική γίνεται λιγότερο ευνοϊκή για την κυβέρνηση για να αναλάβει αυτό το ρίσκο.
*O Έρολ Ούσερ (Erol User) είναι πρόεδρος και CEO της USER HOLDİNG. Επιχειρηματίας και φιλάνθρωπος, πρόκειται έναν από τους καινοτόμους παίκτες της επιχειρηματικής τουρκικής σκηνής. Η USER HOLDİNG είναι επενδυτική τραπεζική εταιρεία που προσφέρει συμβουλευτικές υπηρεσίες τόσο σε τουρκικές όσο και διεθνείς εταιρείες.
[1] Οι συμφωνίες ανταλλαγών πραγματοποιούνται σε εθνικό νόμισμα. Σε αυτόν τον πίνακα τα ποσά έχουν δοθεί σε δολάρια για καλύτερη κατανόηση.