Επίτιμα μέλη της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης ανακηρύχθηκαν την Κυριακή 28 Ιανουαρίου 2024 ο πρώην Δήμαρχος Θεσσαλονίκης Γιάννης Μπουτάρης και ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής Ελπιδοφόρος στο πλαίσιο της τελετής για την Ημέρα Μνήμης των Ελλήνων Εβραίων Μαρτύρων και Ηρώων του Ολοκαυτώματος, η οποία έλαβε χώρα στην αίθουσα τελετών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Την εκδήλωση πλαισίωσε η παρουσίαση του ερευνητικού προγράμματος του Εβραϊκού Μουσείου Θεσσαλονίκης με τίτλο “Τα τραγούδια του Ολοκαυτώματος των Ελλήνων Εβραίων” από το μουσικό σχήμα “Pellegrinaggio al levante Ensemble” και μουσικούς της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης, καθώς και η συναυλία της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης με έργα σπουδαίων συνθετών, όπως ο Arnold Schoenberg (1874–1951), ο Anton Rubinstein (1829–1894) και ο Giuseppe Verdi (1813–1901).
Στην εκδήλωση συμμετείχαν εκπρόσωποι των πολιτικών, πανεπιστημιακών, εκκλησιαστικών, στρατιωτικών και άλλων αρχών της Θεσσαλονίκης, καθώς και πλήθος κόσμου. Ο Πρόεδρος του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου Ελλάδος και της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης κ. Δαυίδ Σαλτιέλ εξήρε τη συμβολή των δύο τιμώμενων προσωπικοτήτων στην υπεράσπιση της ιερής μνήμης του Ολοκαυτώματος και στην καταπολέμηση του αντισημιτισμού.
Κεντρικός ομιλητής της εκδήλωσης υπήρξε ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής Ελπιδοφόρος, του οποίου η βαρυσήμαντη ομιλία απέσπασε το θερμό χειροκρότημα των παρευρισκομένων. Ο κ. Ελπιδοφόρος, αφού υπογράμμισε τις στενές και διαχρονικές σχέσεις της Ελληνορθόδοξης Εκκλησίας της Αμερικής με το εβραϊκό στοιχείο των Ηνωμένων Πολιτειών, επεσήμανε την παρατηρούμενη ανησυχητική διόγκωση του φαινομένου του αντισημιτισμού διεθνώς. Δεν δίστασε, μάλιστα, να σημειώσει ότι το πιο ανησυχητικό σύμπτωμα αποτελεί η εργαλειακή χρήση του αντισημιτικού λόγου από θρησκευτικούς, αλλά και εκκλησιαστικούς αξιωματούχους. Χαρακτήρισε στίγμα για τον σύγχρονο πολιτισμό το φαινόμενο του αντισημιτισμού, ενώ χωρίς περιστροφές ξεκαθάρισε ότι “θέτουν εαυτούς εκτός του ιερού περιβόλου της Εκκλησίας όσοι διανοούνται να συσχετίσουν τον χριστιανισμό και δη την Ορθοδοξία με τον φασισμό και τον εθνικοσοσιαλισμό”. Το αξιακό περιεχόμενο των ακραίων αυτών ιδεολογημάτων δεν μπορεί ούτε καν να συσχετίζεται (πολύ περισσότερο να ταυτίζεται) με τον χριστιανισμό, για τον οποίο “η αξία του κάθε ανθρώπου οφείλεται στην παραπεμπτικότητα και την αναφορικότητά του, δηλ. στο γεγονός ότι αποτελεί μία μοναδική, ζωντανή και ανεπανάληπτη εικόνα του Θεού και όχι στο γεγονός ότι προσδιορίζεται από την υπεροχική θέση της φυλής, την καθαρότητα του αίματος, την ανωτερότητα του πολιτισμού ή την αδιαμφισβήτητη αυτοχθονία”, σημείωσε με νόημα ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε ο ομιλητής και στις φωτεινές μορφές εκπροσώπων της Εκκλησίας, οι οποίοι στάθηκαν στο πλευρό των διωκόμενων Εβραίων, ακόμα και με κίνδυνο της ζωής τους. Από την άλλη, δεν δίστασε να προβεί και σε αυτοκριτική, επαναλαμβάνοντας τα όσα αναφέρει το πρόσφατο κείμενο του Οικουμενικού Πατριαρχείου για το κοινωνικό ήθος της Ορθοδοξίας. “Για τις ατομικές ή συλλογικές αστοχίες, παραλείψεις ή και εγκλήματα, η Ορθόδοξη Εκκλησία νιώθει την ανάγκη να ζητήσει την ευσπλαχνία του Θεού και να εμβαθύνει ακόμη περισσότερο τις σχέσεις της με τη μεγάλη παράδοση του Ιουδαϊσμού”, τόνισε ο κ. Ελπιδοφόρος.
Ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής στάθηκε, επίσης, τόσο στη συμβολή του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου στον σύγχρονο διαθρησκειακό και διαπολιτισμικό διάλογο όσο και στις θέσεις της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Κρήτης όσον αφορά την προσέγγιση με τις μεγάλες θρησκευτικές παραδόσεις της υφηλίου. Δανειζόμενος τα λόγια του Γάλλου συγγραφέα Ζαν–Πωλ Σάρτρ, ο κ. Ελπιδοφόρος επεσήμανε ότι “o αντισημιτισμός δεν είναι εβραϊκό πρόβλημα: είναι δικό μας πρόβλημα…Δεν είναι οι Εβραίοι αυτοί που πρέπει πρώτοι να σχηματίσουν μια αγωνιστική ένωση ενάντια στον αντισημιτισμό, αλλά εμείς”.
Η ομιλία του Αρχιεπισκόπου Ελπιδοφόρου υπήρξε μία “φωνή αύρας λεπτής” μέσα στη “πολλή συνάφεια του κόσμου, μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες”, όπως γράφει ο ποιητής. Ήταν ένας λόγος ουσίας, χωρίς βερμπαλισμούς και ξύλινο λεξιλόγιο, αντάξιος της παράδοσης του οικουμενικού χριστιανισμού που εκπροσωπεί το Οικουμενικό Πατριαρχείο, στο εκλεκτό στελεχιακό δυναμικό του οποίου ανήκει και ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής.