Κοινή επιστολή έστειλαν ο Δημήτρης Τσιόδρας και εννέα ευρωβουλευτές από επτά χώρες στην Κομισιόν, ζητώντας να λάβει αποφασιστικά μέτρα για τις αδικαιολόγητα διαφορετικές τιμές σε παρόμοια προϊόντα στην ΕΕ.
Στην επιστολή-πρωτοβουλία του Δημήτρη Τσιόδρα προς τον εκτελεστικό αντιπρόεδρο της Κομισιόν, Stéphane Séjourné και τον επίτροπο Michael McGrath, βρέθηκε στο επίκεντρο η διαφοροποιημένη τιμολογιακή πολιτική που ακολουθούν εταιρείες για παρόμοια προϊόντα, αξιοποιώντας τη θέση τους στην αγορά ορισμένων χωρών της ΕΕ, θέμα που έχει επισημάνει με εμφατικό τρόπο σε επιστολή του ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης προς την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ursula von der Leyen.
Στην επιστολή, την οποία συνυπογράφουν εννέα Ευρωβουλευτές από τρεις πολιτικές Ομάδες του Ευρωκοινοβουλίου και επτά χώρες της ΕΕ που αντιμετωπίζουν παρόμοιο πρόβλημα (Ολλανδία, Βέλγιο, Δανία, Ελλάδα, Κροατία, Λουξεμβούργο και Τσεχία), οι ευρωβουλευτές εκφράζουν τις έντονες ανησυχίες τους σχετικά με τον αντίκτυπο των γεωγραφικών εφοδιαστικών περιορισμών (TSCs) στην Ενιαία Αγορά και στην αγοραστική δύναμη των Ευρωπαίων πολιτών συμπληρώνοντας ότι αυτό που διακυβεύεται ουσιαστικά είναι η δυνατότητα των Ευρωπαίων πολιτών να επωφεληθούν από τη λειτουργία της ενιαίας αγοράς, ανεξάρτητα από τον τόπο διαμονής τους.
Αποφασιστικά μέτρα
Καλούν την Κομισιόν να λάβει άμεσα και αποφασιστικά μέτρα σε επίπεδο ΕΕ για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των πρακτικών αυτών προς όφελος των Ευρωπαίων καταναλωτών και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, όπως η ενίσχυση της νομοθεσίας της Ε.Ε. περί ανταγωνισμού και η παροχή στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στις αρμόδιες εθνικές αρχές νέων εργαλείων και εξουσιών για την αντιμετώπιση τους.
Αναφέρονται δε στην ανάγκη άρσης περιορισμών όπως η χρήση διαφοροποιημένων γλωσσών στις ετικέτες και τις συσκευασίες, όταν αυτές δεν είναι απολύτως απαραίτητες και η αποτροπή της εφαρμογής στρατηγικών διαφοροποιημένης τιμολόγησης σε όλα τα κράτη μέλη, ως αποτέλεσμα της πώλησης παρόμοιων καταναλωτικών προϊόντων με διαφορετικά εμπορικά σήματα.
Υπογραμμίζουν ότι «είναι αδιανόητο σε μια ενιαία αγορά να πωλούνται παρόμοια ή πανομοιότυπα προϊόντα σε διαφορετικές τιμές, ανάλογα με το μέγεθος της αγοράς εις βάρος των καταναλωτών».
Συμπληρώνουν ότι «οι εδαφικοί περιορισμοί εφοδιασμού οδηγούν σε διαφορετικές τιμές για πανομοιότυπα προϊόντα και δύνανται να προκαλέσουν υψηλότερες τιμές και περιορισμένες διαθέσιμες επιλογές για το αγοραστικό κοινό» συμπληρώνοντας ότι το κόστος τους στους Ευρωπαίους καταναλωτές εκτιμάται από την Κομισιόν στα 14 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως.
Καταλήγουν δε τονίζοντας ότι η άρση των αδικαιολόγητων εμπορικών φραγμών θα πρέπει να αποτελέσει βασική προτεραιότητα της Κομισιόν, καθώς αυτό θα συμβάλλει στην εδραίωση καλύτερων συνθηκών ανταγωνισμού και διαφάνειας στην ενιαία αγορά και θα συμβάλει στη διατήρηση θεμιτών τιμών λιανικής για τους καταναλωτές.
Η επιστολή είναι το αποτέλεσμα συνάντησης-συντονισμού Ευρωβουλευτών από επτά κράτη μέλη μετά από πρωτοβουλία του Ευρωβουλευτή και εκπροσώπου τύπου της ευρωομάδας της ΝΔ ενώ αποτελεί συνέχεια των πρωτοβουλιών που έχουν ήδη αναληφθεί με τη σχετική επιστολή του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη προς την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ursula von der Leyen και την κοινή πρόταση οκτώ Κρατών Μελών στα πλαίσια του Συμβουλίου Υπουργών Ανταγωνιστικότητας τον Μάιο του 2024 μετά από πρωτοβουλία του κ. Micky Adriaansens, τέως Υπουργού Οικονομικών της Ολλανδίας.
Η επιστολή
Ακολουθεί το κείμενο της επιστολής:
«Αγαπητέ Εκτελεστικέ Αντιπρόεδρε Séjourné,
Αγαπητέ Επίτροπε McGrath,
Θέμα: Εξάλειψη αδικαιολόγητων γεωγραφικών εφοδιαστικών περιορισμών (TSCs) και του αντικτύπου τους στους καταναλωτές και την Ενιαία Αγορά Ως Μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και πολίτες επτά κρατών μελών, σας γράφουμε για να εκφράσουμε τις ανησυχίες μας σχετικά με τον αντίκτυπο των γεωγραφικών εφοδιαστικών περιορισμών (TSCs) στην Ενιαία Αγορά και στην αγοραστική δύναμη των Ευρωπαίων πολιτών.
Οι γεωγραφικοί εφοδιαστικοί περιορισμοί (TSCs) οδηγούν σε διαφορετικές τιμές για πανομοιότυπα προϊόντα και δύνανται να προκαλέσουν υψηλότερες τιμές για τους καταναλωτές και περιορισμένες διαθέσιμες επιλογές για το αγοραστικό κοινό. Επιπλέον, εμποδίζουν τους εμπόρους λιανικής πώλησης να προμηθεύονται προϊόντα από το
κράτος μέλος της επιλογής τους υπό τους καλύτερους δυνατούς όρους που διατίθενται στην αγορά και μειώνουν το περιθώριο κέρδους τους.
Μάλιστα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαπίστωσε το 2020 ότι οι εδαφικοί περιορισμοί εφοδιασμού κοστίζουν περισσότερα από 14 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως στους Ευρωπαίους καταναλωτές.
Θα θέλαμε να τονίσουμε ότι σε μια ενιαία αγορά, δεν είναι αποδεκτό να πωλούνται παρόμοια ή πανομοιότυπα προϊόντα σε διαφορετικές τιμές δίχως επαρκή αιτιολόγηση, ανάλογα με το μέγεθος της αγοράς και σε βάρος των καταναλωτών, κάνοντας κατάχρηση της θέσης της εταιρείας στην αγορά.
Η άρση των εναπομεινάντων και αδικαιολόγητων εμπορικών φραγμών και του κατακερματισμού θα πρέπει να αποτελέσει βασική προτεραιότητα, καθώς αυτό θα συμβάλλει στη εδραίωση καλύτερων συνθηκών ανταγωνισμού και διαφάνειας στην ενιαία αγορά και θα συμβάλει στη διατήρηση θεμιτών τιμών λιανικής πώλησης για τους καταναλωτές.
Ως εκ τούτου, απευθύνουμε θερμή έκκληση να παρέμβετε άμεσα και αποφασιστικά προκειμένου να προσδιοριστούν οι σωστές λύσεις για το πρόβλημα αυτό και να αρθούν τα υφιστάμενα εμπόδια, όπως μας διαβεβαιώσατε κατά τις ακροάσεις σας και τα Συμπεράσματα του Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας του Μαΐου 2024.
Για να γίνει αυτό, πρέπει να ενισχύσουμε τη νομοθεσία της Ε.Ε. περί ανταγωνισμού, παρέχοντας στις αρμόδιες εθνικές αρχές και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή νέα εργαλεία και εξουσίες για την αντιμετώπιση των αδικαιολόγητων γεωγραφικών εφοδιαστικών περιορισμών.
Επιπλέον, σας καλούμε να απαγορεύσετε τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές που παρεμποδίζουν το παράλληλο εμπόριο και τις διασυνοριακές παθητικές πωλήσεις, με βάση τη διάκριση μεταξύ των εμπόρων λιανικής πώλησης ανάλογα με τον τόπο εγκατάστασής τους και την εθνική αγορά που εξυπηρετούν.
Επιπρόσθετα, θα θέλαμε να τονίσουμε τη σημασία της διερεύνησης του βαθμού στον οποίο οι κατασκευαστές χρησιμοποιούν διαφοροποιημένες γλώσσες στις ετικέτες και τις συσκευασίες, όταν αυτές δεν είναι απολύτως απαραίτητες, για να δικαιολογήσουν γιατί τα ίδια προϊόντα δεν μπορούν να πωληθούν σε όλα τα κράτη μέλη και σε συνέχεια αυτής της έρευνας, να εξετάσετε τις ευκαιρίες και τους κινδύνους που σχετίζονται με την ψηφιακή σήμανση και να άρετε αυτούς τους περιορισμούς.
Τέλος, σας καλούμε να εντοπίσετε μέσα για να αποτρέψετε την πρακτική ορισμένων πολυεθνικών εταιρειών να εφαρμόζουν στρατηγικές διαφοροποιημένης τιμολόγησης σε όλα τα κράτη μέλη, ως αποτέλεσμα της πώλησης παρόμοιων καταναλωτικών προϊόντων με διαφορετικά εμπορικά σήματα.
Αναμένουμε την απάντησή σας για το εν λόγω ιδιαίτερα σημαντικό θέμα και ελπίζουμε να συνεργαστούμε στενά για τη διασφάλιση μιας πραγματικής Ενιαίας Αγοράς χωρίς αδικαιολόγητους φραγμούς.
Διότι αυτό που διακυβεύεται ουσιαστικά είναι η δυνατότητα των Ευρωπαίων πολιτών να επωφελούνται αυτής της αγοράς, ανεξάρτητα από τον τόπο διαμονής τους.
Με εκτίμηση,
Δημήτρης Τσιόδρας, Μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Dirk Gotink, Μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Jeannette Baljeu, Μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Henrik Dahl, Μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Bruno Tobback, Μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Karlo Ressler, Μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Martine Kemp, Μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Marc Angel, Μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Danuše Nerudová, Μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου»