Στην κυβέρνηση παρακολουθούν με ιδιαίτερη ανησυχία έναν ξεχωριστό δείκτη του εμβολιασμού: πόσοι από τους άνω των 60 ετών και ειδικότερα πόσοι άνω των 80 εμβολιάζονται με τρίτη δόση, κλείνοντας την «τρύπα» της ανοσίας από την παρέλευση του εξαμήνου μετά τη δεύτερη δόση;
Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία, περίπου 200.000 από εκείνους τους συμπολίτες μας που κινδυνεύουν περισσότερο από τον κορωνοϊό δεν ήταν καθόλου εμβολιασμένοι. Από δε τους εμβολιασμένους, 499.621 ήταν επιλέξιμοι για την τρίτη δόση. Οι υπόλοιποι 75.000 προφανώς είχαν αργήσει να εμβολιασθούν πλήρως στην πρώτη φάση των εμβολιασμών, με αποτέλεσμα να μην έχει συμπληρωθεί το εξάμηνο.
Από τους περίπου 500.000 δικαιούχους της αναμνηστικής δόσης, το 81,2% της ηλικιακής ομάδας 80-84 και το 72% της ομάδας των 85 ετών και άνω είχαν κλείσει ραντεβού με την αναμνηστική δόση ή είχαν εμβολιαστεί με αυτήν. Συνολικά στις δύο κρισιμότερες ηλικιακές ομάδες του πληθυσμού είχαν εμβολιασθεί ή είχαν προγραμματίσει εμβολιασμό με την αναμνηστική δόση στην αρχή της εβδομάδας πάνω από 350.000 άτομα. Ελειπαν δηλαδή έως πριν από λίγες μέρες από την κρισιμότερη εξίσωση του τέταρτου κύματος της πανδημίας, κάπου 220.000 δικαιούχοι της αναμνηστικής δόσης. Αν υπολογιστούν και οι αρχικοί ανεμβολίαστοι, ο αριθμός ανεβαίνει στις 400.000 της ηλικιακής ομάδας άνω των 80 ετών.
«Είναι πολύ δύσκολο κάποιος που δεν έχει κάνει την πρώτη και τη δεύτερη δόση του εμβολίου να πεισθεί τώρα, αλλά έχουμε αρκετές περιπτώσεις συμπολιτών μας που το έχουν κάνει – και αυτό είτε παρακινούμενοι από το περιβάλλον τους είτε λόγω φόβου», είπε στην «Κ» κυβερνητική πηγή που παρακολουθεί από κοντά την εξέλιξη της εμβολιαστικής εκστρατείας.
Μία άλλη πηγή εκτίμησε πάντως ότι αυτοί οι συμπολίτες μας «δεν είναι πολλοί». Μιλώντας στο συνέδριο της «Κ» για την Υγεία, ο υπουργός Επικρατείας Ακης Σκέρτσος επισήμανε ότι ένας από τους λόγους που στην Ελλάδα παρουσιάζεται μεγαλύτερη θνητότητα μεταξύ όσων νοσούν με κορωνοϊό είναι και ο εξαιρετικά γηρασμένος –σε σχέση με άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης– πληθυσμός». Η χώρα, είπε ο κ. Σκέρτσος, «έχει τον δεύτερο πιο γηρασμένο πληθυσμό στην Ε.Ε., με 28% του πληθυσμού να είναι άνω των 60 ετών, ενώ το 17% του πληθυσμού άνω των 60 δεν έχει κάνει το εμβόλιο – 9 στους 10 θανάτους σημειώνονται σε ηλικίες άνω των 60 ετών».
Είναι αξιοσημείωτο πως στις ηλικιακές ομάδες από 60 έως 80 ετών τα ποσοστά κάλυψης τόσο με τις δύο πρώτες δόσεις του εμβολίου όσο και με την αναμνηστική είναι υψηλότερα απ’ ό,τι στις αμέσως επόμενες ηλικίες (80-84 και 85 άνω).
Οι εταιρείες που παράγουν τα εμβόλια δεν έχουν ξεκαθαρίσει πόσους μήνες διαρκεί η ανοσία και οι παρατηρήσεις της εθνικής επιτροπής εμβολιασμών διαφέρουν από περίπτωση σε περίπτωση. Οσοι έχουν κάνει το μονοδοσικό της Johnson (που θα έπρεπε να είναι δύο δόσεων για να δίνει την προστασία των άλλων εμβολίων) μπορούν να κάνουν την αναμνηστική δόση αφού παρέλθει ένα δίμηνο. Η Pfizer από την πλευρά της έχει από την αρχή καταστήσει σαφές ότι: «Κατά την κλινική μελέτη-ορόσημο φάσης 3 παρατηρήθηκε μείωση της αποτελεσματικότητας κατά της συμπτωματικής λοίμωξης με την πάροδο του χρόνου – από 95% δύο μήνες μετά τη δεύτερη δόση σε 80% έπειτα από 4-6 μήνες. Τα πρώτα αποτελέσματα από μεγάλη, τυχαιοποιημένη και ελεγχόμενη μελέτη με την ενισχυτική δόση –όπου η 3η δόση δόθηκε σε άτομα που ήδη είχαν λάβει και τις δυο δόσεις του εμβολίου της Pfizer/BioNTech– έδειξαν ότι η ενισχυτική δόση του εμβολίου επάγει στατιστικά σημαντικά υψηλότερους τίτλους εξουδετερωτικών αντισωμάτων σε σύγκριση με τα επίπεδα που παρατηρούνται μετά τη 2η δόση, ενώ το συνολικό προφίλ ασφαλείας για την αναμνηστική δόση (τρίτη δόση) ήταν παρόμοιο με εκείνο που παρατηρήθηκε ύστερα από δύο δόσεις. Σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων, μία αναμνηστική δόση (τρίτη δόση) του εμβολίου της Pfizer/BioNTech κατά της COVID-19 μπορεί να χορηγηθεί τουλάχιστον 6 μήνες μετά τη δεύτερη δόση σε άτομα ηλικίας 18 ετών και άνω. Επίσης, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων έχει εγκρίνει και τη χορήγηση τρίτης πρόσθετης δόσης στους ανοσοκατασταλμένους, η οποία μπορεί να χορηγηθεί τουλάχιστον 28 ημέρες μετά τη δεύτερη δόση σε άτομα ηλικίας 12 ετών και άνω που είναι βαριά ανοσοκατασταλμένα».
Ενθαρρυντικά αποτελέσματα
Μπορεί το κράτος να ανταποκριθεί σε μια μεγάλη αύξηση της ζήτησης των εμβολίων; Η απάντηση είναι θετική, καθώς στα μέσα της εβδομάδας η ζήτηση ήταν γύρω στις 85.000 και οι επιχειρησιακές δυνατότητες φθάνουν τις 120.000 και με τις κινητές εμβολιαστικές ομάδες. Ο γενικός γραμματέας Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας Μάριος Θεμιστοκλέους είπε πάντως ότι «τα αποτελέσματα από την τρίτη δόση είναι πολύ ενθαρρυντικά» και ότι το κράτος «εστιάζει στις μεγαλύτερες ηλικίες». Ο κ. Θεμιστοκλέους αποκάλυψε μιλώντας στο συνέδριο της «Κ» ότι σε σχέση με τον καταγεγραμμένο πληθυσμό μπορεί από την απογραφή «να κερδίσουμε 0,5% έως 1% του πληθυσμού», να είναι δηλαδή δηλωμένοι υψηλότεροι αριθμοί συνολικού πληθυσμού και αν «διορθωθούν» από την απογραφή, αυτό θα αυξήσει αυτομάτως και το ποσοστό εμβολιαστικής κάλυψης.
Πηγή: kathimerini.gr