Όλα δείχνουν πως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) βαδίζει προς νέα μείωση των βασικών επιτοκίων στη συνεδρίαση της Πέμπτης 5 Ιουνίου, με τους αναλυτές να προβλέπουν περαιτέρω χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής. Εφόσον η πρόβλεψη επιβεβαιωθεί, το επιτόκιο καταθέσεων αναμένεται να μειωθεί κατά 25 μονάδες βάσης στο 2%, σημειώνοντας πτώση από το 4% που καταγράφηκε τον Ιούνιο του 2024.

Μια τέτοια εξέλιξη θα αποφέρει ανακούφιση σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις με δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου, καθώς αναμένεται να πιεστεί προς τα κάτω και το euribor, μειώνοντας τις μηνιαίες δόσεις.

Παρότι λίγα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ έχουν τοποθετηθεί δημόσια πριν τη συνεδρίαση, οι περισσότερες τοποθετήσεις συγκλίνουν υπέρ της μείωσης. Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, προανήγγειλε πιθανή μείωση τον Ιούνιο, με ενδεχόμενη παύση τον Ιούλιο.

Ανάλογη στάση τηρούν και οι κεντρικοί τραπεζίτες της Γαλλίας, της Φινλανδίας και της Λιθουανίας. Ειδικά ο Γκεντιμίνας Σίμκους εκτίμησε ότι ο πληθωρισμός μπορεί να πέσει ακόμη και κάτω από τον στόχο του 2%, προεξοφλώντας τουλάχιστον μία ακόμη μείωση επιτοκίων εντός του έτους.

Ωστόσο, δεν λείπουν και οι αντιρρήσεις. Ο Αυστριακός Ρόμπερτ Χόλτσμαν και η Γερμανίδα Ιζαμπέλ Σνάμπελ, γνωστοί για τη σκληρή νομισματική τους στάση, διατηρούν επιφυλάξεις, τονίζοντας ότι οι γεωπολιτικές και οικονομικές αβεβαιότητες ενδέχεται να αναζωπυρώσουν πληθωριστικές πιέσεις.

Παρόλα αυτά, η πλειονότητα των αξιωματούχων της ΕΚΤ εμφανίζεται πεπεισμένη για τη συνέχιση της αποκλιμάκωσης των τιμών. Ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ, Φίλιπ Λέιν, ανέφερε πως η επιβράδυνση των μισθολογικών αυξήσεων αποτελεί ένδειξη βιώσιμης αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού. Εκτίμησε δε ότι τα επιτόκια θα μπορούσαν να μειωθούν σταδιακά έως το 1,5%, εφόσον δεν υπάρξουν απρόβλεπτες επιδεινώσεις στην οικονομική ανάπτυξη.

Οι κύριοι λόγοι που ενισχύουν την εκτίμηση για υποχώρηση του πληθωρισμού είναι τρεις:

-Η ενίσχυση του ευρώ έναντι του δολαρίου, που περιορίζει το κόστος εισαγόμενων πρώτων υλών.

- Η πτώση στις τιμές του πετρελαίου, ως αποτέλεσμα της επιβράδυνσης της παγκόσμιας οικονομίας.

- Η μειωμένη ζήτηση, λόγω της γενικευμένης επιβράδυνσης της ανάπτυξης, με βασική αιτία τις εμπορικές εντάσεις και την αβεβαιότητα.

Με βάση τις προβλέψεις, οι αναλυτές περιμένουν νέα μείωση στο 1,75% μέχρι το τέλος του έτους, με τη Morgan Stanley να «βλέπει» το χαμηλότερο σημείο στο 1,5%.
Αν η ΕΚΤ ακολουθήσει αυτή την πορεία, σηματοδοτεί μια ξεκάθαρη μετατόπιση από την περιοριστική πολιτική της τελευταίας διετίας προς ένα πιο υποστηρικτικό περιβάλλον για την ανάπτυξη και τη χρηματοδότηση.