Αν και έχει πέσει πολλές φορές στο τραπέζι η πρόταση να υπάρξει συνταγματική πρόβλεψη για τον χρόνο των εκλογών στο τέλος της τετραετίας, κανείς μέχρι τώρα δεν το έχει πράξει.
Το αντίθετο, θα λέγαμε. Ότι με ελάχιστες εξαιρέσεις, κυβερνήσεις και πρωθυπουργοί έκαναν... λάστιχο την ερμηνεία περί προκήρυξης πρόωρων εκλογών για «εθνικούς λόγους» μόνο και μόνο για να πάμε στις κάλπες όταν θεωρούσαν ότι θα τους βόλευε μια χρονική συγκυρία, για να πάρουν το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποτελεί την εξαίρεση του κανόνα. Κι αυτό γιατί, αν και κατά καιρούς είχε εισηγήσεις να κάνει εκλογές όταν τον «βόλευε» πολιτικά, εκείνος κατά την πρώτη του θητεία, παρά τις διαρροές και τα δημοσιεύματα, εξάντλησε την τετραετία, δείχνοντας θεσμικότητα και στο τέλος της ημέρας ίσως να πέτυχε και καλύτερο εκλογικό αποτέλεσμα.
Τα υπενθυμίζουμε αυτά γιατί και πάλι σενάρια πάνε κι έρχονται με το θέμα των πρόωρων εκλογών να επανέρχεται, με φόντο τις δημοσκοπήσεις, που δείχνει ένα μεγάλο κομμάτι των ερωτώμενων σε αυτές να απαντούν ότι θέλουν να στηθούν οι κάλπες πρόωρα.
Δεν υπάρχει λόγος
Στο Μαξίμου, πάντως, και ακούν και διαβάζουν τα όσα αφορούν τις πρόωρες εκλογές. Αλλά ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, πιστεύει ότι το θέμα «Κάλπες το 2027» είναι για εκείνον κάτι το αδιαπραγμάτευτο. Όπως υποστηρίζουν συνομιλητές του πρωθυπουργού, η εκτίμηση που υπάρχει είναι ότι κοινοβουλευτικά δεν υπάρχει λόγος και ότι δεν πρόκειται ο Μητσοτάκης, εάν δεν συμβεί κάτι απρόοπτο, να πατήσει το κουμπί των εκλογών βάζοντας και την Ελλάδα σε αυτό το σπιράλ της αστάθειας που βρίσκονται αρκετές χώρες της Ευρώπης.
Παράλληλα, εκτιμά ότι η κυβέρνηση σήμερα δημοσκοπικά βρίσκεται στο χειρότερο σημείο της εξαετίας και δεν υπάρχει λόγος μέσα σε αυτό το κλίμα να συρθεί στις κάλπες. Αυτό, από την άλλη, δεν σημαίνει ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν έχει σχεδιασμό για το πώς θα πάει στις κάλπες το 2027.
Ο πρωθυπουργός γνωρίζει ότι η οικονομία και η καθημερινότητα θα είναι τα κλειδιά της επόμενης αναμέτρησης. Γι’ αυτό και ήδη μπαίνουν στις προτεραιότητες της κυβέρνησης εκείνα τα μέτρα που θα οδηγήσουν στη βελτίωση της ζωής των πολιτών, που έχουν πληγεί από την ακρίβεια.
Ήδη σε πρώτη φάση προχωρά η υλοποίηση της απόφασης για μία ακόμη σημαντική αύξηση του κατώτατου μισθού. Στο τέλος του μήνα αναμένεται να συνεδριάσει το νέο Υπουργικό Συμβούλιο, αποδεχόμενο την εισήγηση να ανέλθει ο κατώτατος μισθός στα 870-880 ευρώ, που θα ισχύσει από την 1η Απριλίου σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα.
Η αύξηση του κατώτατου μισθού επηρεάζει και τα επιδόματα, αλλά και εμμέσως τον μέσο μισθό πλήρους και μερικής απασχόλησης, ο οποίος σήμερα αγγίζει τα 1.342 ευρώ, που τελικά διαμορφώνεται στα 1.478 ευρώ. Στο νέο Μεσοπρόθεσμο 2025-2028, η πρόβλεψη για τους μισθούς είναι ότι θα αυξάνονται με ρυθμό 4,5% ετησίως, ενώ και η Τράπεζα της Ελλάδος προβλέπει αυξήσεις 5% κατ’ έτος.
Ο κ. Μητσοτάκης στην κυριακάτικη ανάρτησή του αναφέρθηκε και σε 12 σημαντικές φοροελαφρύνσεις για νοικοκυριά και επιχειρήσεις μέσα στο 2025. Όπως επισήμανε, μέσα στον χρόνο υλοποιούνται τα εξής: Η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος για όλα τα φυσικά πρόσωπα (ελεύθερους επαγγελματίες), συμπεριλαμβανομένων και των εργαζομένων με «μπλοκάκι» με όφελος 400-500 ευρώ.
Ειδικά για φυσικά πρόσωπα –αυτοαπασχολούμενους και ατομικές επιχειρήσεις– που δραστηριοποιούνται σε περιοχές με πληθυσμό έως 1.500 κατοίκους, μειώνεται κατά 50% στο ελάχιστο το τεκμαρτό εισόδημα. Ακόμη, θεσπίζεται τριετής απαλλαγή από τον φόρο εισοδήματος που θα παρέχεται σε όσους ιδιοκτήτες νοικιάζουν σε μακροχρόνιες μισθώσεις ακίνητα που μέχρι πρότινος κρατούσαν κλειστά, αλλά και έκπτωση στον ΕΝΦΙΑ για τα ασφαλισμένα ακίνητα. Ικανοποιείται το αίτημα των νοσοκομειακών για αυτοτελή φορολόγηση με συντελεστή 22% των εφημεριών του ΕΣΥ.
Παράλληλα, αναμένεται να ανακοινωθούν αλλαγές στις φορολογικές κλίμακες, πιθανότατα στη ΔΕΘ, με στόχο τη στήριξη της μεσαίας τάξης, αλλά και αλλαγές στα τεκμήρια, που αποτελεί αίτημα των ελεύθερων επαγγελματιών. Από την άλλη, για το θέμα της ακρίβειας, εκτός από τη συνέχιση των ελέγχων, εξακολουθούν να αναζητούνται λύσεις πέραν της ενίσχυσης των εισοδημάτων των πολιτών, που να μπορούν να εφαρμοστούν χωρίς να ρισκάρουν τα δημοσιονομικά έσοδα.