Περίπου δέκα ημέρες προτού ανοίξουν οι κάλπες (οι δεύτερες) η αναβολή του –προγραμματισμένου για το βράδυ της Πέμπτης– debate επαναφέρει στο προσκήνιο το ερώτημα κατά πόσο πρέπει να γίνει ή όχι. Δηλαδή ποιο είναι το νόημα να γίνει αυτή η… τηλεμαχία μεταξύ των πολιτικών αρχηγών και τι θα προσφέρει στους πολίτες ψηφοφόρους.

Ακόμη και αν κάποιος δεν λάβει υπόψη του τα πλήρη δεδομένα που καταγράφουν οι δημοσκοπήσεις με το σκεπτικό ότι οι κάλπες το πρωί της Κυριακής της 25ης Ιουνίου θα είναι άδειες και να παραγνωρίσει το στοιχείο που δεν έχει διαψευστεί ποτέ, αυτό της παράστασης νίκης (που σημειωτέον κάποιος θα μπορούσε να υποστηρίξει ότι «έβλεπε» το μέγεθος της διαφοράς), ένας τηλεοπτικός διάλογος, με τη μορφή που έχει καθοριστεί, δύσκολα θα άλλαζε τα δεδομένα.

Εκτός και αν στόχος αυτών που επιμένουν είναι να υπάρξει μια «μάχη χαρακωμάτων» όχι με το κόμμα που προηγείται (με μεγάλη διαφορά), αλλά μεταξύ των υπολοίπων. Κυρίως αυτών που βρίσκονται στη δεύτερη (ΣΥΡΙΖΑ) και στην τρίτη (ΠΑΣΟΚ) θέση και που δείχνουν να διαγκωνίζονται για τους μεταξύ τους μετακινούμενους ψηφοφόρους.

Πόσο όμως αυτό ενδιαφέρει το σύνολο των πολιτών; Το γεγονός ότι ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ… τσακώνονται για το ποιος θα είναι αξιωματική αντιπολίτευση μπορεί να αποτελεί την αιτία της διεξαγωγής ενός ακόμη debate; Και κατά πόσο οι πολίτες είναι διατεθειμένοι να ακούν τις ίδιες φωνές να επαναλαμβάνουν τα ίδια όχι ως προς τα προγράμματά τους, αλλά ως προς τον δήθεν φόβο του Κυριάκου Μητσοτάκη να βρεθεί σε ένα πάνελ με τους υπόλοιπους αρχηγούς;

Άλλωστε είναι ο μόνος που διαθέτει ένα συγκεκριμένο και συγκροτημένο πρόγραμμα. Έναν οδικό χάρτη για την επόμενη τετραετία. Στη βάση αυτήν και με τον αέρα της νίκης είναι ο τελευταίος που φοβάται μια τηλε-αναμέτρηση.

Οπότε το ερώτημα παραμένει: Είναι χρήσιμο ένα debate και γιατί; Διότι αν το πρόβλημα είναι κατά πόσο ο Αλέξης Τσίπρας θα καταφέρει να μην πέσει κάτω από το 20% ή αν ο Νίκος Ανδρουλάκης θα καταφέρει να πείσει κάποιους παλαιούς ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ να επιστρέψουν, μάλλον δεν απασχολεί την πλειοψηφία των πολιτών, οι οποίοι ήδη, λόγω των εμμονών, των αυταπατών και των μικροκομματικών σχεδιασμών που έφεραν την απλή αναλογική ως εκλογικό σύστημα, αγανακτούν βλέποντας ότι αυτοί που έσυραν τη χώρα σε δύο εκλογικές αναμετρήσεις συνεχίζουν να λειτουργούν σαν να μην έχει συμβεί τίποτα.