Γράφει ο Γιώργος Κυριακός*

Στις 21 Μαΐου ψηφίζουμε για τον πρωθυπουργό που θέλουμε να έχουμε. Αλλά πρωτίστως ψηφίζουμε για την Ελλάδα του 2027 που θέλουμε. Ψηφίζουμε επιλέγοντας προγράμματα, αλλά και βασιζόμενοι στην απτή πραγματικότητα και εμπειρία της διακυβέρνησης από τους δύο βασικούς διεκδικητές της πρωθυπουργίας. Το ερώτημα είναι πολύ απλό και ρεαλιστικό. Το κριτήριο ένα.
Πότε ζούσαμε σαν χώρα και σαν πολίτες καλύτερα. Το 2019 ή το 2023; Ας σκεφθούμε όλοι τις δυσκολίες που όλοι είχαμε για να εργασθούμε το 2019. Μεγάλη η ανεργία, και οι δυνατότητες εύρεσης καλά αμειβόμενης εργασίας μηδαμινές. Σήμερα ακούω όλο και πιο πολλούς εργοδότες να παραπονούνται ότι δεν βρίσκουν και δεν μπορούν να διατηρήσουν τους καλούς και αποδοτικούς εργαζόμενους, οι οποίοι πολύ συχνά αλλάζουν εταιρείες αυξάνοντας εισοδήματα και εμπειρίες. Πότε αισθανόμασταν πιο ασφαλείς; Το 2019 ή το 2023 που η χώρα μας έχει θωρακισθεί με ένα πολύ ανταγωνιστικό εξοπλιστικό πρόγραμμα; 

Θέλω να πιστεύω ότι σαν λαός μάθαμε γιατί πάθαμε. Μάθαμε την τελευταία τετραετία ότι ο ρεαλισμός είναι πιο δυνατός από τον λαϊκισμό. Μάθαμε ότι η αλήθεια -όσο σκληρή και αν είναι- είναι πιο σημαντική από το παραμύθι. Μάθαμε ότι η σκληρή δουλειά πάντοτε επιβραβεύεται. Οι πιο πολλοί από εμάς που ζούμε και εργαζόμαστε στην Ελλάδα (αλλά και οι κάτοικοι του εξωτερικού) θέλουμε έναν ηγέτη που θα μοιράζεται μαζί μας ένα ρεαλιστικό όραμα βασισμένο στις πραγματικές δυνατότητες της χώρας μας. Ένα όραμα βασισμένο στην ρεαλιστική προσέγγιση της πραγματικότητας. Ποτέ δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η χώρα μας έχει εξαιρετικές δυνατότητες. Θεωρώ ότι έχοντας πάντα σαν βάση τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό, με σκληρή δουλειά όλων μπορεί να γίνει η ζωή όλων μας καλύτερη. 

Θέλω να υπενθυμίσω ότι τo κάλεσμα του Κυριάκου Μητσοτάκη πριν από τις προηγούμενες εκλογές του 2019 για «μια ευημερούσα χώρα με προκοπή, αυτοπεποίθηση και αξιοπρέπεια, μια χώρα που θα έχει βρει την θέση της σε έναν κόσμο που αλλάζει με ταχύτητα», είναι πολύ σημαντικό, και ιδιαίτερα επίκαιρο. Σε αυτήν την προ(σ)κλήση είναι καιρός να συμμετέχουμε όλοι. Είναι λυπηρό και ταυτόχρονα μη παραγωγικό η Ελλάδα των 10 εκατομμυρίων, αλλά και άλλων 10 εκατομμυρίων Ελλήνων στο εξωτερικό, να χωρίζεται στο εμείς και αυτοί, στους πολλούς και λίγους. Στην κατάσταση που είμαστε σήμερα δεν περισσεύει κανείς. Υπάρχει «μόνο η Ελλάδα». Μία Ελλάδα πού κινδυνεύει το 2050 να έχει μειωμένο πληθυσμό κατά περίπου 2 εκατομμύρια και που το ποσοστό των άνω των 65 ετών θα αποτελεί το 33%. 

Το νέο κάλεσμα του Κυριάκου Μητσοτάκη για τις εκλογές του 2023 αναφέρεται μεταξύ άλλων και στα κάτωθι: «είμαι σίγουρος ότι όλοι αντιλαμβανόμαστε τη σημασία των στιγμών, καθώς η χώρα μας από ουραγός είναι, ήδη, πρωταγωνιστής στην Ευρώπη. Παρουσιάζει δυναμικό ρυθμό ανάπτυξης αλλά και τη μεγαλύτερη μείωση της ανεργίας και του δημόσιου χρέους στην ήπειρο. Καταγράφοντας, παράλληλα, συνεχή ρεκόρ σε επενδύσεις, εξαγωγές αλλά και έσοδα από τον τουρισμό της. 

Η κοινωνία μας πληρώνει χαμηλότερους φόρους και ΕΝΦΙΑ. Η εισφορά αλληλεγγύης έχει καταργηθεί. Όπως, ουσιαστικά, δωρεάν έγιναν και οι γονικές παροχές. Οι πιο αδύναμοι ενισχύονται. Και, μετά τις αυξήσεις στο ρεύμα, η πολιτεία υψώνει διαρκώς αναχώματα στην εισαγόμενη ακρίβεια. Με άλλα λόγια η Ελλάδα απαντά στις διεθνείς προκλήσεις και κατακτά τις εθνικές διεκδικήσεις. 

Σε τέσσερα χρόνια, παρά τις δυσκολίες, έγιναν πολλά. Όμως, μένουν να γίνουν πολλά περισσότερα. Ξέρω ότι, παρά τα θετικά βήματα, οι μισθοί στη χώρα μας παραμένουν ακόμη χαμηλοί. Η δημόσια υγεία έχει ακόμη πληγές να γιατρευτούν. Το κράτος μας πρέπει να γίνει πιο αποτελεσματικό. Οι νέοι μας πρέπει να βρουν μεγαλύτερη φροντίδα. Αυτές, ακριβώς, θα είναι οι προτεραιότητές μας στη νέα μας θητεία.» 

Απαραίτητη προϋπόθεση για να υλοποιηθούν όλα αυτά και να πραγματοποιηθεί το όραμα, η εμπιστοσύνη από τους πολίτες στην ηγεσία του Κυριάκου Μητσοτάκη και της ομάδας του. Με την ηγεσία του που δημιουργεί (αποδεδειγμένα) την ελπίδα για την ευημερία της χώρας, πού θα στηρίζεται στις βασικές αρχές της ανάπτυξης, αξιοκρατίας, αλληλεγγύης, αριστείας, αξιοπιστίας.
Παρατηρώ την μεγάλη αλλαγή ψυχολογίας που παρατηρείται εντός και εκτός της Ελλάδας μας. Είμαι αισιόδοξος -και η συμπεριφορά των αγορών των τελευταίων ημερών το επιβεβαιώνει- ότι η αλλαγή της ψυχολογίας, με την τόνωση της εμπιστοσύνης των Ελλήνων και ξένων επενδυτών στις δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας, έχει άμεση επίπτωση στην δυναμική ανάπτυξη της οικονομίας, με δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Πολλά μεγάλα έργα έχουν ήδη ξεκινήσει, μεγάλες επενδύσεις έχουν πραγματοποιηθεί και ταυτόχρονα δίδεται η ευκαιρία σε πολλούς από τους νέους μας, να επιστρέψουν στη χώρα μας και να προσφέρουν σημαντικά στην νέα πορεία της Ελλάδος. 

Στο αρχικό ερώτημα του πότε ζούσαμε καλύτερα, το 2019 ή το 2023 θα ήθελα να προσθέσω και ένα μελλοντικό ερώτημα. Ποιος είναι αυτός που μας εγγυάται ότι το 2027 θα ζούμε (πολύ) καλύτερα από το 2023;

*Ο Γιώργος Κυριακός είναι Σύμβουλος Επιχειρήσεων και πρώην Γραμματέας ΔΕΚΟ και Αποκρατικοποιήσεων.