Έφυγε από τη ζωή ένας από τους σπουδαιότερους Έλληνες διπλωμάτες, ο Χρήστος Ζαχαράκης, σήμερα το πρωί σε ηλικία 84 ετών. Ο εκλιπών, που υπηρέτησε σε κρίσιμες θέσεις κατά την περίοδο της μεταπολίτευσης, επί κυβερνήσεων τόσο του ΠΑΣΟΚ όσο και της ΝΔ, ήταν γνωστός για τις σκληρές θέσεις του στα Ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό, καθώς και για τη λόγια γλώσσα που χρησιμοποιούσε.

Το μήνυμα του ΥΠΕΞ

«Το υπουργείο Εξωτερικών θρηνεί την απώλεια του Πρέσβεως ε.τ. Χρήστου Ζαχαράκι, ενός εξαίρετου διπλωμάτη, ο οποίος υπηρέτησε την Ελλάδα από θέσεις ευθύνης», αναφέρει το υπουργείο Εξωτερικών σε ανακοίνωσή του.

«Ο Χρήστος Ζαχαράκις εισήλθε στη διπλωματική υπηρεσία το 1964. Υπηρέτησε στη Νέα Υόρκη, την Κοπεγχάγη, στο Γενικό Προξενείο Κωνσταντινούπολης και ως Γενικός Πρόξενος της Ελλάδας στην Αλεξάνδρεια», σημείωσε.

«Διετέλεσε Πρέσβης της Ελλάδας στη Λευκωσία, την Ουάσιγκτων και το Λονδίνο, υπηρέτησε ως Μόνιμος Αντιπρόσωπος στο ΝΑΤΟ και στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών και χρημάτισε Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου. Το διάστημα 1999-2004 διετέλεσε βουλευτής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου».

«Ο υπουργός Εξωτερικών, καθώς και η πολιτική και υπηρεσιακή ηγεσία του υπουργείου Εξωτερικών, εκφράζουν βαθύτατα συλλυπητήρια στην οικογένεια και τους οικείους του», καταλήγει το υπουργείο Εξωτερικών.

Αναλυτικά το βιογραφικό του Χρήστου Ζαχαράκι

Ειδικότερα, διατέλεσε πρέσβης σε Λευκωσία, Ουάσινγκτον και Λονδίνο, γενικός γραμματέας του υπουργείου Εξωτερικών και μόνιμος αντιπρόσωπος της Ελλάδας στον ΟΗΕ. Από το 1999 έως το 2004 ήταν ευρωβουλευτής με τη Νέα Δημοκρατία. Είχε γεννηθεί στην Αθήνα το 1939 στην Αθήνα, έχοντας καταγωγή από το Ρέθυμνο. Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, από την οποία αποφοίτησε το 1962. Συνέχισε τις σπουδές του στο Βέλγιο, αποκτώντας μεταπτυχιακό δίπλωμα στο Διεθνές Δίκαιο από το Πανεπιστήμιο των Βρυξελλών.

Στη Διπλωματική Υπηρεσία του υπουργείου Εξωτερικών εισήλθε το 1964. Επειτα από 15ετή διαδρομή σε διάφορες θέσεις πρεσβευτικών και προξενικών Αρχών, τοποθετήθηκε πρέσβης της Ελλάδας στη Λευκωσία το 1979, όπου παρέμεινε για 7 έτη, μέχρι το 1986. Στη συνέχεια ορίστηκε μόνιμος αντιπρόσωπος στο ΝΑΤΟ (1986-89) και πρέσβης στην Ουάσιγκτον (1989-93). Επέστρεψε στην Αθήνα το 1993, αφού είχε διαπραγματευτεί την Ελληνο-Αμερικανική Αμυντική Συμφωνία του 1990 και ανέλαβε τη Γενική Γραμματεία του υπουργείου Εξωτερικών μέχρι το 1994. Κατά την πενταετία 1994-99 διατέλεσε μόνιμος αντιπρόσωπος της Ελλάδας στον ΟΗΕ, όπου διαπραγματεύτηκε την Ενδιάμεση Συμφωνία του 1995 με την τότε ΠΓΔΜ.

Την άνοιξη του 1999 ορίστηκε πρέσβης στο Λονδίνο, αλλά λίγο αργότερα παραιτήθηκε για να τοποθετηθεί στο ευρωψηφοδέλτιο της ΝΔ. Εκλέχθηκε και υπηρέτησε στο Ευρωκοινοβούλιο από το 1999 έως το 2004, ενώ διατέλεσε και αντιπρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων, Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, Κοινής Ασφάλειας και Αμυντικής Πολιτικής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Είχε τιμηθεί -μεταξύ άλλων- με τον Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Φοίνικα και τον Μεγαλόσταυρο του Τάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, καθώς και με βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών για το έργο του σχετικά με την έντυπη χαρτογραφία του ελληνικού χώρου.