Την ερχόμενη Δευτέρα αναμένεται να ανακοινωθεί η απόφαση για την επαναλειτουργία ή μη των δημοτικών σχολείων, έχοντας ως κριτήριο την πορεία της επιδημίας μετά την άρση των μέτρων και την εικόνα από την επιστροφή στα θρανία των μαθητών Γυμνασίου και Λυκείου.

Οι δύο πιθανές ημερομηνίες έχουν ήδη “κλειδώσει” με τους μαθητές του Δημοτικού να επιστρέφουν στα σχολεία είτε την 1η Ιούνη είτε από 1η Σεπτέμβρη, με την οποία απόφαση να είναι προαιρετική και να εναπόκειται στην επιλογή της οικογένειας. Εφόσον ανοίξουν την 1η Ιούνη, τα Δημοτικά θα λειτουργήσουν μέχρι το τέλος του μήνα.

Πρόκειται για ένα “σύνθετο δίλημμα”, όπως το χαρακτήρισε και ο καθηγητής Σωτήρης Τσιόδρας, καθώς αφορά επίσης την κοινωνικοποίηση των παιδιών και την ανισότητα στη διαδικασία της μάθησης.

Σύμφωνα, ωστόσο με τον Σωτήρη Τσιόδρα, «το όφελος είναι μεγαλύτερο από τους κινδύνους».  Ο ίδιος πρόσθεσε πως «ό,τι και να συστήσει η Επιτροπή ή να αποφασίσει η Πολιτεία, την καλύτερη απόφαση θα την πάρει ο καθένας για το παιδί του» με βάση και τις οικογενειακές συνθήκες στις οποίες ζει αυτό το παιδί και εάν υπάρχουν στο περιβάλλον του ηλικιωμένοι ή άνθρωποι με σοβαρά χρόνια προβλήματα υγείας.

Όπως σημείωσε ο Σωτήρης Τσιόδρας, η επιστήμη δεν έχει καταλήξει αν είναι 100% ασφαλές για ένα παιδί να επιστρέψει στο σχολείο, αλλά γνωρίζει πως τα παιδιά έχουν χαμηλότερες πιθανότητες να μολυνθούν από τη νόσο, νοσούν ηπιότερα και υπάρχει ένα εξαιρετικά μικρό ποσοστό – όπως και σε άλλες ιώσεις και λοιμώξεις που ενδέχεται να κινδυνεύσουν. «Δεν μπορούμε να πούμε ότι δεν συμβαίνει ή ότι δεν θα συμβεί σε μας, αλλά είναι πάρα πολύ σπάνιο, η πιθανότητα είναι πολύ μικρή», τόνισε στη χθεσινή ενημέρωση ο Σωτήρης Τσιόδρας, εξηγώντας ότι υπάρχουν αρκετά επιχειρήματα υπέρ του ανοίγματος των σχολείων:

«Υπάρχει μια κρυφή ανισότητα στη μάθηση και στην εκπαίδευση για τα παιδιά που ανήκουν στις πιο φτωχές οικογένειες, η οποία ενισχύεται σε περιόδους παύσης λειτουργίας των σχολείων. Υπάρχει ένα κόστος σε χαμένη εκπαιδευτική διαδικασία, σε χαμένη γνώση. Σε μελέτες του εξωτερικού φάνηκε ότι αρκετά παιδιά είτε δεν είχαν καλή πρόσβαση στα μαθήματα είτε δεν τα παρακολουθούσαν τα διαδικτυακά μαθήματα. Επίσης αναγνωρίζονται όλο και περισσότερες επιπτώσεις του απαγορευτικού στην πνευματική και ψυχική κατάσταση των μαθητών με εμφάνιση άγχους και απομόνωσης από τους φίλους τους και εθισμού στο διαδίκτυο. Επίσης υπάρχουν οικονομικοί λόγοι που αφορούν τους γονείς και την κοινωνία», ανέφερε.


Διαβάστε ακόμα: 


Επίσης σημαντική παράμετρος, όπως είπε ο Σωτήρης Τσιόδρας, είναι να γνωρίζει κάποιος τι θα κάνει το παιδί που δεν θα πάει σχολείο. Αν είναι σπίτι σε απομόνωση, σαφώς και είναι πιο ασφαλές τόνισε απ’ ότι αν συναντά τους φίλους του και μη τηρώντας τα μέτρα, παίζει στη γειτονιά και στις πλατείες, καθώς έτσι εκτίθεται σε ένα περιβάλλον λιγότερο ασφαλές.

Στις επιπτώσεις στην κοινωνικοποίηση των παιδιών στάθηκε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Στέλιος Πέτσας, με χθεσινές δηλώσεις του. Σημείωσε χαρακτηριστικά: «Είναι κάτι που έχει σοβαρές επιπτώσεις στην κοινωνικοποίησή του, στην πνευματική του κατάσταση, όσον αφορά το θέμα των γνώσεών του, επίσης, αφού βλέπουμε να αυξάνονται οι κοινωνικές ανισότητες γύρω μας- το ξέρουμε όλοι. Επομένως, το λογικό είναι η Πολιτεία να προσπαθεί να ανοίξει πιο γρήγορα τα σχολεία αν νιώθει ότι υγειονομικά δεν υπάρχει κίνδυνος. Εάν, λοιπόν, τηρούμε τα μέτρα των ειδικών, θεωρούμε ότι δεν υπάρχει κίνδυνος. Απομένει να ακούσουμε την τελική εισήγηση των ειδικών».

Από την πλευρά του ο υφυπουργός Προστασίας του Πολίτη, Νίκος Χαρδαλιάς επανέλαβε ότι τα σχολείαενδέχεται να ανοίξουν την 1η Ιουνίου”.