Κρίσιμη κατάθεση αυτόπτη μάρτυρα στη δίκη για τον θάνατο του Σήφη Βαλυράκη, με αναγνώριση κατηγορουμένων και σοβαρές καταγγελίες.
Με την κατάθεση του Ευάγγελου Ασμάνη, αυτόπτη μάρτυρα των τελευταίων στιγμών του Σήφη Βαλυράκη τον Ιανουάριο του 2021, συνεχίστηκε σήμερα η διαδικασία στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο, σε μια συνεδρίαση με ιδιαίτερη βαρύτητα για την εξέλιξη της υπόθεσης.
Κατά την έναρξη της διαδικασίας, ο μάρτυρας αναγνώρισε ενώπιον του δικαστηρίου τους δύο κατηγορούμενους ως τα πρόσωπα που –όπως υποστήριξε– επιτέθηκαν εν πλω στον Σήφη Βαλυράκη. Σε αντίθεση με την προηγούμενη συνεδρίαση, όπου οι κατηγορούμενοι απουσίαζαν, αυτή τη φορά παρέστησαν στο ακροατήριο, ερχόμενοι πρόσωπο με πρόσωπο με τον μάρτυρα.
Απαντώντας σε ερωτήσεις του συνηγόρου υποστήριξης της κατηγορίας, Νίκου Κωνσταντόπουλου, ο Ευάγγελος Ασμάνης περιέγραψε τον τρόπο της επίθεσης, δηλώνοντας χαρακτηριστικά: «Ο ένας ήταν όρθιος και χτυπούσε και ο δεύτερος ήταν σκυφτός. Δεν ξέρω τι έκανε. Δεν το είδα καθαρά, είδα μόνο ότι ήταν σκυφτός».
Ο μάρτυρας επανέλαβε ενώπιον του δικαστηρίου ότι δέχθηκε πιέσεις από το Λιμεναρχείο, προκειμένου –όπως κατήγγειλε– να μην καταθέσει όσα είχε δει. Παράλληλα, αναφέρθηκε σε ένα «περίεργο» περιστατικό, το οποίο, σύμφωνα με την κατάθεσή του, σημειώθηκε μία ημέρα μετά την εμφάνισή του στο δικαστήριο.
«Πήγα στην αγορά της Χαλκίδας για ψώνια και ένα αυτοκίνητο, μόλις με είδε, γύρισε και με χτύπησε στο αριστερό πόδι. Τι να πω; Σύμπτωση ή εκφοβισμός; Δεν ξέρω», ανέφερε, προκαλώντας έντονη αίσθηση στην αίθουσα.
Κατά τη διάρκεια της εξέτασης, ο κ. Κωνσταντόπουλος υπέβαλε σειρά ερωτήσεων για τα όσα εκτυλίχθηκαν στη θαλάσσια περιοχή της Ερέτριας την ημέρα του περιστατικού. Ο μάρτυρας υποστήριξε ότι, μόλις εμφανίστηκε το φουσκωτό του Σήφη Βαλυράκη, το αλιευτικό των κατηγορουμένων κινήθηκε απευθείας προς το μέρος του. «Σαν να του την είχαν στημένη», είπε, προσθέτοντας ότι το αλιευτικό του έφραζε τον δρόμο.
Όπως εξήγησε, όταν ένα μεγαλύτερο σκάφος πραγματοποιεί κυκλωτικές κινήσεις γύρω από ένα μικρότερο, στόχος είναι «να προκαλέσει κυματισμό και εκφοβισμό», περιγράφοντας μια τακτική που –κατά τον ίδιο– χρησιμοποιήθηκε σε βάρος του πρώην υπουργού.
Από την πλευρά της, η υπεράσπιση των κατηγορουμένων αμφισβήτησε ευθέως την κατάθεση του μάρτυρα, επιμένοντας ότι δεν βρισκόταν στο σημείο του περιστατικού, ενώ υποστήριξε παράλληλα ότι ούτε οι ίδιοι οι κατηγορούμενοι βρίσκονταν στη θαλάσσια περιοχή την κρίσιμη ώρα.