Η ανακοίνωση του ΚΚΕ για τη ΔΕΘ είναι ένα συνονθύλευμα παλιών στερεοτύπων και κούφιων καταγγελιών. Μιλά για «φοροληστεία» και «μεταρρυθμίσεις υπέρ των λίγων», αγνοώντας επιδεικτικά τα μέτρα που μειώνουν την καθημερινή επιβάρυνση των πολιτών, όπως οι μειώσεις φόρων, τα κίνητρα για νέες θέσεις εργασίας και η στήριξη οικογενειών και επιχειρήσεων. Το κόμμα αποδεικνύεται ανίκανο να αναγνωρίσει το θετικό έργο της κυβέρνησης, επιμένοντας σε έναν μονότονο αντικυβερνητικό λόγο που μόνο διχασμό προκαλεί.

Κάθε κατηγορία για «εργασία 13 ωρών» ή «κατώτατους μισθούς» μοιάζει περισσότερο με προπέτασμα καπνού παρά με ρεαλιστική κριτική. Η κυβέρνηση προχωρά σε αυξήσεις μισθών, ενίσχυση του επιδόματος θέρμανσης και μέτρα για την αντιμετώπιση της ακρίβειας, τα οποία το ΚΚΕ αγνοεί ή περιγράφει υπερβολικά, προσπαθώντας να δαιμονοποιήσει κάθε βήμα προόδου. Η πραγματικότητα είναι ότι οι εργαζόμενοι βλέπουν πλέον απτές ελαφρύνσεις και ευκαιρίες, ενώ το ΚΚΕ παραμένει εγκλωβισμένο σε θεωρητικά «αντικαπιταλιστικά» σχήματα χωρίς εφαρμογή.

Οι επιθέσεις του ΚΚΕ κατά των εξαγγελιών για το δημογραφικό και τη στέγη είναι απολύτως αβάσιμες. Αντί να αναγνωρίσει ότι η κυβέρνηση προσφέρει πρακτικά εργαλεία σε νέες οικογένειες και αξιοποιεί δημόσιες εκτάσεις για στέγαση, το κόμμα περιορίζεται σε «γενικεύσεις» για μεγαλοκατασκευαστές και «αδειανά πουκάμισα». Είναι προφανές ότι η πολιτική του στρατηγική είναι η καταγγελία χωρίς προτάσεις που μπορούν να εφαρμοστούν στην πραγματική ζωή.

Στο τέλος, η ανακοίνωση του ΚΚΕ δείχνει το γνωστό πρόσωπο ενός κόμματος που ζει στο παρελθόν, απομονωμένο από την κοινωνία και την οικονομία της χώρας. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, με συγκεκριμένα και μετρήσιμα μέτρα, αποδεικνύει ότι οι παροχές και οι μεταρρυθμίσεις δεν είναι συνθήματα, αλλά πραγματική βελτίωση της ζωής των πολιτών. Το ΚΚΕ, αντί να συμβάλλει, παραμένει εγκλωβισμένο σε έναν κύκλο καταγγελτικού λόγου, ανίκανο να δει την πρόοδο που συντελείται μπροστά στα μάτια όλων.