Το βράδυ της Πέμπτης ο βρετανός πρωθυπουργός συγκάλεσε εκτάκτως το υπουργικό συμβούλιο ώστε να ενημερώσει τους υπουργούς τους για πιθανές βρετανικές και αμερικανικές αεροπορικές επιδρομές κατά των ανταρτών Χούθι. Μάλιστα, ο Ρίσι Σούνακ ενημέρωσε μεταξύ άλλων και τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κιρ Στάρμερ «για πιθανή στρατιωτική δράση», όπως επισημαίνουν βρετανικά μέσα ενημέρωσης.

Νωρίτερα ο Ρίσι Σούνακ είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Αιγύπτιο πρόεδρο Άμπντελ Φάταχ αλ Σίσι. Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Ντάουνινγκ Στριτ, οι δύο ηγέτες εξέφρασαν την έντονη ανησυχία τους για τις επιθέσεις των Χούθι σε εμπορικά πλοία στην Ερυθρά Θάλασσα, ενώ συζήτησαν για τον αντίκτυπο που θα έχουν οι επιθέσεις αυτές στην παγκόσμια ναυτιλία, συμπεριλαμβανομένης της διώρυγας του Σουέζ.

Σούνακ: Η Βρετανία θα συνεχίσει να δρα για την υπεράσπιση της ελεύθερης ναυσιπλοΐας

Ο Βρετανός πρωθυπουργός δήλωσε πως «το Ηνωμένο Βασίλειο θα συνεχίσει να αναλαμβάνει δράση για την υπεράσπιση της ελεύθερης ναυσιπλοΐας και την προστασία των ανθρώπων που βρίσκονται στη θάλασσα».

Υπενθυμίζεται ότι προς το τέλος του προηγούμενου έτους, οι ΗΠΑ και η Βρετανία αποφάσισαν να λάβουν δραστικά μέτρα, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις επιθέσεις των Χούθι σε πλοία στην περιοχή της Ερυθράς Θάλασσας, οι οποίες μάλιστα θέτουν σε κίνδυνο και την πορεία του παγκόσμιου εμπορίου.

Η Βρετανία, λαμβάνοντας υπόψη το πλήγμα των Αμερικανών στους Χούθι στις 31 Δεκεμβρίου, αλλά και τη ρήση «η ισχύς εν τη ενώσει», αποφάσισε να προχωρήσει σε συνεργασία με τις ΗΠΑ, ώστε να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να πραγματοποιήσουν ισχυρά αεροπορικά και πυραυλικά πλήγματα στους αντάρτες. 

Μάλιστα χθες, Τετάρτη, μαχητικά αεροσκάφη και πολεμικά πλοία των ΗΠΑ και της Βρετανίας απέτρεψαν μία από τις μεγαλύτερες επιθέσεις των Χούθι έως τώρα. Κατέρριψαν συνολικά 18 drones και 3 πυραύλους κατά πλοίων επιφανείας που εκτόξευσαν την Τρίτη οι αντάρτες Χούθι της Υεμένης εναντίον εμπορικών σκαφών, σύμφωνα με το μεικτό διοικητήριο των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων που είναι αρμόδιο για την περιοχή της Μέσης Ανατολής (CENTCOM, «κεντρική διοίκηση»).