Η Βουλή ολοκλήρωσε με επιτυχία την επεξεργασία και υπερψήφισε το νέο ενεργειακό νομοσχέδιο, ένα σημαντικό βήμα για την ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας, την επίτευξη ενεργειακής αυτάρκειας και την προώθηση βιώσιμης ανάπτυξης στην Ελλάδα.

Το νομοσχέδιο, που ενσωματώνει σύγχρονες ευρωπαϊκές οδηγίες για την παραγωγή βιομεθανίου, το υδρογόνο και τα γεωγραφικά περιορισμένα δίκτυα, αποτελεί μια ολοκληρωμένη και διαφανή λύση που προστατεύει το δημόσιο αγαθό του νερού και στηρίζει τους καταναλωτές με φθηνότερο και σταθερό ρεύμα. Μέσα από τη ρύθμιση των οικισμών και την απλοποίηση των διαδικασιών αδειοδότησης, η κυβέρνηση εξασφαλίζει ασφάλεια δικαίου και επιταχύνει την ενεργειακή μετάβαση, δημιουργώντας παράλληλα ένα θετικό περιβάλλον για επενδύσεις και καινοτομία στον ενεργειακό τομέα.

Με βελτιωτικές αλλαγές στις οποίες προχώρησε η ηγεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ολοκληρώθηκε και σε β' ανάγνωση η επεξεργασία, από την Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής, του νομοσχεδίου που προβλέπει μερική ενσωμάτωση κοινοτικής οδηγίας που αφορά το «Πλαίσιο για την προώθηση της παραγωγής βιομεθανίου, κανόνες για την οργάνωση της αγοράς παραγωγής υδρογόνου και τα γεωγραφικά περιορισμένα δίκτυα υδρογόνου» καθώς και άλλες διατάξεις.

Το νομοσχέδιο έγινε δεκτό κατά πλειοψηφία

Υπέρ της αρχής του τάχθηκε η ΝΔ, ενώ, εκτός από το ΚΚΕ και τη ΝΙΚΗ που το καταψήφισαν, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, ΕΛ.ΛΥ, Νέα Αριστερά και Πλεύση Ελευθερίας επιφυλάχθηκαν να τοποθετηθούν κατά την συζήτηση και ψήφιση του αύριο από την Ολομέλεια.

Η τοποθέτηση Παπασταύρου

Ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Σταύρος Παπασταύρου έκανε γνωστό ότι σε λίγες ώρες θα κατατεθεί στο νομοσχέδιο και η διάταξη για τους οικισμούς η οποία όπως είπε, «δίνει λύση σε ένα υπαρκτό πρόβλημα το οποίο αφορά όλη την επικράτεια, οδηγεί σε ασφάλεια δικαίου γιατί προσδιορίζει τις συγκεκριμένες ζώνες Α Β και Β1 και επιτρέπει να προχωρήσουν τα τοπικά πολεοδομικά χωρίς να χαθεί πολύτιμος χρόνος».

«Προσπαθούμε με συνεκτικό τρόπο και σύμφωνα με την νομιμότητα και με τη νομολογία του ΣτΕ να ρυθμίσουμε ένα θέμα που απασχόλησε οριζόντια όλη την κοινωνία», σημείωσε ο κ. Παπασταύρου.

Ακόμα, ο Υπουργός Περιβάλλοντος απέρριψε κατηγορηματικά αιτιάσεις της Αντιπολίτευσης για προσπάθεια ιδιωτικοποίησης του νερού μέσα από το άρθρο 55 για τα μέτρα αντιμετώπισης της λειψυδρίας, τονίζοντας ότι για την κυβέρνηση είναι ξεκάθαρο ότι το νερό είναι δημόσιο αγαθό και καμία αρμοδιότητα δεν εκχωρείται σε κανέναν, ούτε κανένα παράθυρο αφήνεται ανοικτό για ιδιωτικοποίηση του.

«Για την κυβέρνηση δεν τίθεται θέμα δημόσιου χαρακτήρα του νερού. Η θέση της είναι αδιαπραγμάτευση, το νερό είναι δημόσιο αγαθό», πρόσθεσε.

Ο κ. Παπασταύρου, χαρακτήρισε το νομοσχέδιο «ως ένα πρώτο σημαντικό βήμα στην νέα ενεργειακή μετάβαση με στόχο την ενεργειακή αυτάρκεια και αυτονομία της χώρας, αλλά και την φθηνή τιμή ρεύματος ιδιαίτερα για τους ευάλωτους καταναλωτές».

Απαντώντας στο θέμα του επιμερισμού του κόστους των έργων υποδομών, ανέφερε ότι η κυβέρνηση το εξετάζει σοβαρά αν θα είναι μεταξύ του διαχειριστή και του παραγωγού.

Ο υφυπουργός περιβάλλοντος 

Από την πλευρά του, ο Υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Νικόλαος Τσάφος, εμφανίστηκε καθησυχαστικός στις ανησυχίες που εκφράστηκαν κατά πόσο το νομοσχέδιο θα επηρεάσει αυξητικά τις τιμές ενέργειας στην αγορά σε βάρος των καταναλωτών.

« Είμαστε πολύ προσεκτικοί σε ότι αφορά τις ενισχύσεις, ώστε να μπορέσει να βοηθήσει τους ενεργειακούς τομείς, χωρίς όμως να δώσουμε πολλά χρήματα για να επιβαρυνθεί ο καταναλωτής, για αυτό θέλαμε να φέρουμε πρώτα το νομοθετικό πλαίσιο και μετά να πάμε στο πλαίσιο», είπε και συμπλήρωσε:

«Αυτή η επένδυση η οποία κάνουμε στις ΑΠΕ αν και δεν έχει φέρει ακόμα, σε απόλυτο επίπεδο, χαμηλότερες τιμές, μας έχει φέρει σε μια μεγαλύτερη σύγκριση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, αν και η Ευρώπη στο σύνολο της και ειδικότερα η Ανατολική Ευρώπη πάσχει ακόμα από πολύ υψηλές τιμές ενέργειας. Καταφέραμε, στο βαθμό που μας επιτρέπουν οι διεθνείς συνθήκες, να κρατήσουμε την αύξηση σε χαμηλότερο επίπεδο».

Παράλληλα ο κ. Τσάφος υπεραμύνθηκε των χρωματιστών τιμολογίων, χαρακτηρίζοντας τα «μια καινοτομία που έφερε διαφάνεια στην ενεργειακή αγορά γιατί μπορείς να συγκρίνεις τις τιμές μεταξύ των παρόχων, κάτι που δεν ήταν ξεκάθαρο πριν ενώ επίσης φέρνει και τον ανταγωνισμό».

« Ο περισσότερος κόσμος πήγε στα πράσινα τιμολόγια, αλλά βλέπουμε ότι η αγορά ωριμάζει. Έχουμε φτάσει ήδη στο σημείο όπου το 1/3 των καταναλωτών έχουν, είτε μπλε, δηλαδή ένα σταθερό τιμολόγιο, είτε κίτρινο τιμολόγιο που σημαίνει ότι έχουν σκαμπανεβάσματα που ίδιοι όμως έχουν δεχθεί γιατί θέλουν να πάρουν το ρίσκο΄ 'Αρα, η ίδια αγορά, στο ένα τρίτο της έφυγε από τα πράσινα τιμολόγια. Εμείς θεωρούμε ότι είναι μια ενθαρρυντική τάση αυτή. Να βρίσκει ο καταναλωτής προϊόντα σταθερά, τα οποία είναι ως επί το πλείστον πιο ανταγωνιστικά από τα πράσινα τιμολόγια και είναι μια τάση που θέλουμε να ενθαρρύνουμε», είπε και συμπλήρωσε:

«Βέβαια και το σταθερό τιμολόγιο σε επίπεδο αγοράς συνολικής, έχει ένα ρίσκο. Διότι τώρα κάποιος δεσμεύεται να σου παρέχει ένα προϊόν σε μια σταθερή τιμή για 12 μήνες. Αυτός με κάποιο τρόπο πρέπει να σηκώσει αυτό το ρίσκο. Ούτε στην υπόλοιπη Ευρώπη και σίγουρα στην δικιά μας περιοχή, δεν υπάρχουν προϊόντα τα οποία θα επιτρέπουν σε κάποιον να προστατεύσει και να κλειδώσει την τιμή, από την πλευρά του παραγωγού ή του προμηθευτή για 12 μήνες.

'Αρα θεωρούμε ότι η αγορά κινείται στη σωστή κατεύθυνση, θέλουμε να ενθαρρύνουμε αυτή την μετακίνηση, αναγνωρίζουμε όμως και τους κινδύνους που ελοχεύουν για το ποιος θα πληρώσει την μεταβλητότητα των τιμών.

Και προφανώς θεωρούμε και το επιδιώκουμε, η κίνηση που θα αφορά τα τιμολόγια θα είναι επωφελής για τους καταναλωτές και θα μπορέσει να τους προστατεύσει από τις ανατιμήσεις που βλέπουμε κατά καιρούς».

Οι θέσεις της αντιπολίτευσης

Από την πλευρά τους, οι εισηγητές της Αντιπολίτευσης εστίασαν τις επιφυλάξεις και την κριτική τους κυρίως σε ότι αφορά το πλαίσιο των αδειοδοτήσεων κάνοντας λόγο για ασάφειες, αλλά και στα κριτήρια για την κρατική χρηματοδότηση, υποστηρίζοντας ότι ενισχύονται οι μεγαλοεπενδυτές και αποκλείονται οι μικρές ενεργειακές επιχειρήσεις και η Τοπική Αυτοδιοίκηση.

Ο γενικός εισηγητής του ΠΑΣΟΚ, Φραγκίσκος Παρασύρης, έκανε λόγο για πολυπλοκότητα του νομοσχεδίου και έλλειψη φαντασίας για την αξιοποίηση δύο νέων καυσίμων στην ενεργειακή αγορά.

Παράλληλα, άσκησε έντονη κριτική για την τιμολογιακή πολιτική της κυβέρνησης με τα πολύχρωμα τιμολόγια, υποστηρίζοντας ότι η μαζική μετάβαση στο πράσινο τιμολόγιο δημιούργησε τεράστιο ζήτημα διότι με τις διακυμάνσεις της λιανικής τιμής τα ελληνικά νοικοκυριά έφθασαν να πληρώνουν περισσότερα από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο στην ΕΕ.

Ο γενικός εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ, Μίλτος Ζαμπάρας, ανέφερε ότι «οι προτεραιότητες του νομοσχεδίου είναι στη λάθος κατεύθυνση», ενώ χαρακτήρισε «στρατηγικό σφάλμα της κυβέρνησης να επιμένει στις υφιστάμενες υποδομές των δικτύων,-που είναι σε οριακή κατάσταση, για την αξιοποίηση των δύο νέων ενεργειακών καυσίμων και να προκρίνει την ιδιωτικοποίηση με κρατική χρηματοδότηση ενισχύοντας μόνο μια χούφτα μεγάλων ενεργειακών παικτών».

Η ειδική αγορήτρια του ΚΚΕ, Διαμάντω Μανωλάκου τάχθηκε κατά του νομοσχεδίου εστιάζοντας την κριτική της στο άρθρο που αφορά «την κατάργηση του Εθνικού Συμβουλίου Δασών απελευθερώνοντας έτσι από κάθε περιορισμό και προστασία τα βουνά και τα δάση», αλλά και στη διάταξη «με τα μέτρα αντιμετώπισης της λειψυδρίας τα οποία χρησιμοποιεί η κυβέρνηση για περαιτέρω ιδιωτικοποίηση του νερού», όπως είπε.

«Το μόνο σίγουρο είναι ότι έχει αντιλαϊκό αποτύπωμα, είναι σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές κατευθύνσεις και με γνώμονα πάντα το καπιταλιστικό κέρδος των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων», είπε.

Έντονες επιφυλάξεις για την αποτελεσματικότητα του νομοσχεδίου εξέφρασε ο ειδικός αγορητής της Ελληνικής Λύσης, Κωνσταντίνος Μπούμπας, κάνοντας λόγο για «γραφειοκρατικές αγκυλώσεις, αοριστίες για το ποιος θα επιβαρυνθεί από τα κόστη για την κατασκευή των δικτύων, διευκολύνσεις συγκεκριμένων ομίλων», και πρόσθεσε ότι «εύλογα ανησυχεί το μεσαίο καταναλωτικό κοινό για τις αυξήσεις στις τιμές του ρεύματος».

Η ειδική αγορήτρια της Νέας Αριστεράς, Θεοπίστη Πέρκα, υποστήριξε ότι η κυβέρνηση προχωρά χωρίς όραμα στην ενεργειακή μετάβαση, και χωρίς την αναγκαία συνεργασία με αρμόδιους επιστημονικούς φορείς και την Τοπική Αυτοδιοίκηση.

«Είναι απλά μια μερική ενσωμάτωση ευρωπαϊκής οδηγίας και ένα πλαίσιο που παραπέμπει σε μεταγενέστερες υπουργικές αποφάσεις. Η κυβέρνηση δείχνει να μην έχει όραμα και σχέδιο που θα είναι αποτέλεσμα διαβούλευσης και με μεγάλη εμπλοκή της Αυτοδιοίκησης. Πρώτα σχεδιάζει και καθορίζει η αγορά και μετά ακολουθεί η νομοθέτηση από την κυβέρνηση», ανέφερε η κ. Πέρκα.

Κατά του νομοσχεδίου δήλωσε ο ειδικός αγορητής της ΝΙΚΗΣ, Νικόλαος Βρεττός, υποστηρίζοντας ότι « η κυβέρνηση έχει καταντήσει συνώνυμο της εξυπηρέτησης των ολίγων».

«Το πρόβλημα που δεν αντιμετωπίζει είναι η βιωσιμότητα των μικρών ενεργειακών επιχειρήσεων. Νομοθετεί δήθεν με κριτήριο το εθνικό συμφέρον ενώ στην πραγματικότητα ενισχύει ένα παράνομο φαγοπότι λίγων και κοροϊδεύει κάθε μικρό επιχειρηματία οποίος δεν έχει πρόσβαση στην χρηματοδότηση», υποστήριξε.

Έντονη κριτική άσκησε ο ειδικός αγορητής της Πλεύσης Ελευθερίας, Αλέξανδρος Καζαμίας, υποστηρίζοντας ότι «το ρυθμιστικό σχέδιο για τη νέα ενεργειακή αγορά, δεν είναι συνεκτικό, δεν υπάρχουν προβλέψεις για χαμηλές τιμές αγοράς ενέργειας για να προστατευτούν οι καταναλωτές, ενώ μιλά γενικόλογα και αόριστα περί κρατικών χρηματοδοτήσεων σε επενδυτές χωρίς να υπάρχει λογοδοσία και έλεγχος».

Από την πλευρά του, ο γενικός εισηγητής της ΝΔ, Φάνης Παπάς, χαρακτήρισε το νομοσχέδιο ως ένα σημαντικό βήμα στην ενεργειακή μετάβαση με πλήρες πλαίσιο αδειοδότησης,που διασφαλίζει ταχύτητα, διαφάνεια και νομιμότητα, με μείωση της γραφειοκρατίας και φιλικό προς τον επενδυτή και το οποίο καθορίζει το ενεργειακό μέλλον της χώρας, συμβάλλοντας αποφασιστικά στην διασφάλιση της ενεργειακής αυτάρκειας και αυτονομίας της».