Από τη Μόσχα, όπου έχουν καταφύγει μετά την πτώση του καθεστώτος το 2024, δύο από τους ισχυρότερους πρώην συνεργάτες του Μπασάρ αλ-Άσαντ – ο πρώην επικεφαλής των στρατιωτικών μυστικών υπηρεσιών Κάμαλ Χασάν και ο δισεκατομμυριούχος ξάδελφός του Ράμι Μάκλουφ – φέρονται να χρηματοδοτούν προσπάθειες συγκρότησης ένοπλων ομάδων με στόχο την πρόκληση εξεγέρσεων κατά της νέας συριακής κυβέρνησης στις παράκτιες περιοχές.

Σύμφωνα με έρευνα του Reuters, οι δύο άνδρες, που ανήκουν στη μειονότητα των Αλαουιτών και προέρχονται από τον στενό κύκλο εξουσίας της οικογένειας Άσαντ, ανταγωνίζονται και για τον έλεγχο ενός δικτύου 14 υπόγειων «κέντρων διοίκησης», γεμάτων όπλα και εξοπλισμό, τα οποία κατασκευάστηκαν λίγο πριν από την κατάρρευση του καθεστώτος.

Η έρευνα αποκαλύπτει ότι οι Χασάν και Μάκλουφ χρηματοδοτούν δεκάδες χιλιάδες υποψήφιους μαχητές με στόχο την ανάκτηση επιρροής. Παρότι ο Μπασάρ αλ-Άσαντ φαίνεται να έχει αποδεχθεί την εξορία του στη Μόσχα, άλλες ισχυρές φιγούρες – συμπεριλαμβανομένου του αδελφού του, Μαχέρ αλ-Άσαντ – αρνούνται να συμβιβαστούν με την απώλεια της εξουσίας.

Οι δύο άνδρες επιχειρούν να οργανώσουν παραστρατιωτικές ομάδες σε Συρία και Λίβανο, αποτελούμενες κυρίως από Αλαουίτες, χρηματοδοτώντας συνολικά περισσότερους από 50.000 μαχητές. Η πραγματική ισχύς τους ωστόσο είναι ασαφής: πολλοί από τους άνδρες φέρονται να λαμβάνουν χρήματα από αμφότερες τις πλευρές.

Κομβικό σημείο αντιπαράθεσης αποτελεί το δίκτυο των 14 υπόγειων καταφυγίων στις παράκτιες περιοχές, τα οποία – σύμφωνα με τρεις υψηλόβαθμες πηγές – παραμένουν λειτουργικά, αν και αποδυναμωμένα. Σε αυτά φυλάσσονται όπλα, πυρομαχικά, συστήματα επικοινωνίας και εξοπλισμός επιβίωσης.

Ο Χασάν, άλλοτε πανίσχυρος επικεφαλής στρατιωτικών πληροφοριών, περνά μεγάλο μέρος του χρόνου του επικοινωνώντας με πρώην διοικητές και περιγράφοντας σχέδια για τη δημιουργία αλαουιτικού προτεκτοράτου στις παράκτιες περιοχές. Ο Μάκλουφ, από την άλλη, εμφανίζεται ως «μεσσιανική» φιγούρα, πιστεύοντας ότι έχει θείο ρόλο στη «νέα Συρία».

Για να αντιμετωπίσει τις κινήσεις των εξόριστων, η νέα κυβέρνηση του προέδρου Άχμεντ αλ-Σαράα, πρώην τζιχαντιστή διοικητή που ανέτρεψε τον Άσαντ τον Δεκέμβριο 2024, έχει αναθέσει την αποστολή σε έναν παλιό γνώριμο της οικογένειας Άσαντ: τον Χάλεντ αλ-Άχμαντ.

Πρώην κορυφαίος παραστρατιωτικός διοικητής του Άσαντ, που αργότερα στράφηκε εναντίον του, προσπαθεί να πείσει τους Αλαουίτες ότι η ασφάλεια και το μέλλον τους ταυτίζονται με τη νέα κυβέρνηση και όχι με τους εξόριστους.

Η κατάσταση στη Συρία παραμένει εύθραυστη. Το Μάρτιο του 2025, μια ανεξάρτητη αλαουιτική ομάδα επιτέθηκε σε κυβερνητικές δυνάμεις στη Λαττάκεια, προκαλώντας αιματηρές συγκρούσεις που οδήγησαν σε αντίποινα και στον θάνατο περίπου 1.500 Αλαουιτών αμάχων. Το γεγονός αυτό θεωρείται καταλύτης για την εντατικοποίηση της δράσης των εξόριστων.

Έγγραφα του Ιανουαρίου 2025 αναφέρονται σε σχέδιο συγκρότησης παραστρατιωτικής δύναμης 6.000 ανδρών, εξοπλισμένης από τα υπόγεια κέντρα. Αν και δεν υλοποιήθηκε, οι αποθήκες παραμένουν σε κατάσταση ετοιμότητας.

Ο Μάκλουφ, μόνιμος πλέον ένοικος ιδιωτικού ορόφου σε πολυτελές ξενοδοχείο της Μόσχας, διοχετεύει κεφάλαια μέσω δικτύων σε Λίβανο, Ρωσία και ΗΑΕ. Οι διεθνείς κυρώσεις ωστόσο έχουν περιορίσει τις δυνατότητές του, με τους μαχητές να λαμβάνουν μόλις 20–30 δολάρια μηνιαίως, προκαλώντας δυσαρέσκεια.

Ο Χασάν έχει ξοδέψει περίπου 1,5 εκατ. δολάρια, χρηματοδοτώντας 12.000 άνδρες και προσλαμβάνοντας ομάδα 30 χάκερ για κυβερνοεπιθέσεις στη νέα κυβέρνηση. Το καλοκαίρι του 2025, φάκελοι της συριακής διοίκησης εμφανίστηκαν προς πώληση στο dark web.

Σημαντικό χαρτί θεωρείται ο Μαχέρ αλ-Άσαντ, πρώην διοικητής της περιβόητης 4ης Τεθωρακισμένης Μεραρχίας, ο οποίος εξακολουθεί να έχει επιρροή σε μεγάλο μέρος των 25.000 ανδρών που διοικούσε. Μέχρι στιγμής παραμένει ουδέτερος, χωρίς να στηρίζει ανοιχτά καμία πλευρά.

Παρά το ότι φιλοξενεί τους εξόριστους, η Ρωσία φαίνεται απρόθυμη να εμπλακεί στην προσπάθειά τους. Η Μόσχα, που επιδιώκει σταθερές σχέσεις με την κυβέρνηση Σαράα, έχει καταστήσει σαφές ότι προτεραιότητά της είναι η σταθερότητα και η διατήρηση των στρατιωτικών προνομίων της στη Συρία. Μετά την επίσκεψη του Σαράα στη ρωσική πρωτεύουσα, οι επαφές Ρώσων αξιωματούχων με τους εξόριστους περιορίστηκαν αισθητά.