To ζήτημα της ψήφου των αποδήμων, θα έπρεπε να έχει κλείσει οριστικά, εξασφαλίζοντας στους Έλληνες της διασποράς τα αυτονόητά τους δικαιώματα, Παρόλα αυτά, επανέρχεται στην επικαιρότητα. Η μικροκομματική του διαχείριση από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ προκαλεί προβληματισμό για την ίδια τη λειτουργία του πολιτικού μας συστήματος· υπονομεύει το θεσμικό του υπόβαθρο και αναδεικνύει τον κομματικό του χαρακτήρα.
Του Δημήτρη Αβραμόπουλου*
Πριν από είκοσι περίπου χρόνια, είχα καταθέσει πρόταση για τη συνταγματική κατοχύρωση σταθερού εκλογικού νόμου, που θα διαμόρφωνε ένα πάγιο πλαίσιο κανόνων, μακριά από μικροπολιτικές σκοπιμότητες. Όπως ήταν αναμενόμενο τα πολιτικά κόμματα, δεν ανταποκρίθηκαν. Το ίδιο συνέβη και για το αυτονόητο, δικαίωμα των Ελλήνων πολιτών ανά τον κόσμο, να συμβάλλουν, με την ψήφο τους, χωρίς περιορισμούς στον καθορισμό του μέλλοντος της πατρίδας τους.
Η πρωτοβουλία που ανέλαβε πριν από ενάμισι χρόνο η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας προσέκρουσε και πάλι στις μικροκομματικές σκοπιμότητες και τους εκλογικούς υπολογισμούς μιας ανεύθυνης αντιπολίτευσης. Το αποτέλεσμα; Η Ελλάδα να παγιδεύεται ξανά σε συζητήσεις που θεωρούνται πλέον αδιανόητες στον προηγμένο δημοκρατικό κόσμο.
Είμαστε από αιώνες ένα έθνος σε διαρκή κίνηση. Για τους λόγους που όλοι γνωρίζουμε, μεγάλος αριθμός Ελλήνων αναζητούσε κατά κύματα μια πιο αξιοπρεπή ζωή, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης. Κρατούσαν όμως πάντοτε ισχυρούς δεσμούς με τη μητροπολιτική Ελλάδα και την ιδιαίτερη πατρίδα τους.
Αυτό που έλειπε ήταν η δυνατότητα να συμβάλλουν έμπρακτα στην πρόοδο της· με την εμπειρία και τη γνώση τους, τον ανοιχτό τους ορίζοντα και το πάθος τους να δουν την Ελλάδα να προχωράει μπροστά, να εξελίσσεται.
Στην εποχή του ψηφιακού μετασχηματισμού και των χωρίς όριο δυνατοτήτων που προσφέρουν οι νέες τεχνολογίες, η επιμονή σε υποτιμητικούς περιορισμούς ως προς τη δυνατότητα ψήφου των Ελλήνων της διασποράς επιβεβαιώνει την ανασφάλεια, την εσωστρέφεια και τις ανεπάρκειες μέρους του πολιτικού μας συστήματος, που βλέπει τον Οικουμενικό Ελληνισμό περισσότερο ως πρόβλημά του και λιγότερο ως πλούτο και αξία για τη Δημοκρατία μας.
Δεν χρειάζεται να ανακαλύψει κανείς, ούτε την πυρίτιδα ούτε τον τροχό. Είναι καιρός να ακολουθήσουμε τις πρακτικές που εφαρμόζουν οι πολιτισμένες χώρες εδώ και δεκαετίες. Το νέο σχέδιο νόμου που προωθεί η Κυβέρνηση, δεν κάνει βέβαια μόνον αυτό. Υιοθετεί και τη νοοτροπία στην οποία αυτές οι πρακτικές θεμελιώνονται. Προωθεί στην πράξη αυτοί που ήταν ανέκαθεν η Ελλάδα: ένα ανοικτό έθνος.
Γιατί επιτρέπει, χωρίς αδικίες και αποκλεισμούς, την επανασύνδεση των Ελλήνων με την πατρίδα τους. Είναι λοιπόν η ώρα για ένα άλμα προς τα εμπρός. Για μια έξοδο από αντιλήψεις, που συντηρούν την κομματοκρατική νοοτροπία.
Το νέο σχέδιο νόμου που αφορά την ψήφο των εκτός Επικρατείας εκλογέων, στέλνει ένα ισχυρό μήνυμα: ότι η δυναμική της σχέσης της Ελλάδας με τον Ομογενειακό Ελληνισμό είναι προτεραιότητα.
Όσο κι αν η αξιωματική αντιπολίτευση επιχείρησε να εμπαίξει τους Έλληνες της διασποράς, όσο κι αν προσπάθησε να χειραγωγήσει τη δημόσια συζήτηση με γνώμονα πολιτικά συμφέροντα και ίδιους σχεδιασμούς, το γεγονός είναι ένα και αφορά τις ίδιες τις σταθερές του δημοκρατικού μας πολιτεύματος: οι Έλληνες της διασποράς είναι Έλληνες με δικαιώματα, που πια δεν μπορεί να τους στερήσει κανείς, και κυρίως οι αναχρονιστικές και παλαιοκομματικές πρακτικές που τιτλοφορούνται “προοδευτικές”.
*πρ. Ευρωπαίου Επιτρόπου και Υπουργού Εξωτερικών και Εθνικής Άμυνας
(Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο “Πρώτο Θέμα”)