Η Ελλάδα σήμερα δεν είναι απλώς μια ευρωπαϊκή χώρα στην καρδιά της Μεσογείου. Είναι ένας πυλώνας σταθερότητας και ασφάλειας, με ισχυρή φωνή στα διεθνή φόρα, και αποτελεί σημαντικό παράγοντα στις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο.

Ένα αποτέλεσμα που δεν ήρθε τυχαία, καθώς από το 2019 η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έχει επενδύσει σε μια ισχυρή διπλωματία και αμυντική πολιτική που δεν περιορίζονται στα λόγια, αλλά μεταφράζονται σε αποτελέσματα: με τις συμφωνίες με την Ιταλία και την Αίγυπτο, την ενίσχυση της αποτρεπτικής της ισχύος και τη θωράκισή της με το νέο εξοπλιστικό πρόγραμμα, με τον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό, με την ενίσχυση της ασφάλειας των συνόρων, την προσέλκυση διεθνών στρατηγικών επενδύσεων, τη διεύρυνση συνεργασιών με ισχυρές χώρες αλλά και την παρουσία της στο Συμβούλιο Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) ως εκλεγμένο μη μόνιμο μέλος.

Συνθήκες άκρως σημαντικές, αν ανατρέξει κανείς στην εικόνα της χώρας πριν το 2019, αλλά και στην αντίδραση που είχε τότε η Ελλάδα μπροστά σε διεθνείς κρίσεις και προκλήσεις.

Μεθοδικά και αποφασιστικά, η χώρα μας τα τελευταία έξι χρόνια κατοχυρώνει τα κυριαρχικά της δικαιώματα και αναβαθμίζει τον ρόλο της στην ευρύτερη περιοχή στη βάση του Διεθνούς Δικαίου και του Δικαίου της Θάλασσας.

Η επέκταση των 12 ναυτικών μιλίων στο Ιόνιο και οι συμφωνίες για την οριοθέτηση ΑΟΖ με την Ιταλία και την Αίγυπτο αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα μιας ενεργητικής εξωτερικής πολιτικής που προστατεύει τα εθνικά μας συμφέροντα και διευρύνει τα γεωπολιτικά μας όρια. Η οικονομική διπλωματία έχει επίσης κεντρική θέση στη στρατηγική μας.

Η εξοπλιστική ενδυνάμωση με τις φρεγάτες Belharra, τα μαχητικά αεροοσκάφη νέας γενιάς Rafale και το αντιαεροπορικό σύστημα πέντε επιπέδων «Ασπίδα του Αχιλλέα» αποδεικνύουν ότι η Ελλάδα επενδύει στην ασφάλειά της με σοβαρότητα και όραμα.

Παράλληλα, η διεύρυνση των στρατηγικών σχέσεων με τις Ηνωμένες Πολιτείες επιβεβαιώνει ότι η χώρα μας δεν περιορίζεται σε μια αμυντική συνεργασία, αλλά εξελίσσεται σε στρατηγικό εταίρο με γεωπολιτική και οικονομική σημασία. Η πρόσφατη επίσκεψη του πρωθυπουργού στην Ουάσιγκτον και η ομιλία του στη Σύνοδο του ΟΗΕ το κατέδειξαν ξεκάθαρα, με συμφωνίες που ενισχύουν την ισχύ μας στο πεδίο της τεχνολογίας, της οικονομίας, των επενδύσεων.

Την ίδια στιγμή, η Ελλάδα διευρύνει την επιρροή της και σε περιφερειακό επίπεδο. Οι ισχυροί δεσμοί με χώρες του αραβικού κόσμου, οι στρατηγικές σχέσεις με το Ισραήλ, η στενή συνεργασία με χώρες όπως η Ινδία, η προσπάθεια ενδυνάμωσης των σχέσεων με τη Λιβύη, αλλά και ο ρόλος της Ελλάδας ως αξιόπιστου συνομιλητή των εμπλεκόμενων μερών στη Μέση Ανατολή, καθιστούν τη χώρα μας σημαντικό παράγοντα σταθερότητας και ανάπτυξης.

Η παρουσία διεθνών ενεργειακών κολοσσών, όπως η Chevron και η ExxonMobil στην Ελλάδα, δείχνει ότι η χώρα μας προσελκύει σοβαρές επενδύσεις και αναβαθμίζει τον ρόλο της στο διεθνές ενεργειακό πεδίο. Έτσι, ενισχύεται η οικονομία, αλλά ταυτόχρονα εξασφαλίζονται τα κυριαρχικά μας δικαιώματα στο πεδίο, σε κρίσιμες θαλάσσιες ζώνες.

Σε όλα τα παραπάνω, προστίθεται και η διάσταση της ηθικής μας αξιοπιστίας. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν περιορίστηκε σε διακηρύξεις, αλλά ανέλαβε έμπρακτες πρωτοβουλίες στήριξης αμάχων σε περιοχές κρίσης, όπως η Γάζα και η Ουκρανία. Με αυτόν τον τρόπο, η Ελλάδα προβάλλει διεθνώς όχι μόνο την ισχύ, αλλά και τις αξίες της στη βάση του σεβασμού του Διεθνούς Δικαίου.

Συνολικά, η Ελλάδα σήμερα είναι μια χώρα πιο ισχυρή, πιο αξιόπιστη και πιο ενεργή στη διεθνή σκηνή. Μια χώρα που ασκεί τα κυριαρχικά της δικαιώματα, ενισχύει τις συμμαχίες της και αναλαμβάνει σταθεροποιητικό ρόλο στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Με συνέπεια, ρεαλισμό και στρατηγικό σχέδιο, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έχει κάνει την Ελλάδα να κοιτάζει το μέλλον με σιγουριά και αυτοπεποίθηση. Συνεχίζουμε με σχέδιο και συνέπεια, καθώς έχουμε πολλή δουλειά ακόμη μπροστά μας.