Στην οικονομική κρίση οι οικονομολόγοι ήταν πρώτο τραπέζι πίστα –που λένε– στα κανάλια, όπου κυριαρχούσαν τα spreads, το ΔΝΤ, η τρόικα που βαπτίστηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ «θεσμοί», αλλά και οι ξένοι διεθνείς οίκοι που καθόριζαν το επενδυτικό ενδιαφέρον. Τα θυμηθήκαμε αυτά διότι σήμερα οι ξένοι οίκοι αναβαθμίζουν την ελληνική οικονομία, που καθίσταται ως ένας ελκυστικός –αν όχι από τους πλέον ελκυστικούς– παράγοντας για επενδύσεις. Την απίστευτη αλλαγή επιβεβαίωσε την Παρασκευή και ο Fitch.

Και λέμε απίστευτη διότι η αλλαγή της ελληνικής οικονομίας συντελέστηκε εν μέσω πανδημίας και ενεργειακής κρίσης, μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, που γέννησε άλλες όπως, για παράδειγμα, αυτή της ακρίβειας. Ανάταξη της οικονομίας εν μέσω κρίσεων και μάλιστα χωρίς ακραίες συνθήκες στην κοινωνική συνοχή, δεν είναι μικρό πράγμα.

Έτσι έρχεται το ερώτημα, που και ο πρωθυπουργός ανέφερε στην κυριακάτικη ανάρτησή του, και το οποίο συντηρούν τα κόμματα της αντιπολίτευσης: «Τρώγεται» η επενδυτική βαθμίδα; Για να απαντήσει ο ίδιος με το απλό και λογικό επιχείρημα: «Όταν δεν την είχαμε την περασμένη δεκαετία, σίγουρα πεινάσαμε ως λαός». Ναι, η επενδυτική βαθμίδα σημαίνει πολλά και όχι μόνο για τη σταθερότητα της οικονομίας. Και δεν αφορά μόνο την… επιχειρηματική ελίτ, όπως διαλαλούν οι σύντροφοι της αντιπολίτευσης.

«Υπάρχουν όμως και άλλοι πρακτικοί λόγοι που φωτίζουν τη σημασία της πιστοληπτικής μας αναβάθμιση», σημειώνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, προσθέτοντας: «Η ταχύτερη αποπληρωμή και αποκλιμάκωση του ελληνικού δημόσιου χρέους, οδηγεί, σύμφωνα με τον Οργανισμό Δημοσίου Χρέους, σε εξοικονόμηση περίπου 800 εκατ. ευρώ». Δηλαδή εξοικονομούνται πόροι που, όπως υπογραμμίζει, «αντί να πηγαίνουν στην εξυπηρέτηση χρέους, μένουν και επιστρέφουν στις τσέπες των πολιτών με αύξηση κοινωνικών δαπανών, μείωση φόρων και αύξηση εισοδημάτων».

Μιλάμε για μέτρα όπως αυτά που θα εφαρμοστούν από τον Ιανουάριο και αφορούν 4 εκατομμύρια πολίτες, ενώ η αύξηση των επενδύσεων δημιουργεί καλύτερα αμειβόμενες θέσεις εργασίες, οδηγεί στη μείωση της ανεργίας, που ήδη κινείται στο 8% και βαίνει μειούμενη. Τελικά, ναι, η αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας σημαίνει πολλά, και δεν αφορά λίγους. Σε αυτά να προσθέσουμε την οικονομική σταθερότητα που επιτρέπει την αμυντική θωράκιση της χώρας, και μια σειρά άλλων παραμέτρων όπως η παροχή δανείων σε επιχειρήσεις και σε νοικοκυριά με ευνοϊκότερους όρους.

Και κάτι ακόμη. Πιστεύει κανείς ότι θα μπορούσε η χώρα να μετατραπεί σε ενεργειακό κόμβο και να αποτελεί πυλώνα σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή αν δεν υπήρχε μια οικονομία σταθερή και αναπτυσσόμενη; Θα μπορούσε να διαπραγματευθεί όρους και προϋποθέσεις; Αν ναι, τότε θα πρέπει να σκεφτούμε και από ποια θέση θα το έκανε αυτό.