Υπάρχουν θετικά μηνύματα για την ανάπτυξη της οικονομίας το 2023, αλλά και δυσοίωνες προβλέψεις για το ΑΕΠ, σύμφωνα τουλάχιστον με την ανάλυση που κάνει το ΙΟΒΕ.
Aνάπτυξη 6% αναμένει για το 2022 το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), έναντι πρόβλεψης της κυβέρνησης, στο πρόσφατο προσχέδιο προϋπολογισμού 2023, για 5,3%. Αντιθέτως, για το 2023 το ΙΟΒΕ είναι πιο απαισιόδοξο, με πρόβλεψη για αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,6%, έναντι 2,1% της κυβέρνησης, ενώ «βλέπει» κι ένα δυσμενές σενάριο μηδενικής αύξησης του ΑΕΠ αν κάποια από τις παραδοχές του διαψευσθεί.
Συγκεκριμένα, το σενάριο για ανάπτυξη 1,6% βασίζεται στην παραδοχή για αύξηση των επενδύσεων κατά 10,5% (έναντι 16% της κυβέρνησης). «Αν δεν “τρέξουν” με τον ρυθμό αυτό οι επενδύσεις», είπε ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ Νίκος Βέττας, παρουσιάζοντας χθες την τριμηνιαία έκθεση του ιδρύματος, «ίσως η αύξηση του ΑΕΠ είναι μηδενική». Το ίδιο ισχύει σε περίπτωση νέας έξαρσης της πανδημίας, αναζωπύρωσης του πολέμου στην Ουκρανία, διάψευσης του κεντρικού σεναρίου ανάπτυξης για την Ευρωζώνη, καθυστερήσεων στο Ταμείο Ανάκαμψης. Εν ολίγοις, οι αβεβαιότητες είναι πολλές. Πέραν του ρυθμού αύξησης των επενδύσεων, εξάλλου, ο κ. Βέττας σημείωσε ότι μακροπρόθεσμα έχει σημασία και το είδος των επενδύσεων. «Το ζήτημα της καινοτομίας και της προσέλκυσης παραγωγικών επενδύσεων και ανθρώπινου κεφαλαίου γίνεται κομβικό», σχολίασε.
Το ΙΟΒΕ προβλέπει επίσης ότι ο πληθωρισμός θα διαμορφωθεί φέτος στο 9,7% και στο 4,2% το 2023, έναντι σαφώς πιο αισιόδοξης κυβερνητικής πρόβλεψης για 8,8% και 3%, αντιστοίχως.
Ανάπτυξη 1,6% εάν αυξηθούν οι επενδύσεις κατά 10,5% και μηδενική εάν δεν «τρέξουν» με αυτόν τον ρυθμό.
Ο κ. Βέττας είπε ότι η ελληνική οικονομία κατέγραψε φέτος θετική δυναμική, ισχυρότερη από αυτήν που αρχικά αναμενόταν. Επιπλέον, αυτή συνοδεύεται από βελτίωση σε δείκτες όπως η εξωστρέφεια.
Ωστόσο, πρόσθεσε, στον αντίποδα, ανησυχητική είναι η εξέλιξη του πληθωρισμού, που κυμαίνεται σε επίπεδα υψηλότερα από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης. Επίσης ανησυχητική είναι η συστηματική διεύρυνση των εισαγωγών και γενικότερα η εξέλιξη του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Παρότι ο πληθωρισμός είναι εξωγενές πρόβλημα σε μεγάλο βαθμό, ο κ. Βέττας υποστήριξε ότι με πολιτικές για την ενίσχυση της προσφοράς αγαθών και του ανταγωνισμού μπορεί να περιοριστεί.
«Η ελληνική οικονομία παραμένει ευάλωτη μεσοπρόθεσμα», σχολίασε ο κ. Βέττας. «Το δημόσιο χρέος παραμένει υψηλό, το κόστος χρηματοδότησης αυξάνεται, το εξωτερικό ισοζύγιο επιδεινώνεται, η εξάρτηση από εισαγωγές είναι υψηλή, η εγχώρια αποταμίευση παραμένει χαμηλή, η πίεση στο δημοσιονομικό ισοζύγιο αναμένεται να αυξηθεί».