Θα ήταν ιστορικό λάθος αν η απελευθερωτική Επανάσταση του ΄21 και τα όσα ακολούθησαν μέχρι τις μέρες μας δεν συνδέονταν με την διαχρονική εξέλιξη του ελληνικού γένους από των αρχαίων χρόνων μέχρι τις μέρες μας.

του Όθωνα Καραγιάννη

Κι αυτό για τους εξής λόγους:

Πρώτον θα ακυρωνόταν η φυλετική συνέχεια για την οποία δικαίως περηφανευόμαστε και η οποία οφείλεται πρωτίστως όχι μόνο σε διαδεχόμενα το ένα το άλλο ήθη και έθιμα αλλά κυρίως λόγω της αδιάλειπτης γλωσσικής συνέχειας. (ΣΣ Ας σκεφτούμε μόνο ότι λ.χ. το όνομα Νικόλαος, λ.χ. απαντάται στον Πελοποννησιακό Πόλεμο του Θουκιδίδη). Η συνέχεια δε αυτή που μοιάζει και γονιδιακή και όχι απλώς αταβιστική μπορεί να ερμηνεύσει πολλά από τα σημερινά εθνικά λάθη, λαού και ιθυνόντων, αν θέλουμε να βλέπουμε την πραγματικότητα και όχι να ζούμε με φαντασιώσεις.

Δεύτερον αν δεν αναγνωρίσουμε λάθη θα ζούμε με ψευδαισθήσεις και τα λάθη αυτά που στην διάρκεια της ύπαρξής μας ως Ελληνισμού -και είναι χιλιάδων ετών αυτή η ύπαρξη- θα επαναληφθούν σε ένα αέναο κύκλο Θριάμβων και Καταστροφών όπως περιγράφει ο Στάθης Καλύβας στο πολύ ενδιαφέρον βιβλίο του για την πολύ σύγχρονη Ελλάδα.

Τρίτον διότι ο απόλυτα δικαιολογημένος εορτασμός της απελευθέρωσής μας από τον τουρκικό ζυγό -ζυγός που απετέλεσε μία μεγάλη οπισθοδρόμησή μας όταν οι υπολειπόμενες σε πνευματική κληρονομιά λοιπές ευρωπαϊκές χώρες προχωρούσαν- δεν πρέπει να παραβλέψει αλήθειες στην αξιολόγηση του εθνικού βίου τα χρόνια που ακολούθησαν την απελευθέρωσή μας αυτή.

Βεβαίως δεν είναι μόνο λάθη που σημειώθηκαν και τα οποία συνέβαλαν σε συγκεκριμένες εθνικές μειονεξίες. Υπήρξαν και μεγάλοι περίοδοι εθνικής εξάρσεως οι οποίες σφράγισαν την Ιστορία μας και αποτέλεσαν και παγκόσμιο πρότυπο. Ναι, παγκόσμιο πρότυπο! Επομένως επιβεβλημένη ανάγκη είναι στο εξής να μπορέσουμε να παρατείνουμε αυτές τις φωτεινές περιόδους. Προφανώς δε, δεν είναι τυχαίο ότι, όπως τα λάθη υπήρξαν το αποτέλεσμα ανωμαλιών στον τρόπο δράσης, αντιδρασης και σκέψης μιας βαθειά πολιτικοποιημένης φυλής και των εκάστοτε ηγητόρων της, από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι σήμερα, έτσι και οι εθνικές ανατάσεις υπήρξαν το αποτέλεσμα μιας εθνικής σύμπνοιας, συνοχής και αυταπάρνησης, όπου το ατομικό μικροσυμφέρον έδινε την θέση του στο συλλογικό όφελος.

Αν, αξιολογώντας την περίοδο από του 19ου αιώνος μέχρι τις μέρες μας, θέλαμε να συγκρίνουμε την  δική μας πορεία σε σύγκριση με την πορεία άλλων ευρωπαϊκών χωρών, θα μπορούσαμε ίσως να εντοπίσουμε την εξής διαφορά: Ότι η συγκρότηση των νέων κρατών μετά την κατάρρευση των Αυτοκρατοριών  είχε στη συνέχεια ένα στόχο, ταυτισμένο με την υλιστική προοπτική στην οποία ζούμε και που απέβλεπε κυρίως στην οικονομική ανάπτυξη των νέων αυτών κρατών. Και κατ΄επέκταση στην ευημερία των λαών τους. Είναι η οικονομίστικη λογική η οποία έφερε και την ευημερία η οποία ανοίγει το δρόμο για ανάπτυξη και σε άλλα επίπεδα.

Σε εμάς άλλα πρυτάνευσαν. Άλλωστε δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ενώ ασφαλώς οι αγώνες μας για την απελευθέρωση μας ήταν ηρωϊκοί και με αυτοθυσία, από την άλλη πλευρά δεν πρέπει να αρνηθούμε μία δυστοπική αλήθεια: Πρώτον ότι δεν είμασταν τότε ούτε  οιονεί κράτος, αλλά φυλή και εθνότητα. Και ως κράτος συγκροτηθήκαμε εν ημιδιαλύσει, χωρίς οικονομικούς πόρους και θα μπορούσαμε να επιβιώσουμε κυριολεκτικά με δανεικά -και όχι αγύριστα. Και βεβαίως με εσωτερικές αντιπαραθέσεις που θα μπορούσαν να ακυρώσουν την νικηφόρα έκβαση του αγώνα.

Δεύτερον ότι οι αγώνες μας αυτή ευοδώθηκαν και χάρις στην αποφασιστική παρέμβαση ξένων δυνάμεων, οι οποίες ασφαλώς και μας συμπαραστάθηκαν αλλά κι επειδή αυτές είχαν οικονομικό συμφέρον θέλοντας να πάρουν τα λεφτά τους πίσω, αφού μας είχαν δανείσει.  Μία ιστορική αναδρομή μας ενημερώνει ότι ο οικονομικός έλεγχος που είχε επιβληθεί στην Ελλάδα το 1890, έληξε το 1978.  Την εξόφληση εθνικού ομολόγου της δεκαετίας του 1930 είχε παρουσιάσει στη Βουλή ο Μητσοτάκης όταν ήταν πρωθυπουργός. Μερικά χρόνια αργότερα δε εξόφληση ομολόγου του 1897 είχε παρουσιάσει ο Θεόδωρος Πάγκαλος. Κάπως έτσι κινούμασταν επί δεκαετίες ολόκληρες.

Για οικονομικό συμφέρον δεν συμπαρίστανται άλλωστε ανενδοίαστα στον σύγχρονο ταραχοποιό στα σύνορα με την Ευρώπη;

Δεν πρέπει επίσης να παραβλέψουμε ότι οι ιδιορρυθμίες της φυλής – που συνοδεύουν βεβαίως και την πολιτική αντίληψη διαχρονικά- οδήγησαν στην ανάγκη επανεκκινήσεων σε μεταρρυθμιστικό επίπεδο, αρκετές φορές. Κάτι που δεν ίσχυσε σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Από τα τέλη περίπου του 19ου αιώνα μέχρι τις μέρες χρειάστηκαν τρεις μεταρρυθμιστικές παρεμβάσεις καίριας σημασίας για να αποκτήσουμε την δομή ευρωπαϊκού κράτους. Η πρώτη έγινε από τον  Χαρίλαο Τρικούπη. Η δεύτερη από τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Και η τρίτη από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Των δύο τελευταίων, σε δύο φάσεις.

Τώρα βιώνουμε την προσπάθεια νέων προσαρμογών, κατά τα πρότυπα άλλων προηγμένων χωρών, λόγω της  αναγκαστικής εξώθησης προς τις προσαρμογές αυτές που επιβάλλει μία πρωτοφανής υγειονομική κρίση σε παγκόσμιο επίπεδο.

Στο παρελθόν είτε για λόγους εφησυχασμού είτε για λόγους πολιτικής  μισαλλοδοξίας πολλά από τα καλά που είχαν επιτευχθεί ή ακυρώθηκαν ή τελματώθηκαν χωρίς την αναγκαία μετεξέλιξη που η κοινωνική πρόοδος επιβάλλει να γίνουν. Επομένως το κρίσιμο ζητούμενο είναι:

-Αν η ιστορική αξιολόγηση της πορείας μας ως έθνους και κράτους μπορεί να αποτελέσει, βάσει των συμπερασμάτων που καλούμαστε να βγάλουμε, δίδαγμα και εφαλτήριο για προοδευτική εξέλιξη ή για οπισθοδρόμηση και μεγέθυνση της απόστασης από τους άλλους λαούς που θα προχωρούν.

-Αν η σημερινή αναγκαστική μας προσαρμογή στα πρότυπα λειτουργίας των άλλων προηγμένων χωρών μπορεί να συντηρηθεί. Και στην πορεία μας ως κράτους να μετεξελίσσεται συνεχώς ικανοποιώντας και τις απαιτήσεις μιας κοινωνίας που, όπως όλων των άλλων κοινωνιών, οι απαιτήσεις είναι διαρκείς.