«Μήπως ο Ανδρουλάκης εξυπηρετεί συγκεκριμένα συμφέροντα που δεν θέλουν Μητσοτάκη στα ηνία της χώρας;» αναρωτιούνται ορισμένοι. Μήπως θέλει να βάλει τη χώρα σε περιπέτειες; Τα παραπάνω, προφανώς, θα απαντηθούν την επομένη των εκλογών,
όμως μέχρι τότε η φημολογία θα δίνει και θα παίρνει...

Μολονότι το ΠΑΣΟΚ δημοσκοπικά συμπιέζεται προς τα κάτω, ο Νίκος Ανδρουλάκης επιμένει (εν είδει εμμονής) να υποστηρίζει ότι προαπαιτούμενο για να εισέλθει σε κυβέρνηση συνεργασίας είναι να μην είναι πρωθυπουργός ο Κυριάκος Μητσοτάκης (ή ο Αλέξης Τσίπρας).

Σύμφωνα με τον ίδιο, πρωθυπουργός θα πρέπει να είναι ένα πρόσωπο κοινής αποδοχής (;), το ίδιο θα πρέπει δήθεν να είναι και οι υπουργοί που θα αναλάβουν τα πλέον παραγωγικά υπουργεία!

Το ερώτημα είναι γιατί ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ βάζει μια τέτοια (ακατανόητη και εμμονική) συνθήκη. Διότι –όπως λένε από τη Χαριλάου Τρικούπη–«ο πρωθυπουργός κρίθηκε και δεν τα πήγε καλά» (μολονότι η Νέα Δημοκρατία για παράδειγμα μπορεί να είναι... πρώτο κόμμα) ενώ υποστηρίζουν ότι «ισχυρά οικονομικά συμφέροντα επισείουν τον κίνδυνο
της ακυβερνησίας για να στηρίξουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη». Και συνεπώς, το ΠΑΣΟΚ δεν πρόκειται να κάνει τη... χάρη σε κανέναν!

Ωστόσο, η πραγματικότητα είναι κάπως διαφορετική: το ενδεχόμενο της ακυβερνησίας εξαιτίας της απλής αναλογικής είναι υπαρκτό, το οποίο θα κοστίσει ακριβά στην Ελλάδα και –προφανώς– σε όλες τις κυβερνήσεις συνεργασίας ο αρχηγός του πρώτου κόμματος αναλάμβανε πρωθυπουργικά καθήκοντα.

Εν ολίγοις, αρκετοί αναρωτιούνται για ποιον λόγο ο Νίκος Ανδρουλάκης επιμένει σε μια τέτοια παράλογη απαίτηση. «Μήπως ο ίδιος εξυπηρετεί συγκεκριμένα συμφέροντα που δεν θέλουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη στα ηνία της χώρας;» υποστηρίζουν ορισμένοι. Μήπως και ο ίδιος προτιμάει την ακυβερνησία και θέλει να βάλει τη χώρα σε περιπέτειες; Τα
παραπάνω, προφανώς, θα απαντηθούν την επομένη των εκλογών, όμως μέχρι τότε η φημολογία θα δίνει και θα παίρνει.

Σε κάθε περίπτωση, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ ισχυρίζεται ότι «οι όροι που θέτω δεν είναι προϊόν προσωπικής εμμονής ούτε προσχηματικοί. Εχουμε ουσιαστικές πολιτικές και αξιακές διαφορές με τον κ. Μητσοτάκη και τον κ. Τσίπρα. Ο κ. Μητσοτάκης ζητάει αυτοδυναμία για να συνεχίσει να κυβερνά ανεξέλεγκτα με την παρέα του. Ο κ. Τσίπρας παλινωδεί μεταξύ κυβέρνησης νικητών, κυβέρνησης ανοχής, με τον Βαρουφάκη, χωρίς τον
Βαρουφάκη. Αλλάζει τις θέσεις σαν τα πουκάμισα, αρκεί να επιστρέψει
στην εξουσία».

Ο Νίκος Ανδρουλάκης ουσιαστικά βρίσκεται σε μια ιδιαίτερα δύσκολη θέση, όπου πρέπει να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα. Είναι, μάλιστα, χαρακτηριστικό ότι αρκετά «πράσινα» στελέχη διαφωνούν με τη συγκεκριμένη στρατηγική, αλλά τη δεδομένη στιγμή, ελέω ενότητας, είναι πρακτικά αδύνατο να την υποστηρίξουν δημοσίως. Και σύμφωνα με
πληροφορίες όταν έρθει η στιγμή θα πάρουν ξεκάθαρη θέση.


Επιχειρήματα χωρίς βάσεις


Το γεγονός που προβληματίζει το ΠΑΣΟΚ και αποτυπώνεται και δημοσκοπικά είναι τα «πράσινα» επιχειρήματα που «εφευρίσκει» ο Νίκος Ανδρουλάκης. Πρόσφατα είπε: «Οι κ. Μητσοτάκης και Τσίπρας είναι δύο ουδέτερα πρόσωπα; Τα έχουν πάει καλά; Αν συμφωνούν ότι δεν κάνουν πίσω και θεωρούν ότι πρέπει όποιος είναι πρώτος να είναι και ο
πρωθυπουργός, ας υπογράψουν ένα προγαμιαίο συμβόλαιο και ας
συγκυβερνήσουν.

Ο πρωθυπουργός της κυβέρνησης συνεργασίας πρέπει να μπορεί να εκφράσει το πρόγραμμα και τις πολιτικές προτεραιότητες και να έχει αξιοπιστία. Δεν αναζητώ τίποτα, διότι το πρόσωπο θα είναι κοινής αποδοχής. Εάν αναζητούσα, θα είχαν δίκιο οι πολιτικοί μου αντίπαλοι».

Οταν δε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ βάζει τους όρους του προσθέτει: «Θα κάτσουμε σε ένα τραπέζι και θα συζητήσουμε, διότι δεν είναι μόνο ο πρωθυπουργός αλλά και οι υπουργοί. Για παράδειγμα, μπορεί να έχουμε τον κ. Τσίπρα να λέει για Πρέσπες του Αιγαίου, όντας αμετανόητος για τα λάθη που έχει κάνει στην προηγούμενη συμφωνία με τη Βόρεια
Μακεδονία και να βάλουμε υπουργό Εξωτερικών κάποιον που πιστεύει αυτά τα πράγματα εις βάρος των εθνικών συμφερόντων μας;

Μπορούμε να βάλουμε υπουργό Υγείας τον κ. Πλεύρη, ο οποίος έχει υπονομεύσει τον ισχυρό δημόσιο και κοινωνικό χαρακτήρα του ΕΣΥ, που ίδρυσε το ΠΑΣΟΚ; Πρέπει, αν έχουμε προγραμματικές συγκλίσεις, τα πρόσωπα
του πρωθυπουργού και των κύριων υπουργών να μπορούν να τις
εκφράζουν».

Με άλλα λόγοι, όπως πολλοί σημειώνουν, μια τέτοια κυβέρνηση έχει μικρό χρονικό ορίζοντα και εντός ολίγων μηνών η χώρα θα μπει εκ νέου σε μια μακρά προεκλογική περίοδο, η οποία θα δημιουργήσει σοβαρά θέματα κυρίως στην αξιοπιστία της.