Επιτόπιους ελέγχους για πιθανά καρτέλ στην αγορά οργάνωσης εκπαιδευτικών εκδρομών δημόσιων και ιδιωτικών σχολείων διενήργησε η Επιτροπή Ανταγωνισμού, στο πλαίσιο αυτεπάγγελτης έρευνας.
Σε ανακοίνωση της επιτροπής σημειώνεται ότι η διεξαγωγή τέτοιων ελέγχων γίνεται σε επιχειρήσεις από τις οποίες μπορεί να συλλεχθούν στοιχεία για αντι-ανταγωνιστικές πρακτικές στις ερευνώμενες αγορές και δεν προδικάζει ότι οι επιχειρήσεις έχουν εμπλακεί σε αντί-ανταγωνιστική συμπεριφορά, ούτε προδικάζει το αποτέλεσμα της έρευνας.
Η επιτροπή υπενθυμίζει ότι η νομοθεσία απαγορεύει συμπράξεις μεταξύ επιχειρήσεων (συμφωνίες, αποφάσεις ενώσεων ή εναρμονισμένες πρακτικές) που έχουν ως αντικείμενο ή αποτέλεσμα τον περιορισμό του ανταγωνισμού, απαγορεύει μονομερείς πρακτικές που συνιστούν πρόσκληση σε απαγορευμένη σύμπραξη και ανακοίνωση μελλοντικών προθέσεων τιμολόγησης προϊόντων και υπηρεσιών προς ανταγωνιστές και απαγορεύει την καταχρηστική συμπεριφοράς επιχειρήσεων με δεσπόζουσα θέση στην αγορά.
Ακόμη, υπενθυμίζει ότι στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της «θα παρεμβαίνει κατά άμεση προτεραιότητα όπου κρίνεται απαραίτητο και θα εξετάζει κάθε σχετική περίπτωση που θα υποπέσει στην αντίληψή της, με την υποβολή καταγγελίας, αίτησης επιείκειας ή ανώνυμων σχετικών πληροφοριών μέσω του ασφαλούς ψηφιακού περιβάλλοντος (whistleblowing) ή άλλως, και θα επιβάλλει αυστηρότατες διοικητικές κυρώσεις στις επιχειρήσεις που τυχόν μετέρχονται αντι-ανταγωνιστικών πρακτικών».
Τέλος, υπενθυμίζει στις επιχειρήσεις τα πλεονεκτήματα αξιοποίησης του προγράμματος επιείκειας. Διαφορετικά «η διαπίστωση συμμετοχής επιχείρησης σε συμφωνίες καρτελικής φύσεως, δηλαδή σε μυστικές συμφωνίες μεταξύ ανταγωνιστών, οι οποίες έχουν ως αντικείμενο τον καθορισμό τιμών ή ποσοτήτων, κατανομή πελατών ή μεριδίων αγοράς, ή βάσει των οποίων λαμβάνει χώρα νόθευση διαγωνισμών, μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικά πρόστιμα από την Επιτροπή Ανταγωνισμού, σε ποινικές κυρώσεις των υπεύθυνων φυσικών προσώπων και σε αποκλεισμό των εμπλεκόμενων επιχειρήσεων από δημόσιους διαγωνισμούς και συμβάσεις παραχωρήσεων για τρία έτη από την έκδοση της απόφασης».