Η ευφορία που είχε γεννήσει στη Χαριλάου Τρικούπη το αποτέλεσμα των εθνικών εκλογών και η προοπτική το ΠΑΣΟΚ σύντομα να είναι δεύτερη δύναμη πίσω από τη Νέα Δημοκρατία λόγω της κατάρρευσης του ΣΥΡΙΖΑ σήμερα μοιάζουν με πολύ μακρινή εικόνα, μολονότι καλά καλά δεν έχει κλείσει ένα έτος από τότε που στήθηκαν οι κάλπες. Και ασφαλώς, αναζητώντας κάποιος τι μεσολάβησε αυτούς τους μήνες, δεν θα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο Στέφανος Κασσελάκης κατάφερε να ανασυγκροτήσει τον ΣΥΡΙΖΑ – κάθε άλλο... 

Γράφει η Έρση Παπαδάκη 

Το πρόβλημα είναι το ίδιο το ΠΑΣΟΚ και η αδυναμία του Νίκου Ανδρουλάκη να πείσει ότι μπορεί να αποτελέσει μια αξιόπιστη εναλλακτική λύση και να επιστρέψει ως δεύτερος πόλος μαζί με τη Νέα Δημοκρατία, όπως... ονειρευόταν ο αρχηγός του πάλαι ποτέ κραταιού Κινήματος μετά τις εθνικές εκλογές του περασμένου Ιουνίου ή ακόμη και έπειτα από τις αυτοδιοικητικές εκλογές με την επικράτηση του Χάρη Δούκα στον Δήμο Αθηναίων. 

Αλλεπάλληλα λάθη 

Το πρόβλημα συνεπώς είναι ότι ο ίδιος ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν πείθει τους πολίτες και αυτό φαίνεται τόσο από τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των δημοσκοπήσεων όσο και από όσα... ψιθυρίζουν στους διαδρόμους της Χαριλάου Τρικούπη ακόμη και στελέχη του ΠΑΣΟΚ. Τα λάθη τα οποία καταλογίζουν στον πρόεδρο του κόμματος είναι αλλεπάλληλα: από την τακτική του να επενδύσει στο ζήτημα των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων έως τον (άγαρμπο) τρόπο με τον οποίο επιχείρησε να προσεγγίσει τον ΣΥΡΙΖΑ μετά τις αυτοδιοικητικές εκλογές, υποκύπτοντας στα κελεύσματα συγκεκριμένων στελεχών, αλλά και την ιδέα πως θα μπορούσε να αθροίσει εύκολα δυνάμεις η Κεντροαριστερά προκειμένου να απειλήσει την κυριαρχία της Νέας Δημοκρατίας και του Κυριάκου Μητσοτάκη στο χώρο του μεταρρυθμιστικού Κέντρου και του προοδευτικού χώρου γενικότερα. 

Αργότερα ήρθε η επαμφοτερίζουσα στάση του ΠΑΣΟΚ τόσο στο ζήτημα του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών όσο –κυρίως– στο νόμο Πιερρακάκη για τη λειτουργία μη κρατικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα. Η θέση του ΠΑΣΟΚ όχι μόνο δεν ήταν καθαρή, αλλά επιπλέον δημιούργησε σύγχυση και κυρίως απογοήτευση στους κεντρώους ψηφοφόρους, όταν είδαν τον Νίκο Ανδρουλάκη να λέει «όχι» στα ιδιωτικά πανεπιστήμια για λόγους που ούτε ο ίδιος κατάφερε εντέλει να εξηγήσει. Σχεδόν την ίδια στιγμή ξεκίνησε να υποστηρίζει ότι τα ΜΜΕ τον υπονομεύουν και ότι «παίζουν» με τη Νέα Δημοκρατία και τον ΣΥΡΙΖΑ ή ακόμη και με μικρότερα κόμματα και ότι το ΠΑΣΟΚ δεν έχει το μερίδιο προβολής που του αναλογεί. 

Αλλά και σε ό,τι αφορά τα εσωκομματικά, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ συνέχισε και συνεχίζει να πορεύεται περισσότερο ως κομματάρχης της δεκαετίας του 1980 και ως παιδί του κομματικού σωλήνα παρά ως ένα στέλεχος και δη αρχηγός νέος σε ιδέες και νοοτροπίες. Χαρακτηριστικός είναι ο τρόπος με τον οποίο ο Μανώλης Χριστοδουλάκης στιγματίστηκε ως δελφίνος, ενώ ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν χάνει ευκαιρία για να αναδεικνύει τους στενούς συνεργάτες του δημιουργώντας κατ’ ουσίαν μια προσωπική αυλή χωρίς να ανανεώνει την εικόνα του κόμματος της Χαριλάου Τρικούπη απέναντι στην κοινωνία. 

Το κρίσιμο ερώτημα 

Συνεπώς, το κρίσιμο ερώτημα είναι εάν μια κακή επίδοση του ΠΑΣΟΚ στις επικείμενες ευρωεκλογές μπορεί να δημιουργήσει εσωκομματικά ρήγματα τέτοια που να οδηγήσουν στην προσωπική αμφισβήτηση του Νίκου Ανδρουλάκη. Τούτο παραμένει αβέβαιο έως αυτήν την στιγμή, δεδομένου ότι η όποια αμφισβήτηση θα πρέπει να υποκινείται από έναν συγκεκριμένο πόλο και κάποιο πρόσωπο να βγει μπροστά – με κάτι τέτοιο να μην έχει προσώρας συμβεί στη Χαριλάου Τρικούπη. 

Δεδομένο, όμως, είναι μόνο ένα: ότι ο Νίκος Ανδρουλάκης θα κάνει τα πάντα, εφόσον χρειαστεί, για να κρατήσει την καρέκλα του και δεν πρόκειται –όπως ομολογούν και στενοί συνεργάτες του– να δεχθεί από οποιονδήποτε «σύντροφό» του να μπει θέμα ηγεσίας στο ΠΑΣΟΚ. Θεωρεί, με άλλα λόγια, δεδομένο ότι είναι αυτός που θα οδηγήσει το κόμμα της Χαριλάου Τρικούπη στις επόμενες εθνικές εκλογές, όπου ωστόσο ο δρόμος είναι ακόμη μακρύς και σίγουρα μόνο εύκολος δεν θα είναι τόσο για τον Νίκο Ανδρουλάκη όσο και για το ΠΑΣΟΚ, καθώς φαίνεται να χάνεται η μεγάλη ευκαιρία που εμφανίστηκε με το αποτέλεσμα των εθνικών εκλογών του Μαΐου και του Ιουνίου του 2023 και τους συσχετισμούς που προέκυψαν στην αντιπολίτευση έπειτα από την κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ και την αδυναμία του Στέφανου Κασσελάκη να συμμαζέψει την κατάσταση.