Tην εξάπλωση και στη χώρα μας του στελέχους «Ομικρον» του SARS-CoV-2, που προκαλεί με ραγδαίο ρυθμό επιδημίες σε όλη την Ευρώπη, περιμένουν οι υγειονομικές αρχές και οι ειδικοί επιστήμονες. Ηδη τα περισσότερα περιστατικά του νέου στελέχους που έχουν ταυτοποιηθεί αφορούν άτομα που δεν είχαν σχέση με ταξίδι στο εξωτερικό, γεγονός που αποδεικνύει ότι κυκλοφορεί ήδη στην κοινότητα, και πιθανόν μέσα στο υφιστάμενο πανδημικό κύμα που υποχωρεί να κρύβεται ένα ανερχόμενο κύμα του «Ομικρον».
Στο πλαίσιο αυτό ο ΕΟΔΥ και οι επιδημιολόγοι της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας βρίσκονται σε εγρήγορση και παρακολουθούν οποιαδήποτε αλλαγή στην επιδημιολογική εικόνα κάθε περιοχής της χώρας, η οποία θα μπορούσε να σημαίνει αύξηση της διασποράς ενός πιο μεταδοτικού στελέχους του ιού όπως είναι το «Ομικρον», προκειμένου να παρέμβουν άμεσα με αυξημένη εργαστηριακή διερεύνηση, ιχνηλάτηση και απομόνωση των κρουσμάτων. Ο μεγάλος φόβος είναι οι «κλειστές» συγκεντρώσεις και τα ρεβεγιόν των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, με τους ειδικούς και τις Αρχές σχεδόν να προεξοφλούν ότι τα αποτελέσματα των εορταστικών εκδηλώσεων θα τα δούμε αμέσως μετά τις γιορτές, με ένα νέο και οξυκόρυφο πανδημικό κύμα που θα θέσει ξανά σε δοκιμασία το ΕΣΥ.
Λίγες ημέρες πριν εκπνεύσει το πολύ δύσκολο 2021, το ερώτημα των περισσοτέρων είναι εάν θα επιβεβαιωθούν οι προ της εμφάνισης του «Ομικρον» προβλέψεις των ειδικών επιστημόνων ότι από τα μέσα του 2022 και μετά μπορεί να δούμε το τέλος της πανδημίας του SARS-CoV-2, με τον ιό να αποκτά πιο ενδημικά χαρακτηριστικά. Η παραλλαγή «Ομικρον» θόλωσε τα επιστημονικά νερά, με τους ειδικούς να περιμένουν περισσότερα δεδομένα σχετικά με τη σοβαρότητα της νόσου που προκαλεί αυτό το νέο στέλεχος και τη δυνατότητά του να διαφεύγει την ανοσία, από τη νόσηση αλλά και τον εμβολιασμό. Δεν αποκλείουν πάντως το νέο κύμα που θα εκδηλωθεί στις αρχές του νέου έτους να μη μας κάνει να παρεκκλίνουμε από την πορεία και να οδηγήσει στην αρχή του τέλους της πανδημίας όπως την ξέρουμε σήμερα και προς μια πιο ενδημική κατάσταση του ιού, που σημαίνει ότι θα έχει τακτικές τοπικές εξάρσεις και θα προσβάλλει περιορισμένο αριθμό ατόμων, όπως η γρίπη.
Οπως αναφέρει στην «Κ» ο καθηγητής Παιδιατρικής και πρόεδρος του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας Θεοκλής Ζαούτης, το καλό σενάριο που αναφέρεται από αρκετούς επιστήμονες στο εξωτερικό είναι να υπάρξει με το «Ομικρον» μια γρήγορη ανοσοποίηση του πληθυσμού έναντι του SARS-CoV-2 με ένα πιο ήπιο στέλεχος. «Δηλαδή το πολύ μεταδοτικό νέο στέλεχος να μην προκαλεί σοβαρή νόσηση, να έχουμε μια ραγδαία εξάπλωση του ιού, να μολυνθούν όλοι, στις περισσότερες περιπτώσεις με ήπια ή και χωρίς συμπτώματα, να αποκτήσουν ανοσία και σταδιακά να οδηγηθούμε στο τέλος της πανδημίας», σημειώνει ο καθηγητής.
Στην πορεία αυτή, πολλά είναι εκείνα που ακόμα δεν έχουν διευκρινιστεί. «Περιμένουμε να μάθουμε περισσότερα σχετικά με τη νοσηρότητα του “Ομικρον”. Το πρόβλημα που έχουμε σε αυτή τη φάση είναι ότι δεν έχουμε δεδομένα που να μπορούμε να συγκρίνουμε. Ολα στην επιστήμη στηρίζονται στη δυνατότητα να συγκρίνουμε όμοια πράγματα. Στη Νότιο Αφρική έχουμε έναν πληθυσμό πολύ νέο ηλικιακά, με χαμηλό ποσοστό εμβολιασμένων και που δεν πέρασε την παραλλαγή “Δέλτα”. Οπότε δεν μπορούμε να γνωρίζουμε πώς θα εξελιχθεί το “Ομικρον” σε έναν πληθυσμό με τα δικά μας χαρακτηριστικά. Περιμένουμε πιο ξεκάθαρη εικόνα από τις χώρες της Ε.Ε.», επισημαίνει ο κ. Ζαούτης. Και συνεχίζει λέγοντας ότι «οι πρώτες ενδείξεις είναι θετικές και ακόμα και αν δεν αποδειχθεί ότι προκαλεί ηπιότερη νόσο από τα προηγούμενα στελέχη, σίγουρα δεν φαίνεται να μπορεί να προκαλέσει βαρύτερη».
Κίνδυνος για το ΕΣΥ
Σύμφωνα πάντως με τον καθηγητή, η γρήγορη εξάπλωση του «Ομικρον», ακόμα και αν προκαλεί πιο ήπια νόσηση, μπορεί να οδηγήσει σε μια ταχύτατη υπερφόρτωση του συστήματος υγείας. «Εάν έχεις πολλά κρούσματα μαζί, κάποιοι θα νοσήσουν πιο σοβαρά, και εάν όλοι μαζί αναζητήσουν υπηρεσίες υγείας, θα πιεστεί απότομα το ΕΣΥ. Ετσι, το καλύτερο σενάριο θα είναι όχι μόνο να είναι πιο ήπιο το νέο στέλεχος, αλλά και να μπορούμε να ελέγξουμε τη διασπορά του», επισημαίνει ο κ. Ζαούτης και τονίζει ότι «αυτό μπορεί να γίνει με εντατική ιχνηλάτηση των κρουσμάτων και απομόνωση των ασθενών και των επαφών τους, με αυξημένο testing από τον πληθυσμό και φυσικά με τον εμβολιασμό και με την τρίτη αναμνηστική δόση».
Μέσα στις γιορτές και για την αποφυγή της ραγδαίας εξάπλωσης του ιού, οι ειδικοί μας καλούν να «θυμηθούμε» όλα όσα γνωρίζουμε για τα μέσα προστασίας και συγκεκριμένα τη σωστή χρήση μάσκας, την τήρηση των αποστάσεων, τον πολύ καλό αερισμό των κλειστών χώρων και εάν είναι δυνατόν τον περιορισμό των επαφών στη δική μας «κοινωνική φούσκα». Προτρέπουν όλους να υποβάλλονται σε ένα τεστ πριν από τη συμμετοχή τους σε εορταστική εκδήλωση, την έξοδό τους για διασκέδαση ή μια συγκέντρωση σε οικογενειακό ή φιλικό σπίτι. Προειδοποιούν ότι η συμπτωματολογία της COVID-19 έχει αλλάξει και προσομοιάζει πλέον σε αυτήν του κοινού κρυολογήματος, δηλαδή καταρροή, φτάρνισμα, πονοκέφαλος, πονόλαιμος και κόπωση. Ενα άτομο που εμφανίζει το παραμικρό σύμπτωμα οφείλει να κάνει ένα rapid ή self test και να αποφύγει να βρεθεί με άλλους. Ακόμα και αν το τεστ είναι αρνητικό, πρέπει να κάνει ένα μοριακό τεστ για να σιγουρευθεί ότι δεν έχει προσβληθεί από τον ιό. Και σε περίπτωση που βρεθεί ένα θετικό κρούσμα μέσα σε μια οικογένεια θα πρέπει να θεωρηθεί ότι πιθανόν όλη η οικογένεια έχει προσβληθεί από τον ιό.
«Μονόδρομος» ο εμβολιασμός
Επτά στους δέκα πολίτες είτε έχουν κάνει την τρίτη δόση του εμβολίου είτε έχουν κλείσει το σχετικό ραντεβού. Ειδικότερα, από τα 5.770.000 πλήρως εμβολιασμένους πολίτες που είχαν συμπληρώσει, στις αρχές της εβδομάδας, τρεις μήνες μετά τη δεύτερη δόση, περίπου το 50% είχε ήδη κάνει την τρίτη δόση και τουλάχιστον το 23% είχε προγραμματίσει το σχετικό ραντεβού. Σε καθημερινή βάση τις τελευταίες ημέρες διενεργούνται τουλάχιστον 80.000 εμβολιασμοί τρίτης δόσης ανά την επικράτεια. Η αναμνηστική – τρίτη δόση είναι ένα μοναδικό όπλο έναντι του στελέχους «Ομικρον» και επαναφέρει σε υψηλή θέση την άμυνα του οργανισμού έναντι του ιού. Οπως ανέφερε η πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών Μαρία Θεοδωρίδου, κατά την τελευταία ενημέρωση για την πορεία του εμβολιαστικού προγράμματος, πρόσφατη μελέτη έδειξε ότι η αποτελεσματικότητα των εμβολίων έξι μήνες μετά τον εμβολιασμό με δύο δόσεις είναι 35% έναντι της «Ομικρον» και 64% έναντι της «Δέλτα». Δύο εβδομάδες μετά τη χορήγηση της τρίτης δόσης η αποτελεσματικότητα ήταν 76% για το στέλεχος «Ομικρον» και πάνω από 90% για το στέλεχος «Δέλτα».
Πηγή: Καθημερινή