Τελικά το χαρακτήρα «νομοσχεδίου σκούπα» έχει το νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης που κατατέθηκε στην Βουλή και περιλαμβάνει στα 97 άρθρα του ουσιαστικές και βασικές διατάξεις που αφορούν τόσο το Ευρωπαϊκό όσο και Ελληνικό νομικό πλαίσιο.

Αν και ο τίτλος του νομοσχεδίου αφορά την επικύρωση Ευρωπαϊκών οδηγιών, ωστόσο περιέχει μεγάλο αριθμό τροποποιήσεων, αλλαγών αλλά και νέων διατάξεων στην Ελληνική έννομη τάξη.

Με το εν λόγω νομοσχέδιο ενσωματώνεται Ευρωπαϊκή οδηγία και θεσπίζεται η καταπολέμηση, μέσω του Ποινικού Δικαίου, της απάτης σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης. Δηλαδή, εξομοιώνεται η ποινική προστασία της περιουσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς την προστασία της περιουσίας του Ελληνικού Δημοσίου.

Παράλληλα, με την ενσωμάτωση άλλης Ευρωπαϊκής οδηγίας θεσπίζεται η προστασία των δικαιωμάτων των παιδιών που είναι κατηγορούμενοι ή ύποπτοι σε ποινικές δίκες, ή υπόκεινται σε διαδικασία ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, ενώ την ίδια στιγμή με επικύρωση άλλης οδηγίας τυποποιούνται ως ποινικά αδικήματα η οργάνωση ή με οποιοδήποτε τρόπο διευκόλυνση ταξιδιών με σκοπό την τρομοκρατία και λαμβάνεται ειδική πρόνοια για τα θύματα της τρομοκρατίας.

Παράλληλα, ακριβαίνει έμμεσα αλλά σαφώς η προσφυγή του πολίτη στην Δικαιοσύνη υπό το καθεστώς των ομαδικών αγωγών, καθώς επέρχεται περιορισμός των ομοδίκων (μέχρι 50) στην ακυρωτική δίκη. Με τον τρόπο αυτό περιορίζεται ο αριθμός διαδίκων που μπορούν με κοινή αίτηση ακύρωσης να προσβάλλουν την ίδια διοικητική πράξη, ενώ μέχρι τώρα δεν υπήρχε περιορισμός στις ομαδικές αγωγές.

Οι δικαστές και εισαγγελείς αλλά και το προσωπικό του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους έχουν λαμβάνει αναδρομικά με ανεξάρτητες διατάξεις του «νομοσχεδίου σκούπα», ενώ προστίθεται άρθρο στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας που προβλέπει και ρυθμίζει την επίδοση με ηλεκτρονικά μέσα.

Με άλλη διάταξη του νομοσχεδίου επιτρέπεται η γνωστοποίηση μελλοντικού γάμου (θρησκευτικού και πολιτικού) σε οποιαδήποτε τοπική εφημερίδα και όχι αποκλειστικά ημερήσια.

Αναλυτικότερα, το περιεχόμενο του νομοσχεδίου κατ΄ άρθρο προβλέπει:

Με τα άρθρα 1 έως 20 Ενσωματώνεται η Οδηγία 2016/800

Ειδικότερα, θεσπίζεται η προστασία των δικαιωμάτων των παιδιών που είναι κατηγορούμενοι ή ύποπτοι σε ποινικές δίκες, ή υπόκεινται σε διαδικασία ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης. Με τις εν λόγω ρυθμίσεις εξασφαλίζονται πρόσθετες και αυξημένες δικονομικές εγγυήσεις για τους ανηλίκους, όπως τα αναφαίρετα δικαιώματα της ενημέρωσης τόσο του ίδιου του ανηλίκου όσο του ασκούντος τη γονική μέριμνα αυτού (άρθρα 4 και 5) και της συνδρομής από δικηγόρο (άρθρο 6) ενώ το άρθρο 7 θεσπίζει την ατομική αξιολόγηση των ανηλίκων από την Υπηρεσία Επιμελητών Ανηλίκων και Κοινωνικής Αρωγής και η σύνταξη έκθεσης αναφορικά με την προσωπικότητα, το οικονομικό, κοινωνικό και οικογενειακό περιβάλλον καθώς και τη σωματική και διανοητική κατάσταση του ανηλίκου. Επιπροσθέτως με το άρθρο 8 του νομοσχεδίου εξασφαλίζεται για τον ανήλικο το δικαίωμα να ζητήσει την άμεση ιατρική εξέταση της σωματικής και πνευματικής του κατάστασης ενώ με το άρθρο 9 για την προστασία των δικαιωμάτων του ανηλίκου θεσπίζεται η οπτικοακουστική καταγραφή της εξέτασης από τις διωκτικές αρχές του ύποπτου ή κατηγορούμενου ανηλίκου .

Με τα άρθρα 21 έως 28 ενσωματώνεται η Οδηγία 2017/1371. Με την ενσωμάτωση της εν λόγω οδηγίας θεσπίζεται η καταπολέμηση, μέσω του ποινικού δικαίου, της απάτης εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης. Με τις σχετικές ρυθμίσεις εξομοιώνεται η ποινική προστασία της περιουσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς την προστασία της περιουσίας του Ελληνικού Δημοσίου. Ειδικότερα τυποποιείται ως ποινικό αδίκημα η διασυνοριακή απάτη σχετικά με τον Φ.Π.Α. (άρθρο 23) η οποία τιμωρείται με κάθειρξη τουλάχιστον 10 ετών.

Με το άρθρο 24 προβλέπονται επικουρικές διατάξεις για την ποινική προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής ένωσης με τις οποίες ποινικοποιούνται πράξεις υποβολής ανακριβών ή ελλιπών δηλώσεων ή παρασιώπησης πληροφοριών, παράνομης λήψης και παρακράτησης επιχορηγήσεων και παροχών, που έχουν ως αποτέλεσμα τη μείωση εσόδων του προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Με τα άρθρα 29 έως 40 Ενσωματώνεται η Οδηγία 2017/541

Οι διατάξεις αυτές αποσκοπούν στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας , στην αντικατάσταση της απόφασης-πλαισίου 2002/475/ΔΕΥ του Συμβουλίου αλλά και στην τροποποίηση της απόφασης 2005/671/ΔΕΥ του Συμβουλίου. Με την ενσωμάτωση της σχετικής Οδηγίας και ειδικότερα με το άρθρο 32 του νομοσχεδίου τυποποιούνται ως ποινικά αδικήματα η οργάνωση ή με οποιοδήποτε τρόπο διευκόλυνση ταξιδιών με σκοπό την τρομοκρατία. Με τα άρθρα 33 και 34 και 35 τυποποιούνται αντίστοιχα η κλοπή, η εκβίαση και η πλαστογραφία που σχετίζονται με τρομοκρατική δραστηριότητα, που τιμωρούνται με κάθειρξη ως 10 έτη και χρηματική ποινή. Θεσπίζονται, επίσης, ειδικές προβλέψεις με τα άρθρα 37 , 38 και 39 για τη διεθνή συνεργασία και την πρόσβαση, συγκέντρωση και διαβίβαση πληροφοριών σχετικά με την τρομοκρατία.

Με το άρθρο 40 του νομοσχεδίου λαμβάνεται ειδική πρόνοια για τα θύματα της τρομοκρατίας, καθώς προβλέπεται η δωρεάν παροχή κατάλληλης ιατρικής περίθαλψης σε αυτά αμέσως μετά την τρομοκρατική επίθεση και για όσο διάστημα είναι απαραίτητο.Στη προαναφερθείσα πρόνοια περιλαμβάνεται τόσο η ψυχολογική στήριξη όσο και συνδρομή κατά την άσκηση αγωγών αναφορικά με την αποζημίωση θυμάτων αδικημάτων τρομοκρατίας .

Με τα άρθρα 41 έως 47 Ενσωματώνεται η Οδηγία 2016/1919

Θεμελιώνεται ειδικότερα η δικαστική αρωγή για υπόπτους και κατηγορουμένους στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών και για καταζητούμενους σε διαδικασίες εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης. Πιο συγκεκριμένα προβλέπονται με σαφήνεια οι δικαιούχοι νομικής βοήθειας στο άρθρο 41 (πολίτες χαμηλού εισοδήματος, θύματα με ποινικές και αστικές αξιώσεις, όπως τα θύματα από τρομοκρατική δραστηριότητα κοκ), ενώ στα ακόλουθα άρθρα ορίζονται οι προϋποθέσεις διορισμού δικηγόρου ή συνηγόρου νομικής βοήθειας.

Με το άρθρο 48 συμπληρώνεται η ενσωμάτωση της οδηγίας 2014/57/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 173/12.6.2014). Ειδικότερα, επιβάλλονται κυρώσεις και στα νομικά πρόσωπα επ’ ωφελεία των οποίων διαπράχθηκαν πράξεις κατάχρησης αγοράς σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο.

Με το άρθρο 54 βελτιώνεται το νομοθετικό πλαίσιο που διέπει την Ελληνική Αρχή Αποζημίωσης θυμάτων εγκληματικών πράξεων, η οποία λειτουργεί στο υπουργείο Δικαιοσύνης, μετά από αξιολόγηση του έργου της στα δέκα χρόνια από την έναρξη λειτουργίας της. Σκοπός είναι η πρόσβαση στην Αρχή να καθίσταται πιο εύκολη για τους αιτούντες – θύματα εγκληματικών πράξεων που τελούνται από πρόθεση.

Με το άρθρο 55 τα δικαστικά έξοδα που επιδικάζονται υπέρ δικαιούχου νομικής βοήθειας θα αποδίδονται από το Δημόσιο στο ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ. και θα αποτελούν πλέον πόρο του, καθώς εκ του ιδρυτικού του νόμου το ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ. είναι το νομικό πρόσωπο που υποχρεούται να καλύψει την αποζημίωση των δικηγόρων που προσφέρουν υπηρεσίες νομικής βοήθειας.

Με το άρθρο 56 τίθεται περιορισμός των ομοδίκων (μέχρι 50) στην ακυρωτική δίκη. Με τον τρόπο αυτό περιορίζεται ο αριθμός διαδίκων που μπορούν με κοινή αίτηση ακύρωσης (και επομένως με περιορισμένα έξοδα) να προσβάλλουν την ίδια διοικητική πράξη, καθυστερώντας έτσι την υλοποίηση επενδυτικών σχεδίων. Περαιτέρω, με την εν λόγω διάταξη εναρμονίζεται ο αριθμός των ομοδίκων στις ακυρωτικές δίκες σύμφωνα με τα όσα ισχύουν για τις διοικητικές διαφορές ουσίας..

Με το άρθρο 57 ακυρωτικές διαφορές που αφορούν στην κτήση και απώλεια της ελληνικής ιθαγένειας, σε πρώτο βαθμό,υπάγονται, πλέον, στην αρμοδιότητα των κατά τόπο αρμόδιων Τριμελών Διοικητικών Εφετείων. Οι διαφορές αυτές υπάγονταν στα διοικητικά εφετεία έως τις 31.12.2019. Με την εν λόγω τροποποίηση διευκολύνονται οι διάδικοι και οι δικηγόροι να εξεύρουν την διαδικασία ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων σε ένα άρθρο και ευνοεί την αποτελεσματικότητα της δικαστικής έννομης προστασίας.

Με το άρθρο 58 καθορίζονται ζητήματα για τα τριμελή συμβούλια για τη συμμόρφωση της διοίκησης προς τις δικαστικές αποφάσεις. Με την εν λόγω διάταξη επιτυγχάνεται η δίκαιη κατανομή των υποθέσεων μεταξύ των δικαστών, χωρίς να επιβαρύνονται οι συγκεκριμένοι δικαστές που μέχρι σήμερα μετέχουν στα συμβούλια συμμόρφωσης της διοίκησης, οι οποίοι πέραν των λοιπών υποθέσεών τους επιβαρύνονται και με τις υποθέσεις που εισάγονται στα συμβούλια συμμόρφωσης. Ο δικαστής που εκδίδει την απόφαση έχει και την υποχρέωση να γνωρίζει τον τρόπο υλοποίησης της. Το ίδιο, άλλωστε, γίνεται σήμερα και στο Ελεγκτικό Συνέδριο και στο Συμβούλιο της Επικρατείας.

Με το άρθρο 59 εξορθολογίζεται η οργάνωση και λειτουργία της Γραμματείας της Γενικής Επιτροπείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων σχετικά με τις μετατάξεις.

Με το άρθρο 60 για λόγους νομοθετικής συνέπειας, όλες οι δημόσιες συμβάσεις υπάγονται πλέον στα Διοικητικά Δικαστήρια, ενόψει της διεύρυνσης της δικαιοδοσίας τους κατόπιν των νόμων 4491/2017 και 4605/2019.

Με το άρθρο 61 επιτυγχάνεται η συμμόρφωση προς την 209/2018 απόφαση του Ειδικού Δικαστηρίου του άρθρου 88 παρ. 2 του Συντάγματος (Μισθοδικείο). Με την προτεινόμενη διάταξη αναγνωρίζεται από το Δημόσιο η ως άνω απαίτηση όσων δικαστικών λειτουργών και του κύριου προσωπικού του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ήταν εν ενεργεία κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2017 μέχρι 31.12.2018. Ορίζεται δε ότι τα προκύπτοντα ποσά θα καταβληθούν εφάπαξ εντός του έτους 2021.

Με το άρθρο 62 αυξάνονται οι οργανικές θέσεις των δικαστικών λειτουργών (συνολικά 65) Από 1ης Απριλίου 2020 γίνεται αύξηση των οργανικών θέσεων των εισαγγελέων εφετών κατά είκοσι τρεις με αντίστοιχη μείωση των οργανικών θέσεων των αντεισαγγελέων εφετών, ώστε να στελεχωθούν οι εισαγγελίες κυρίως των Εφετείων Αθηνών ,Πειραιώς και Θεσσαλονίκης (οι αντεισαγγελείς εφετών θα καλύπτουν κατά βάση τις έδρες των τριμελών και μονομελών εφετείων). Η ανακατανομή των θέσεων των εισαγγελικών λειτουργών του δεύτερου βαθμού αποτέλεσε επανειλημμένο αίτημα της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος (υπ’ αρ. πρωτ. 70/6-12-2019 και 115/26-2-2020 έγγραφα της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος προς τον Υπουργό Δικαιοσύνης).

Με το άρθρο 63 για την αποσυμφόρηση της δικαστικής ύλης, θεσπίζεται η υπό όρους παύση ποινικής δίωξης για πλημμελήματα με προβλεπόμενη ποινή μέχρι 1 έτος.

Με το άρθρο 64 θεσπίζεται η υπό όρους παραγραφή και μη εκτέλεση ποινών για πλημμελήματα με φυλάκιση έως 6 μηνών. Από τις ως άνω διατάξεις, εξαιρούνται πλημμελήματα που ανεξαρτήτως της επαπειλούμενης ποινής έχουν ιδιαίτερη σημασία (όπως το άρθρο 285 ΠΚ για την παραβίαση των μέτρων που έχει διατάξει ο νόμος ή η αρμόδια αρχή για να αποτραπεί η εισβολή ή η διάδοση μιας μεταδοτικής ασθένειας (όπως ο κορωνοϊός).

Με το άρθρο 65 προς την διευκόλυνση της ομαλής περάτωσης της πτωχευτικής διαδικασίας ισχύει η ήδη προβλεπόμενη μακρότερη προθεσμία της 15ετίας, εφόσον η διαδικασία παραμένει ενεργή και αναμένονται καρποί. Με την εν λόγω διάταξη εναρμονίζεται το το ισχύον πλαίσιο με το πνεύμα σχετικής αποφάσεως του Αρείου Πάγου.

Με το άρθρο 66 καθορίζονται οι αναγκαίες χρονικές προσαρμογές και διαδικασίες, προκειμένου να λειτουργήσουν απρόσκοπτα οι διατάξεις του προηγούμενου άρθρου.

Με το άρθρο 67 προστίθεται άρθρο στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας που προβλέπει και ρυθμίζει τα σχετικά με την επίδοση με ηλεκτρονικά μέσα. Εναρμονίζεται, έτσι το θεσμικό πλαίσιο με τη στρατηγική ηλεκτρονικοποίησης της δικαιοσύνης, ενώ δυνητικά επιτυγχάνεται η μείωση του κόστους των επιδόσεων.

Με το άρθρο 68 επιδιώκεται η επαναφορά της εξαίρεσης από την υποχρέωση για την υποβολή δήλωσης πόθεν και για τις διοικήσεις νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου που πληρούν συγκεκριμένα κριτήρια, όπως η μη οικονομική τους εξάρτηση από το Δημόσιο και η μη άμεση ή έμμεση συμμετοχή του Δημοσίου σε αυτά. Με την προκείμενη ρύθμιση διασαφηνίζεται η προκληθείσα σύγχυση στη διάταξη όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 παρ. 3 του ν. 4571/2018 (με αυτή την τροποποίηση δημιουργήθηκε σύγχυση για το αν τα κριτήρια της ρύθμισης αφορούν και τα ΝΠΔΔ).

Με το άρθρο 69 επιτρέπεται η γνωστοποίηση μελλοντικού γάμου (θρησκευτικού και πολιτικού) σε οποιαδήποτε τοπική εφημερίδα και όχι αποκλειστικά ημερήσια. Έτσι, διασφαλίζεται η προϋπόθεση δημοσιότητας και εναρμονίζεται το ισχύον πλαίσιο με τις επικρατούσες συνθήκες στην κοινωνία και τον Τύπο.

Με το άρθρο 70 μειώνεται η προθεσμία που μεσολαβεί από την κοινοποίηση του διορισμού δικαστικού υπαλλήλου μέχρι την ορκωμοσία του διοριζομένου.

Με το άρθρο 71 ενοποιείται σε ένα ενιαίο νομοθετικό κείμενο το πλαίσιο για την απόσπαση δικαστικών λειτουργών στο υπουργείο Δικαιοσύνης.

Με το άρθρο 73 δύναται να παραταθεί για 6 ακόμα μήνες η απόσπαση υπαλλήλων στα Αυτοτελή Γραφεία Προστασίας Ανηλίκων Θυμάτων – «Σπίτι του Παιδιού» η θητεία των οποίων έληξε ή λήγει το επόμενο διάστημα, προκειμένου να μην διακοπεί η παροχή υπηρεσιών προς ανήλικα παιδιά που χρήζουν της συνδρομής των εν λόγω δομών.

Με το άρθρο 72 παρατείνεται η ισχύς του πίνακα επιτυχόντων του διαγωνισμού για την πρόσληψη δόκιμων Ειρηνοδικών Δ’ τάξης, προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες πρόσληψης νέων Ειρηνοδικών, σε αναπλήρωση όσων συνταξιοδοτούνται ή παραιτούνται, μέχρι το τέλος του 2021.

Με τα άρθρα 74-76 θεσπίζονται διατάξεις για την ΑΔΑΕ, οι οποίες αφορούν κυρίως οργανωτικές αλλαγές. Σκοπό των εν λόγω διατάξεων είναι η ενίσχυσης της αποτελεσματικότητας της Αρχής. Επιπλέον, ρυθμίζονται ζητήματα σχετικά με τη θητεία προϊσταμένων, η οποία θα έληγε εν μέσω πανδημίας και θα ήταν αδύνατη η ομαλή επιλογή και συνέχιση της λειτουργίας της Αρχής.

Με τα άρθρα 77-96 για την Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών, το υπουργείο Δικαιοσύνης προβαίνει στην ίδρυση νέας κατεύθυνσης Ειρηνοδικών (με τις οποίες επέρχεται αναβάθμιση του λειτουργήματος των Ειρηνοδικών), ενώ ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες για την παροχή της απαραίτητης εκπαίδευσης στους νεοεισερχόμενους υποψήφιους Ειρηνοδίκες. Παράλληλα, ρυθμίζονται οργανωτικά ζητήματα για την εύρυθμη λειτουργία της Σχολής.

Το κείμενο του νομοσχεδίου

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ

ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

Ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία των Οδηγιών (ΕΕ) 2016/800, 2017/1371, 2017/541, 2016/1919, 2014/57/ΕΕ, κύρωση του Μνημονίου Διοικητικής Συνεργασίας μεταξύ του Υπουργείου Δικαιοσύνης της Ελληνικής Δημοκρατίας και του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξεως της Κυπριακής Δημοκρατίας, τροποποιήσεις του ν. 3663/2008 (Α΄99) προς εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΕ) 2018/1727 και άλλες διατάξεις

Ι. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

Ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/800 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Μαΐου 2016 σχετικά με τις δικονομικές εγγυήσεις για τα παιδιά που είναι ύποπτοι ή κατηγορούμενοι στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών (ΕΕ L 132/21.5.2016)

Άρθρο 1

Αντικείμενο

(άρθρο 1 Οδηγίας)

Το παρόν μέρος θεσπίζει κανόνες σχετικά με ορισμένα δικαιώματα των ανηλίκων που:

α) είναι ύποπτοι ή κατηγορούμενοι στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας ή

β) υπόκεινται σε διαδικασία ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, κατ’ εφαρμογή του ν. 3251/2004 (Α΄127).

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

(άρθρο 2 Οδηγίας)

1. Το παρόν μέρος εφαρμόζεται στους ανήλικους που είναι ύποπτοι ή κατηγορούμενοι σε ποινική διαδικασία μέχρι την έκδοση αμετάκλητης απόφασης.

2. Το παρόν μέρος εφαρμόζεται στους ανήλικους που είναι καταζητούμενοι από τη στιγμή της σύλληψής τους στο κράτος μέλος εκτέλεσης, σύμφωνα με το άρθρο 15 του παρόντος.

3. Με εξαίρεση το άρθρο 5, το άρθρο 8 παρ. 3 στοιχείο β΄ και το άρθρο 14, στον βαθμό που οι εν λόγω διατάξεις αφορούν ασκούντα τη γονική μέριμνα, το παρόν μέρος, εφαρμόζεται στα πρόσωπα που αναφέρονται στις παρ. 1 και 2, εφόσον τα πρόσωπα αυτά ήταν ανήλικα όταν άρχισαν οι διαδικασίες αυτές, ακόμα κι αν συμπλήρωσαν στη συνέχεια την ηλικία των δεκαοκτώ (18) ετών, ιδιαίτερα όταν η εφαρμογή του παρόντος μέρους ή ορισμένων διατάξεων αυτού κρίνεται ενδεδειγμένη υπό το πρίσμα όλων των περιστάσεων της υπόθεσης, μεταξύ άλλων, του κατά πόσο το συγκεκριμένο πρόσωπο είναι ώριμο και ευάλωτο. Το παρόν μέρος δεν εφαρμόζεται, όταν το πρόσωπο στο οποίο αφορούν οι διατάξεις, έχει συμπληρώσει την ηλικία των είκοσι πέντε (25) ετών.

4. Το παρόν μέρος εφαρμόζεται και σε ανήλικους που δεν ήταν αρχικά ύποπτοι ή κατηγορούμενοι για την τέλεση αξιόποινης πράξης, αλλά απέκτησαν την ιδιότητα αυτή μεταγενέστερα, σε οποιοδήποτε στάδιο της ποινικής διαδικασίας, με επίσημη κοινοποίηση ή με άλλον τρόπο από τις αρμόδιες αρχές.

5. Το παρόν μέρος εφαρμόζεται σε πράξεις, για τις οποίες όταν τελούνται από ενήλικο, προβλέπεται ποινή φυλάκισης, το κατώτατο όριο της οποίας είναι τουλάχιστον έξι (6) μηνών, χωρίς να θίγονται τα δικαιώματα που παρέχονται σε κάθε ύποπτο ή κατηγορούμενο από τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.

6. Σε κάθε περίπτωση, το παρόν μέρος εφαρμόζεται πλήρως όταν ο ανήλικος έχει στερηθεί την ελευθερία του, ανεξάρτητα από το στάδιο της ποινικής διαδικασίας.

Άρθρο 3

Ορισμοί

(άρθρο 3 Οδηγίας)

Για τους σκοπούς του παρόντος μέρους, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1) «ανήλικος»: κάθε φυσικό πρόσωπο ηλικίας κάτω των δεκαοκτώ (18) ετών,

2) «ασκών τη γονική μέριμνα»: κάθε πρόσωπο που ασκεί τη γονική μέριμνα του ανηλίκου,

3) «γονική μέριμνα»: το σύνολο των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που παρέχονται σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο με δικαστική απόφαση, απευθείας από τον νόμο ή με ισχύουσα συμφωνία, όσον αφορά στο πρόσωπο ή στην περιουσία ανηλίκου, περιλαμβανομένων των δικαιωμάτων επιμέλειας, εκπροσώπησης, διοίκησης της περιουσίας και προσωπικής επικοινωνίας.

Όταν είναι αβέβαιο, βάσει εγγράφων ή ιατρικής εξέτασης ή άλλων αποδεικτικών στοιχείων, εάν το πρόσωπο είναι άνω ή κάτω των δεκαοκτώ (18) ετών, τότε τεκμαίρεται ότι είναι ανήλικο.

Άρθρο 4

Δικαίωμα ενημέρωσης

(άρθρο 4 Οδηγίας)

1. Ο ανήλικος ενημερώνεται άμεσα, προφορικώς ή γραπτώς, σχετικά με τα δικαιώματά του και σχετικά με τις γενικές πτυχές της διεξαγωγής της διαδικασίας, που προβλέπονται στο παρόν μέρος, στις διατάξεις του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, με αντίστοιχη γραπτή πιστοποίηση ότι έλαβε γνώση αυτών, με την επιφύλαξη των οριζομένων στις διατάξεις των άρθρων 95 και 96 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Η ενημέρωση περιλαμβάνει τα ακόλουθα δικαιώματα, ανά στάδιο της ποινικής διαδικασίας:

Α) Όταν ο ανήλικος πληροφορηθεί ότι είναι ύποπτος ή κατηγορούμενος, ενημερώνεται αμέσως για:

i) το δικαίωμα ενημέρωσης του ασκούντος τη γονική μέριμνα αυτού (άρθρο 5),

ii) το δικαίωμα συνδρομής δικηγόρου (άρθρο 6),

iii) το δικαίωμα προστασίας της ιδιωτικής του ζωής (άρθρο 13),

iv) το δικαίωμα συνοδείας του από τον ασκούντα τη γονική του μέριμνα ή από άλλον ενήλικο (άρθρα 5 παρ. 2 και 14 παρ. 2), σε όλα τα στάδια της ποινικής διαδικασίας,

v) το δικαίωμα χορήγησης νομικής συνδρομής (άρθρο 16),

vi) το δικαίωμα σε αποτελεσματικά μέσα ένδικης προστασίας (άρθρα 170 επ. του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας).

Β) Από την άσκηση της ποινικής δίωξης και πάντως πριν από την απαγγελία της κατηγορίας, ο ανήλικος ενημερώνεται αμέσως για:

i) το δικαίωμα ατομικής αξιολόγησης (άρθρο 7),

ii) το δικαίωμα ιατρικής εξέτασης, συμπεριλαμβανομένου και του δικαιώματος ιατρικής περίθαλψης (άρθρο 8),

iii) το δικαίωμα περιορισμού της στέρησης της ελευθερίας, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος σε περιοδική επανεξέταση της κράτησής του και τυχόν αντικατάστασής αυτής με άλλα αναμορφωτικά ή θεραπευτικά μέτρα (άρθρο 10),

iv) το δικαίωμα συνοδείας από τον ασκούντα τη γονική μέριμνα κατά την ακροαματική διαδικασία (άρθρο 14),

v) το δικαίωμα αυτοπρόσωπης παράστασης στη δίκη (άρθρο 340 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας),

Γ) Με την έκδοση της απόφασης, ο ανήλικος ενημερώνεται αμέσως για το δικαίωμα άσκησης ενδίκων μέσων ή βοηθημάτων.

Δ) Σε κάθε περίπτωση στέρησης της προσωπικής του ελευθερίας, ο ανήλικος ενημερώνεται αμέσως για το δικαίωμα ειδικής μεταχείρισης κατά τη διάρκεια της στέρησης της ελευθερίας (άρθρο 11).

2. Κατά την παροχή των ανωτέρω πληροφοριών, χρησιμοποιείται γλώσσα απλή και κατανοητή στην επικοινωνία με τον ανήλικο. Γι’ αυτό το σκοπό, λαμβάνονται υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ανηλίκου, ιδίως η ηλικία, η ωριμότητα, οι πνευματικές και διανοητικές ικανότητες, το μορφωτικό επίπεδο, η γλωσσική επάρκεια, τυχόν προβλήματα ακοής ή όρασης, καθώς και η έντονη συναισθηματική φόρτιση αυτού, τα οποία ενδεχομένως επηρεάζουν την ικανότητά του να κατανοεί ή να γίνεται κατανοητός. Διατίθεται δε, οδηγός δικαιωμάτων του παρόντος μέρους, διατυπωμένος στις πιο συχνά ομιλούμενες γλώσσες, καθώς και στη γραφή Mπράιγ (Braille).

Άρθρο 5

Δικαίωμα του ανηλίκου να ενημερωθεί ο ασκών τη γονική μέριμνα

(άρθρο 5 Οδηγίας)

1. Η ενημέρωση του ανηλίκου σύμφωνα με το άρθρο 4 παρέχεται το συντομότερο δυνατό και στον ασκούντα τη γονική μέριμνα, κατά τα αντίστοιχα χρονικά στάδια.

2. Η ενημέρωση της παρ. 1 παρέχεται σε άλλον κατάλληλο ενήλικο, που ορίζεται από τον ανήλικο, που δεν ασκεί τη γονική μέριμνα αυτού, εφόσον γίνει αποδεκτός, υπό αυτή την ιδιότητα, από την αρμόδια, ανά στάδιο της διαδικασίας, διωκτική, εισαγγελική ή δικαστική αρχή, όταν η παροχή της εν λόγω ενημέρωσης στον ασκούντα τη γονική μέριμνα: α) αντιβαίνει στο υπέρτατο συμφέρον του ανηλίκου ή β) είναι ανέφικτη, επειδή, αν και καταβλήθηκαν εύλογες προσπάθειες, είναι αδύνατη η επικοινωνία με αυτόν ή είναι άγνωστη η ταυτότητά του ή γ) μπορεί, βάσει αντικειμενικών και πραγματικών περιστατικών, να θέσει σε σοβαρό κίνδυνο την ποινική διαδικασία. Όταν ο ανήλικος δεν έχει ορίσει άλλον κατάλληλο ενήλικο ή όταν ο ενήλικος που έχει οριστεί από τον ανήλικο, δεν γίνεται αποδεκτός από την αρμόδια αρχή, η τελευταία, λαμβάνοντας υπόψη το υπέρτατο συμφέρον του ανηλίκου, ορίζει άλλο πρόσωπο και παρέχει την ενημέρωση σε αυτό. Το εν λόγω πρόσωπο μπορεί να είναι εκπρόσωπος αρχής ή φορέα, δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, που αναλαμβάνει την ευθύνη για την προστασία ή εν γένει την προάσπιση δικαιωμάτων των ανηλίκων.

3. Όταν εκλείψουν οι περιστάσεις που οδήγησαν στην εφαρμογή των περ.α’, β’ ή γ’ της παρ. 2, κάθε πληροφορία που λαμβάνει ο ανήλικος σύμφωνα με το άρθρο 4, η οποία εξακολουθεί να διατηρεί τη σημασία της στο πλαίσιο της διαδικασίας, παρέχεται στον ασκούντα τη γονική μέριμνα του ανηλίκου.

Άρθρο 6

Συνδρομή από δικηγόρο

(άρθρο 6 Οδηγίας)

1. Οι ανήλικοι που είναι ύποπτοι ή κατηγορούμενοι για την τέλεση αξιόποινης πράξης, έχουν το δικαίωμα πρόσβασης σε δικηγόρο, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και του ν. 4478/2017 (Α΄ 91). Καμία διάταξη του παρόντος μέρους και ειδικότερα του παρόντος άρθρου δεν θίγει το δικαίωμα αυτό.

2. Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι ανήλικοι ασκούν αποτελεσματικά τα δικαιώματα υπεράσπισής τους, δικαιούνται να λαμβάνουν τη συνδρομή δικηγόρου, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, μόλις ενημερωθούν από τις αρμόδιες αρχές, με επίσημη κοινοποίηση ή με άλλον τρόπο, σε οποιοδήποτε στάδιο της ποινικής διαδικασίας, ότι απέκτησαν την ιδιότητα του ύποπτου ή κατηγορουμένου για την τέλεση αξιόποινης πράξης. Σε κάθε περίπτωση, οι ανήλικοι δικαιούνται να λαμβάνουν τη συνδρομή δικηγόρου σε όποιο από τα ακόλουθα γεγονότα επισυμβεί νωρίτερα:

α) προτού εξεταστούν από τις διωκτικές, εισαγγελικές ή δικαστικές αρχές,

β) κατά τη διενέργεια ανακριτικής πράξης ή άλλης πράξης συλλογής αποδεικτικών στοιχείων από ανακριτική ή άλλη αρμόδια αρχή, σύμφωνα με την περ. γ’της παρ. 3,

γ) χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση αμέσως μετά τη σύλληψή τους,

δ) όταν έχουν κλητευθεί ενώπιον ποινικού δικαστηρίου, εγκαίρως πριν παραστούν ενώπιον του εν λόγω δικαστηρίου.

3. Η συνδρομή από δικηγόρο περιλαμβάνει τα εξής:

α) δικαίωμα κατ’ ιδίαν συνάντησης και εν γένει επικοινωνίας του ανηλίκου με τον δικηγόρο που τον εκπροσωπεί, πριν από την εξέτασή του από τις διωκτικές, εισαγγελικές ή δικαστικές αρχές,

β) την παράσταση του δικηγόρου κατά τη διάρκεια της εξέτασης του ανηλίκου από τις υπό στ. (α) αρχές, η οποία πιστοποιείται με σχετική αναφορά της παράστασής του στη συνταχθείσα έκθεση εξέτασης, καθώς και την ουσιαστική συμμετοχή αυτού κατά τη διάρκεια της εξέτασης,

γ) την παράσταση του δικηγόρου, τουλάχιστον, κατά τις ακόλουθες ανακριτικές πράξεις ή πράξεις συλλογής αποδεικτικών στοιχείων, εφόσον ο ύποπτος ή κατηγορούμενος ανήλικος υποχρεούται ή δικαιούται να παραστεί στη συγκεκριμένη πράξη:

i) προσέλευση προσώπων για αναγνώριση,

ii) κατ’ αντιπαράσταση εξετάσεις,

iii) αναπαραστάσεις του εγκλήματος.

4. Η επικοινωνία του ανηλίκου και του δικηγόρου του είναι απόρρητη και πραγματοποιείται με συναντήσεις, αλληλογραφία, τηλεφωνικές συνομιλίες, μέσα κοινωνικής δικτύωσης και οποιοδήποτε άλλο νόμιμο τρόπο.

5. Η συνδρομή δικηγόρου είναι υποχρεωτική στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α) όταν ο ανήλικος προσάγεται ενώπιον εισαγγελικής ή δικαστικής αρχής, προκειμένου να ληφθεί απόφαση σχετικά με τη στέρηση ή μη της ελευθερίας του, σε οποιοδήποτε στάδιο της ποινικής διαδικασίας και εντός του πεδίου εφαρμογής του παρόντος μέρους και

β) κατά τη διάρκεια της κράτησής του.

6. Ο ανακριτής έχει την υποχρέωση να διορίσει αυτεπαγγέλτως συνήγορο, στην περίπτωση που ο ανήλικος ή ο ασκών τη γονική μέριμνα αυτού δεν έχει διορίσει δικηγόρο επιλογής του.

7. Όταν ο ανήλικος δικαιούται τη συνδρομή δικηγόρου, σύμφωνα με το παρόν άρθρο, αλλά δεν παρίσταται δικηγόρος, οι αρμόδιες διωκτικές, εισαγγελικές ή δικαστικές αρχές αναβάλλουν την εξέταση του ανηλίκου ή τη διενέργεια άλλης ανακριτικής πράξης ή πράξης συλλογής αποδεικτικών στοιχείων που προβλέπεται στην περ. γ’ της παρ. 3, για εύλογο χρονικό διάστημα, είτε προκειμένου να αναμείνουν την άφιξη δικηγόρου, είτε προκειμένου να εξασφαλίσουν δικηγόρο για τον ανήλικο, όταν αυτός δεν έχει διορίσει δικηγόρο επιλογής του.

8. Σε εξαιρετικές περιστάσεις και μόνο κατά την προδικασία, είναι δυνατή η παρέκκλιση προσωρινά από την εφαρμογή των προβλεπόμενων στην παρ. 2 δικαιωμάτων, στον βαθμό που ειδικές περιστάσεις της υπόθεσης το δικαιολογούν, για έναν από τους ακόλουθους επιτακτικούς λόγους:

α) όταν υπάρχει επείγουσα ανάγκη να αποτραπούν σοβαρές δυσμενείς συνέπειες για τη ζωή, την ελευθερία ή τη σωματική ακεραιότητα προσώπου,

β) όταν είναι επιτακτική η ανάληψη άμεσης δράσης από τις ανακριτικές αρχές προς αποτροπή σημαντικού κινδύνου για την ποινική διαδικασία σε σχέση με σοβαρό ποινικό αδίκημα, με πρωταρχικό κριτήριο πάντοτε το υπέρτατο συμφέρον του ανηλίκου.

Για την παρέκκλιση της παρούσας παραγράφου, όταν αυτή ενεργείται από προανακριτικό υπάλληλο, που δεν είναι δικαστικός λειτουργός, απαιτείται η προηγούμενη έγκριση του αρμόδιου Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών.

Άρθρο 7

Δικαίωμα σε ατομική αξιολόγηση

(άρθρο 7 Οδηγίας)

1. Ανήλικος που είναι ύποπτος ή κατηγορούμενος για την τέλεση αξιόποινης πράξης, αξιολογείται ατομικά αμελλητί από την Υπηρεσία Επιμελητών Ανηλίκων και Κοινωνικής Αρωγής, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 7, 8 και 14 του π.δ. 49/1979 (Α΄ 11), μετά από γραπτή παραγγελία του αρμόδιου ανά στάδιο της ποινικής διαδικασίας, εισαγγελικού ή δικαστικού λειτουργού. Η ατομική αξιολόγηση συνίσταται στη συγκέντρωση πληροφοριών, οι οποίες αποτελούν το περιεχόμενο σχετικής έκθεσης κοινωνικής έρευνας, αναφορικά με την προσωπικότητα, το οικονομικό, κοινωνικό και οικογενειακό περιβάλλον, καθώς και την ψυχική, σωματική και διανοητική κατάσταση του ανηλίκου. Η έκταση και οι λεπτομέρειες του περιεχομένου της σχετικής έκθεσης μπορούν να διαφέρουν ανάλογα με τις περιστάσεις της υπόθεσης, τα μέτρα που ενδέχεται να ληφθούν, εάν το δικαστήριο κρίνει ότι ο ανήλικος τέλεσε την πράξη για την οποία κατηγορείται και εάν ο ανήλικος έχει υποβληθεί πρόσφατα σε ατομική αξιολόγηση. Η ατομική αξιολόγηση επικαιροποιείται, καθ’ όλη τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας, σε περίπτωση που ουσιωδώς μεταβάλλονται οι περιστάσεις που αποτέλεσαν τη βάση της και χρησιμεύει στις αρμόδιες αρχές, όταν πρόκειται να αποφασίσουν για την αναγκαιότητα λήψης ή μη ενός μέτρου που ωφελεί τον ανήλικο, για τη λήψη του καταλληλότερου μέτρου προς το συμφέρον του ανηλίκου και την αποτελεσματικότητα ενδεχόμενων ασφαλιστικών μέτρων όσον αφορά τον ανήλικο, καθώς και για τη λήψη απόφασης ή ανάληψη δράσης στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας – μεταξύ άλλων- κατά την επιμέτρηση της ποινής. Σε περίπτωση που κριθεί αναγκαίο να ληφθεί ένα μέτρο, χωρίς προηγουμένως να έχει διενεργηθεί η ατομική αξιολόγηση, η προσφορότητα του ληφθέντος μέτρου επανεξετάζεται, μόλις αυτή διενεργηθεί. Ατομική αξιολόγηση που έχει διεξαχθεί για τον ίδιο ανήλικο στο πρόσφατο παρελθόν για άλλη υπόθεση, μπορεί να χρησιμοποιηθεί, εφόσον επικαιροποιηθεί. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η υποχρέωση σύνταξης της έκθεσης κοινωνικής έρευνας δύναται να παραλειφθεί, εφόσον τούτο δικαιολογείται από τις περιστάσεις της υπόθεσης και εξυπηρετεί το υπέρτατο συμφέρον του ανηλίκου και υπό την προϋπόθεση ότι η ατομική αξιολόγηση είναι διαθέσιμη σε κάθε περίπτωση κατά την έναρξη των ακροαματικών διαδικασιών ενώπιον δικαστηρίου.

2. Εάν η αρμόδια Υπηρεσία Επιμελητών Ανηλίκων και Κοινωνικής Αρωγής εκδώσει γνωμάτευση ότι απαιτείται εξειδικευμένη αξιολόγηση για την εκτίμηση της ψυχικής υγείας του ανηλίκου ή για τη διάγνωση διαταραχών εθισμού, καθώς και σε περίπτωση που η υπηρεσία αυτή δεν λειτουργεί, ο αρμόδιος Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών επικουρείται από Επιστημονική Ομάδα Εκτίμησης Ανηλίκων Δραστών, η οποία αποτελείται από:

(α) έναν παιδοψυχίατρο ή έναν ψυχίατρο με εμπειρία σε θέματα παιδιών, εφήβων και νέων,

(β) έναν ψυχολόγο με εμπειρία σε θέματα παιδιών, εφήβων και νέων,

(γ) έναν κοινωνικό λειτουργό με εμπειρία σε θέματα παιδιών, εφήβων και νέων ή έναν επιμελητή ανηλίκων ή επιμελητή κοινωνικής αρωγής,

με τους νόμιμους αναπληρωτές τους.

Εάν υπάρχει μεγάλος φόρτος υποθέσεων, ορίζεται και δεύτερη Επιστημονική Ομάδα Εκτίμησης Ανηλίκων με τους αναπληρωτές της.

3. Τα μέλη της Επιστημονικής Ομάδας Εκτίμησης Ανηλίκων Δραστών συμπεριλαμβάνονται στους καταρτιζόμενους στην έδρα κάθε Εισαγγελίας Εφετών πίνακες πραγματογνωμόνων, σε ειδικό κεφάλαιο.