Μόνο τη διετία 2017-18 η ΑΔΑΕ κατέγραψε δεκάδες χιλιάδες παρακολουθήσεις με εντολή ενός και μόνο εισαγγελέα, ενώ μακρύς είναι ο κατάλογος με «ενοχλητικούς» πολιτικούς και «μη αρεστούς» δημοσιογράφους που… φακελώθηκαν.
Γράφει ο Κώστας Δημητράκος
Οσο και αν η αξιωματική αντιπολίτευση βλέπει με τα δικά της γυαλιά το δήθεν «ελληνικό Watergate» πίσω από την υπόθεση της νόμιμης άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών του κινητού του Νίκου Ανδρουλάκη, οι υποκλοπές επί των δικών της ημερών στη διακυβέρνηση δεν έλλειψαν ούτε και απέκτησαν «δημοκρατικό» πρόσημο.
Απεναντίας, σύμφωνα με απόρρητα έγγραφα των ελεγκτικών αρχών, κατά την περίοδο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ παρατηρήθηκαν σημαντικές παρατυπίες της ΕΥΠ αλλά και από ορισμένες υπηρεσίες της ΕΛ.ΑΣ. αναφορικά με υποκλοπές στις επικοινωνίες πολιτών. Οι περισσότερες εξ αυτών αφορούσαν πλημμελείς ελέγχους διασφάλισης της νομιμότητας της παρακολούθησης με το πρόσχημα τεχνικών ή ακόμα και οικονομικών προσκομμάτων.
Μόνο το 2017 η ΑΔΑΕ κατέγραψε 7.182 εισαγγελικές διατάξεις που προέβλεπαν την άρση του απορρήτου μόνο με διάταξη ενός και μόνο εισαγγελέα και όχι του εισαγγελέα Εφετών, όπως προβλεπόταν τότε. Τα επιχειρήματα ήταν ότι οι προς παρακολούθηση στόχοι εμπλέκονταν σε υποθέσεις τρομοκρατίας, κατασκοπείας αλλά και σε υποθέσεις στις οποίες οι Αρχές είχαν ιδιαίτερους λόγους να επιδιώκουν την όσο το δυνατόν ταχύτερη εξιχνίασή τους.
Κατάργηση
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι το 2018, έναν χρόνο μετά τη διόγκωση του αριθμού των άρσεων, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ κατήργησε την προϋπόθεση της τελικής έγκρισης κάθε σχετικού αιτήματος από εισαγγελέα Εφετών και όχι από έναν και μόνο εισαγγελικό λειτουργό που εποπτεύει τις διαδικασίες στην ΕΥΠ. Αυτό, ακριβώς, επανέφερε τώρα η σημερινή κυβέρνηση.
Οι πληροφορίες και οι αναφορές που αφορούν τις παρακολουθήσεις κατά την περίοδο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ συμπεριλαμβάνουν τον σημερινό πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, άλλα πολιτικά κόμματα όπως το ΚΚΕ, πρώην στελέχη ή υπουργούς του ίδιου του τότε κυβερνώντος κόμματος όπως ο Παναγιώτης Λαφαζάνης, δημοσιογράφους και εκδότες όπως οι Γιάννης Κουρτάκης και Παναγιώτης Τζένος ενώ μία από τις πιο εκτεταμένες επιχειρήσεις νόμιμης παρακολούθησης αφορούσε ένα μεγάλο παρακλάδι του οργανωμένου εγκλήματος και του υποκόσμου, το οποίο είχε και ορισμένες κυβερνητικές απολήξεις καθώς είχε εμπλακεί και το όνομα της συζύγου ενός μέλους του τότε υπουργικού συμβουλίου.
Την Πέμπτη 11 Αυγούστου και ενώ η υπόθεση της επισύνδεσης του κινητού του Νίκου Ανδρουλάκη κυριαρχεί στην επικαιρότητα παράλληλα με τις πρωτοβουλίες της κυβέρνησης για τη θεσμική της διαλεύκανση, ο δημοσιογράφος Τάσος Τέλλογλου κατέθεσε στον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ισίδωρο Ντογιάκο.
Μεταξύ άλλων που αφορούσαν την παρακολούθηση κινητών τηλεφώνων από την ΕΥΠ, αναφέρθηκε και στην πρόσφατη ανάρτησή του στο twitter σχετικά με την παρακολούθηση του τηλεφώνου του Κυριάκου Μητσοτάκη αλλά και του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας. «Δεν κατήγγειλα ότι παρακολουθούνταν», είπε, αλλά «ότι υπήρχαν ενδείξεις ότι τα τηλέφωνά τους δεν ήταν ασφαλή, όπως ενδείξεις υπήρχαν και από το ΚΚΕ το 2017». Σε άλλο σημείο, προσέθεσε: «Υπήρχαν καταγγελίες για την ασφάλεια των τηλεπικοινωνιών το 2017 και το 2018 που δεν αφορούν μόνο τον κύριο Μητσοτάκη. Για αυτές τις καταγγελίες δεν υπάρχει κάποιο αποτέλεσμα και δεν μπορεί να υπάρξει κάποιο αποτέλεσμα από τη στιγμή που υπάρχει ο νόμος του 2021. Ο νόμος του 2021 έχει αναδρομική ισχύ, ισχύει δηλαδή και για τις επισυνδέσεις που έχουν γίνει πριν από τον νόμο, άρα η συζήτηση είναι αδιέξοδη αν δεν αλλάξει αυτός ο νόμος».
Σχετικά με το ΚΚΕ σημειώνουμε ότι το ίδιο έχει καταγγείλει ήδη από τον Δεκέμβριο του 2016 πως «επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ γίνονταν συστηματικές παρακολουθήσεις μέσω συνακροάσεων στο τηλεφωνικό κέντρο της έδρας του στον Περισσό, και μάλιστα από 13 διαφορετικές χώρες, με χρήση υψηλής τεχνολογίας».
Οι παρακολουθήσεις, όμως, επί ΣΥΡΙΖΑ δεν αφορούσαν ανθρώπους, κόμματα ή φορείς έξω από το ίδιο το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης αλλά και «εσωτερικούς στόχους». Ο ίδιος ο Παναγιώτης Λαφαζάνης έχει καταγγείλει ότι είχε πέσει θύμα παρακολούθησης ενώ ήταν υπουργός Ενέργειας της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. «Εγώ σας ενημερώνω υπεύθυνα ότι, ως υπουργός Ενέργειας στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και λόγω των διαπραγματεύσεων που κατέληξαν σε συμφωνία µε τη Ρωσία για τη διέλευση ενός μεγάλου αγωγού από τη χώρα µας, παρακολουθούμουν εκείνη την περίοδο τουλάχιστον από τέσσερις υπηρεσίες, ελληνικές και ξένες», ανέφερε ο πρώην υπουργός ενώ είχε ήδη αναφερθεί στην ΕΥΠ στην αρχή της συνέντευξής του εδώ στα τέλη του περασμένου Ιουλίου.
Τον Ιούνιο του 2020 έγινε γνωστό ότι ο πρώην πρωθυπουργός, ήδη από το 2016, ήταν ενήμερος για τα αποτελέσματα μίας από τις μεγαλύτερες και σημαντικότερες επιχειρήσεις των ελληνικών Αρχών κατά του οργανωμένου εγκλήματος, κατά τη διάρκεια της οποίας είχαν γίνει πολλές νόμιμες επισυνδέσεις. Τα περιεχόμενα εκείνων των παρακολουθήσεων κατέδειξαν ότι σημαίνον πρόσωπο –αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ. που κατηγορήθηκε για συμμετοχή σε παράνομα κυκλώματα ενώ αργότερα δολοφονήθηκε από μέλη ομάδων του οργανωμένου εγκλήματος– είχε επικοινωνίες με τη σύζυγο κυβερνητικού στελέχους με την οποία συζητούσε καίρια ζητήματα παρεμβάσεων στους τομείς της δημόσιας τάξης, της Ασφάλειας καθώς και της ΕΥΠ. Η υπόθεση είχε έρθει στο φως μετά τις αποκαλύψεις της εφημερίδας «Παραπολιτικά» καθώς, σύμφωνα με το πόρισμα, η σύζυγος του τότε κυβερνητικού στελέχους εφέρετο να είχε «παραγγείλει» στην αστυνομία την παρακολούθηση και τις συλλήψεις των Γ. Κουρτάκη και Π. Τζένου.
Συνακροάσεις
Σύμφωνα με τις τότε αποκαλύψεις (σελ. 38 του σχετικού πορίσματος) αμέσως μετά την ενημέρωση του τότε πρωθυπουργού αλλά και του προέδρου της Βουλής για την υπόθεση, οι συνακροάσεις κατέγραψαν τη διαρροή των ευαίσθητων στοιχείων της σε πρόσωπα που αποτελούσαν «στόχους» των ερευνών με αποτέλεσμα αυτά να αλλάξουν τακτική, τουλάχιστον όσον αφορούσε τους μεταξύ τους τρόπους επικοινωνίας.
Σε πολιτικό επίπεδο, τότε, η Νέα Δημοκρατία στηλίτευε με ανακοίνωσή της το γεγονός ότι ενώ ο κ. Τσίπρας ήταν ενήμερος (λόγω αυτών των παρακολουθήσεων) της ύπαρξης και της λειτουργίας του παρακρατικού κυκλώματος σε συνεργασία με το οργανωμένο έγκλημα, είχε αδρανήσει και δεν είχε αναλάβει συγκεκριμένες πρωτοβουλίες.
Κλείνοντας, να σημειώσουμε ότι, σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, ο κατάλογος με «ενοχλητικούς» πολιτικούς και «μη αρεστούς» δημοσιογράφους, που έπεσαν «θύματα νόμιμων επισυνδέσεων» επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, είναι μακρύς.