Το πρώτο βήμα για τον μερικό επαναπλημμυρισμό και την αξιοποίηση της αποξηρανθείσας λίμνης Μουριάς, που βρίσκεται ανάμεσα στον Πύργο και το Κατάκολο,
έγινε με την απόφαση της οικονομικής επιτροπής της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας να υπογραφεί προγραμματική σύμβαση, συνολικού προϋπολογισμού 37.200 ευρώ, μεταξύ της Περιφέρειας, του Περιφερειακού Ταμείου Ανάπτυξης και του Δήμου Πύργου.
Ειδικότερα, στόχος της προγραμματικής σύμβασης είναι η αποκατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος στην περιοχή της αποξηρανθείσας λίμνης Μουριάς,
η διασφάλιση της βιωσιμότητας και βιοποικιλότητας του τοπικού οικοσυστήματος και η αναβάθμιση της ευρύτερης περιοχής.
Μάλιστα, όπως τονίζεται στην απόφαση της οικονομικής επιτροπής,
«με την υλοποίηση της προγραμματικής σύμβασης εκτιμάται ότι θα αναπτυχθούν πολύτιμες συνέργειες, πολλαπλασιαστικά οφέλη και οικονομίες κλίμακας στο κρίσιμο πεδίο της βιώσιμης περιφερειακής και τοπικής ανάπτυξης,
γεγονός που θα συμβάλλει στην αναβάθμιση της ποιότητας ζωής των πολιτών της ευρύτερης περιοχής του δήμου Πύργου».
Όπως ανέφερε, μιλώντας στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο αντιπεριφερειάρχης Ηλείας, Βασίλης Γιαννόπουλος,
«ο επαναπλημμυρισμός και η αξιοποίηση της αποξηρανθείσας λίμνης Μουριάς αποτελεί ένα διαχρονικό αίτημα φορέων της περιοχής, αλλά και της τοπικής κοινωνίας».
Σχετικά με τις διαδικασίες που θα ακολουθήσουν, ο αντιπεριφερειάχης λέει ότι «η μελέτη, η οποία θα εκπονηθεί, θα αποτελέσει στην ουσία έναν “οδικό χάρτη” ανάπτυξης της συγκεκριμένης περιοχής».
Στην συνέχεια, συμπλήρωσε, «θα προχωρήσουμε στα περιβαλλοντικά, αλλά και τεχνικά ζητήματα, όπως η επαναχάραξη και ο επανασχεδιασμός του αρδευτικού και του αποστραγγιστικού δικτύου».
Ένα ακόμα σημαντικό ζήτημα, σύμφωνα με τον κ. Γιαννόπουλο, «είναι το ιδιοκτησιακό καθεστώς της περιοχής, καθώς κάποιες εκτάσεις ανήκουν στην παλιά νομαρχιακή αυτοδιοίκηση
και στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, το οποίο τις είχε παραχωρήσει στην νομαρχιακή αυτοδιοίκηση για κοινόχρηστους σκοπούς, προς όφελος της τοπικής κοινωνίας».
Η αποξήρανση της λίμνης Μουριάς ολοκληρώθηκε την δεκαετία του 1960, με σκοπό να καλύψει τις ανάγκες της τοπικής κοινωνίας, ενώ η συνολική έκτασή της ανέρχεται σε περίπου 6.800.000 τ.μ.