Βασικό μέλημα της κυβέρνησης είναι να κάνει καλύτερη την καθημερινότητα των Ελλήνων πολιτών, τονίζει προς το «Μανιφέστο» ο υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Χάρης Θεοχάρης, τονίζοντας παράλληλα ότι τα όποια βήματα θα γίνονται με προσοχή και σύνεση. Σε ό,τι αφορά το νέο 15ετές ομόλογο εκτιμά ότι λειτουργεί σαν νεύμα ενθάρρυνσης από τις αγορές, ενώ εκφράζει τη βεβαιότητα ότι «θα κερδίσουμε την αναβάθμιση από τους οίκους αξιολόγησης». Τέλος, επαναλαμβάνει ότι η πάταξη της φοροδιαφυγής παραμένει μια από τις βασικές προτεραιότητες.
Κύριε υπουργέ, η επιτυχής έξοδος στις αγορές με το 15ετές ομόλογο σηματοδοτεί ένα νέο ξεκίνημα για την ελληνική οικονομία;
Σαφώς· αν και, για να είμαστε απολύτως ακριβείς, στην ουσία το νέο ξεκίνημα για την ελληνική οικονομία έχει γίνει με όσα έχει ήδη πετύχει η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας από την προηγούμενη τετραετία. Συνεπώς, το έντονο ενδιαφέρον για το καινούργιο 15ετές ομόλογο, σε συμβολικό επίπεδο, λειτουργεί σαν επιπλέον ώθηση, σαν νεύμα ενθάρρυνσης από τις αγορές προς την Ελλάδα και την πορεία που διαγράφεται πλέον με διασφαλισμένη την πολιτική σταθερότητα. Βεβαίως, οι θετικές εξελίξεις δεν προκύπτουν τυχαία, αλλά ως αποτέλεσμα των σωστών χειρισμών από τον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη. Διότι, πχ η προαναγγελία ότι η Ελλάδα θα αποπληρώσει πρόωρα μέρος των δανείων του πρώτου μνημονίου, όπως και η αντικατάσταση δύο παλαιότερων τίτλων που θα επιβάρυναν βραχυπρόθεσμα το πρόγραμμα εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους, στέλνουν στις αγορές το μήνυμα που πρέπει: ότι η Ελλάδα έχει πλήρη έλεγχο της οικονομίας της, ότι στη διοίκηση επικρατεί ορθολογισμός και φερεγγυότητα, ότι η τροχιά είναι αναπτυξιακή και φιλική προς τις επενδύσεις.
Η τετραπλάσια ζήτηση σηματοδοτεί κάτι σε σχέση με την επενδυτική βαθμίδα;
Κατ’ αρχάς θα πρέπει να αξιολογήσουμε το γεγονός της Τρίτης: η Ελλάδα άντλησε 3,5 δισ. ευρώ από το 15ετές ομόλογο, με ένα πάρα πολύ καλό επιτόκιο 4,45%. Το βιβλίο προσφορών έκλεισε στα 13,4 δισ. ευρώ, δηλαδή ξεπέρασε κατά τέσσερις φορές τον στόχο της ελληνικής κυβέρνησης. Αυτό σημαίνει ότι η ζήτηση ή, αν προτιμάτε, το ενδιαφέρον των διεθνών αγορών για τη χώρα μας αφενός έχει πολλαπλασιαστεί θεαματικά σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν, αφετέρου έχει ποιοτικά χαρακτηριστικά, κάτι που ούτε καν ετίθετο σε συζήτηση πριν από το 2019. Βάσει αυτών, όλοι οι οιωνοί δείχνουν ότι θα κερδίσουμε την αναβάθμιση από τους οίκους αξιολόγησης και προς αυτήν την κατεύθυνση εργαζόμαστε εντατικά. Ο κύκλος αξιολογήσεων της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας από τους μεγάλους οίκους ανοίγει τον Σεπτέμβριο. Προσωπικά θεωρώ βέβαιο ότι το πολύ έως το τέλος του 2023 η χώρα μας θα κατατάσσεται σε ανώτερη επενδυτική βαθμίδα.
Αυτό το θετικό κλίμα θα περάσει στην καθημερινότητα του πολίτη; Για παράδειγμα, κάτι δεν πρέπει να γίνει με τη διαφορά μεταξύ των επιτοκίων καταθέσεων και των επιτοκίων δανεισμού;
Νομίζω ότι αυτό συμβαίνει ήδη και σε πολύ μεγάλο βαθμό. Και ιδιαιτέρως μάλιστα μετά την παρουσίαση του νέου νομοσχεδίου του υπουργείου Οικονομικών η κυβέρνηση αποδεικνύει ότι το βασικό μέλημά της είναι να κάνει καλύτερη την καθημερινότητα των Ελλήνων πολιτών. Να βοηθήσει με άμεσα και έμμεσα μέτρα, ρεαλιστικά και κατά το δυνατόν εφαρμόσιμα. Ομως θα πρέπει να κλείσουμε την ψαλίδα ανάμεσα στα επιτόκια καταθέσεων και δανεισμού, ώστε να δώσουμε επιπλέον ώθηση στην πραγματική οικονομία. Βαδίζουμε με σύνεση και προσοχή, «δίνοντας από αυτά που έχουμε, όχι από αυτά που δεν έχουμε». Συνεπώς και για τα επιτόκια συνεργαζόμαστε στενά με τις τράπεζες και προβλέπω ότι σύντομα θα υπάρξουν πολύ ευχάριστες ειδήσεις.
Θα υπάρξουν νέα «εργαλεία» για την πάταξη της φοροδιαφυγής και πότε;
Ενα από τα θεμελιώδη ζητήματα της φορολογικής πολιτικής είναι η βελτίωση της αποτελεσματικότητας των ελεγκτικών μηχανισμών. Της οποίας όμως προηγείται η πλήρης και ακριβής χαρτογράφηση του πραγματικού πεδίου. Διότι, όσο και εάν ακούγεται παράδοξο, σήμερα κανείς δεν είναι σε θέση να εκτιμήσει με απόλυτη ακρίβεια το αληθινό μέγεθος της φοροδιαφυγής στην Ελλάδα. Η πάταξή της παραμένει μια από τις βασικές προτεραιότητες του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης, και από κοινού με άλλα υπουργεία προχωρούμε στον σχεδιασμό και την υλοποίηση νέων, καινοτόμων δράσεων κατά της φοροδιαφυγής.
Αύξηση στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων ύστερα από 14 χρόνια. Θετικό βήμα σε κάθε περίπτωση, αλλά τι θα γίνει με τους φόρους που, παρά τις μειώσεις, παραμένουν σε υψηλά επίπεδα;
Το γεγονός ότι κερδίζουν έναν επιπλέον μισθό ανά έτος οι δημόσιοι υπάλληλοι, ύστερα από 14 χρόνια στασιμότητας και λιτότητας, είναι σημαντικό. Προχωρούμε με προσοχή και σύνεση, εισάγοντας μέτρα που αυξάνουν και προστατεύουν το εισόδημα των νοικοκυριών και δεν θέτουν σε κίνδυνο αποσταθεροποίησης τη δημοσιονομική ισορροπία της χώρας. Οσο, λοιπόν, προχωρά το έργο μας στη φορολογική διοίκηση και μας δίνεται το δημοσιονομικό περιθώριο, θα προχωρούμε σε μείωση των φορολογικών συντελεστών. Στόχος μας είναι να πετύχουμε άμεσα και θετικά αποτελέσματα μέσω των ελέγχων, ώστε να επιστρέψουμε μέρισμα στους φορολογούμενους και να μειώσουμε τις όποιες αδικίες. Μέσω ελαφρύνσεων, αλλά και μιας πιο στοχευμένης επιδοματικής πολιτικής.