Είναι σαφές ότι η Wikipedia έχει εκπληρώσει την αποστολή της ικανοποιώντας το παγκόσμιο δημόσιο αίτημα για δωρεάν πληροφόρηση και γνώση. Με αυτόν τον τρόπο, συνέβαλε ουσιαστικά στην αντίληψη της πληροφόρησης και της γνώσης ως ενός παγκόσμιου δημόσιου τομέα (παγκόσμιου δημόσιου αγαθού).
του Έρολ Ούσερ*
Στις 15 Ιανουαρίου 2021, η ανθρωπότητα γιόρτασε μια ξεχωριστή επέτειο. Πριν από είκοσι χρόνια, το 2001, δημιουργήθηκε η Wikipedia. Ενδεχομένως, η βασική της αρχή συνίσταται στη δυνατότητα πρόσβασης στη συγγραφή: όλοι θα μπορούν να γράψουν ένα δικό τους άρθρο και να το υποβάλουν. Τα άρθρα εκδίδονται όχι από επαγγελματίες εμπειρογνώμονες, αλλά από μια κοινότητα ερασιτεχνών συγγραφέων με κοινά ενδιαφέροντα. Ως εκ τούτου, ο κόσμος απέκτησε την πρώτη εγκυκλοπαίδεια, που δημιουργήθηκε χωρίς να λαμβάνει υπόψη την επαγγελματική επιμέλεια, την αξιολόγηση από ομότιμους και οτιδήποτε άλλο διακρίνει τη σύγχρονη ακαδημαϊκή επιστήμη.
Πώς μπορεί κανείς να αξιολογήσει το γεγονός αυτό σήμερα, είκοσι χρόνια μετά; Έχει αλλάξει η Wikipedia τη ζωή μας και τις γνώσεις μας για τον κόσμο; Από τη μία πλευρά, κυρίως σε πνευματικούς κύκλους, αποτελεί κοινός τόπος η απόρριψη του εγχειρήματος της Wikipedia. Ισχυρίζονται ότι είναι πρωτόγονη, και ότι κανείς δεν γνωρίζει ποιος γράφει τα άρθρα – ερασιτέχνες που δεν έχουν καμία σχέση με ένα δεδομένο πεδίο επιστημονικής δραστηριότητας και δεν αντιλαμβάνονται το βάθος του θέματος. Από αυτήν την άποψη, κατηγορούν πάρα πολύ συχνά μεμονωμένα άρθρα της Wikipedia για λογοκλοπή. Οι μαθητές, επομένως, διδάσκονται, κατά κανόνα, να μην χρησιμοποιούν στοιχεία από τη Wikipedia όταν παραπέμπουν και γράφουν εργασίες, και να μην αναφέρονται σε αυτά στο επιστημονικό τους έργο. Αντ’ αυτού, θα πρέπει να αναφέρονται απευθείας σε πηγές και στην επιστημονική βιβλιογραφία για το θέμα που πραγματεύονται και να αποφεύγουν τη χρήση στερεότυπων κλισέ της Wikipedia.
Αναμφισβήτητα, υπάρχει κάποια αδιάψευστη αλήθεια σε όλες αυτές τις κατηγορίες. Ωστόσο, από την άλλη πλευρά, αυτό το είδος προσέγγισης χαρακτηρίζεται ως σνομπισμός των διανοουμένων, αν και κεκαλυμμένος. Συνιστά, εν μέρει, μια διαιώνιση της γνωστής προκατάληψης των ακαδημαϊκών κύκλων: να προτιμάται μια ευάριθμη ομάδα επαγγελματιών για την επεξεργασία των επιστημονικών δεδομένων. Σύμφωνα με αυτή τη λογική, χάρη στην ειδική τους παιδεία, καθώς και στη θέσης τους, όπου από τον γυάλινο πύργο τους ο ένας παραπέμπει στο έργο του άλλου, διατηρούν το αποκλειστικό δικαίωμα να παράγουν και να παρουσιάζουν στο κοινό στοιχεία και συμπεράσματα από τον τομέα έρευνάς τους. Η υπόλοιπη κοινωνία χρειάζεται, απλά, να τους ακούει με σεβασμό και, στην καλύτερη περίπτωση, να τους υποβάλει αφελείς δημοσιογραφικές ερωτήσεις. Το Αρειοπαγείο των επαγγελματιών, με μια ορισμένη δόση πατερναλισμού, θα αποφασίσει στη συνέχεια να απαντήσει σε αυτές τις ερωτήσεις με συγκεχυμένο και αόριστο τρόπο.
Αυτή η κοινωνιολογική ρήξη ανάμεσα στην επαγγελματική ακαδημαϊκή κοινότητα και τις ευρείες λαϊκές μάζες, φυσικά δεν είναι καθόλου νέα, και όχι απαραίτητα αρνητική. Υπάρχει αναμφίβολα ένας βαθμός κοινωνικής λογικής στον σχηματισμό της και στην παγίωσή της. Το ζήτημα της βεβήλωσης της επιστήμης στις σύγχρονες κοινωνίες, με την πληθώρα πληροφοριών, είναι αρκετά έντονο. Αυτό πρέπει να καταπολεμηθεί. Η Wikipedia, λόγω της παγκόσμιας επικράτησης και της καθολικής της κάλυψης, βρέθηκε στο επίκεντρο αυτής της πολεμικής και διαμάχης. Αλλά ας είμαστε ειλικρινείς με τους εαυτούς μας: όταν ένας διανοούμενος πρέπει να πάρει πρωταρχικές πληροφορίες για ένα θέμα που δεν γνωρίζει, αυτά τα είκοσι χρόνια έχει συνηθίσει να ανοίγει πρώτα τη Wikipedia, και μόνο αργότερα να ανατρέχει σε επαγγελματικές εγκυκλοπαίδειες και σε επιστημονικά βιβλία και άρθρα. Έτσι, αποκαλύπτεται ένα άλλο κοινωνικό μοτίβο: όπου οι εκ πεποιθήσεως επικριτές της την χρησιμοποιούν όταν το κρίνουν απαραίτητο.
Μια άλλη κατηγορία που ακούγεται συχνά εναντίον της Wikipedia (ειδικά στις κοινωνικές επιστήμες) είναι η πολιτικοποίησή της και η εμμονή της με το δυτικοκεντρικό πνευματικό ρεύμα, καθώς και η άρνησή της για τα κοινωνικά επιτεύγματα, τις πρακτικές και τις αφηγήσεις των μη δυτικών χωρών. Ως προς αυτό συμφωνούμε απόλυτα· υπάρχει μεγάλη δόση αλήθειας σε αυτήν τη δήλωση. Έτσι, μεμονωμένα άρθρα της Wikipedia (ειδικά στην «παγκόσμια» γλώσσα των αγγλικών) μπορούν να σχηματίσουν προκαταρκτικά κλισέ, τα οποία στη συνέχεια μετατρέπονται σε ακλόνητα στερεότυπα που υιοθετεί η κοινή γνώμη.
Αυτό συνδέεται επίσης με τη σοβαρή ανισορροπία που παρατηρείται μεταξύ των διαφόρων γλωσσικών τμημάτων της Wikipedia. Παρατηρείται, αφενός, στον βαθμό αρτιότητας του υλικού: εδώ, κατά κανόνα, η «παγκόσμια» αγγλική εκδοχή της Wikipedia είναι πολύ πιο λεπτομερής από ό,τι αντίστοιχα άρθρα στις υπόλοιπες γλώσσες. Συνήθως παρουσιάζονται συντομευμένες μεταφράσεις της αγγλικής εκδοχής. Αυτό είναι ιδιαίτερα αισθητό όταν το θέμα του άρθρου αφορά γεγονότα που σχετίζονται με την περιοχή της τάδε ή της δείνα γλώσσας. Συγκεκριμένα, ένας σημαντικά μεγάλος αριθμός άρθρων στη ρωσική έκδοση της Wikipedia, που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο αφορά τη Ρωσία, αποτελεί απλά μια πλήρης ή συντομευμένη μετάφραση από τα αγγλικά, χωρίς επιπλέον πρωτότυπο υλικό που να αντανακλά τις κοινωνικές ιδιαιτερότητες και την ιστορική μνήμη του ρωσικού τμήματος της Wikipedia.
Η ίδια εικόνα παρατηρείται και στο γερμανικό τμήμα: ένας αισθητά μεγάλος αριθμός άρθρων στη Wikipedia αναφορικά με τη Γερμανία είναι πιο πλήρης στα αγγλικά από ό,τι στα γερμανικά. Ενδεχομένως η μοναδική εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα να αποτελεί η γαλλική εκδοχή. Σχεδόν όλα τα άρθρα της Wikipedia που αφορούν τη Γαλλία και τις γαλλόφωνες χώρες είναι πρωτότυπα κείμενα και όχι μεταφράσεις των αντίστοιχων αγγλικών άρθρων, ενώ διακρίνονται ως προς την αρτιότητα των πληροφοριών τους και το εύρος των επιστημονικών τους αναφορών.
Ωστόσο, με την πάροδο του χρόνου, η κατάσταση στα μη αγγλικά τμήματα της Wikipedia έχει αρχίσει να αλλάζει προς το καλύτερο. Η ρωσική εκδοχή, μπορούμε να πούμε αντικειμενικά, είναι πλέον σαφώς πιο πλήρης και καλύτερη από ό,τι πριν από πέντε ή δέκα χρόνια, όταν πολλά από τα τότε άρθρα, θα τα χαρακτηρίζαμε, ως πνευματικά σκουπίδια. Από αυτήν την άποψη, αξίζει να σημειωθεί, εάν μιλάμε για την παρουσία της Wikipedia στη μετα-σοβιετική σφαίρα, ότι για έναν αρκετά μεγάλο αριθμό άρθρων για ουδέτερα θέματα παγκόσμιου ενδιαφέροντος (τα οποία δεν άπτονται της πολιτικής και της ιστορίας), η ουκρανική εκδοχή είναι συχνά πιο πλήρης και πρωτότυπη σε σχέση με τη ρωσική. Εν τω μεταξύ, και οι δύο εκδόσεις της Wikipedia στη λευκορωσική γλώσσα (που η καθεμία χρησιμοποιεί διαφορετικούς κανόνες ορθογραφίας), κατά τη γνώμη μας, βρίσκονται ακόμη σε πρωτόγονο στάδιο.
Εκτός από την αρτιότητα της κάλυψης, η ανισορροπία μεταξύ των διαφορετικών γλωσσικών τμημάτων της Wikipedia συσχετίζεται, σε κάποιο βαθμό, και με τις διαφοροποιήσεις στον τρόπο αξιολόγησης και στην εξαγωγή συμπερασμάτων.
Σε ορισμένες γλώσσες αυτό είναι πιο έντονο (για παράδειγμα, στα γαλλικά, τα ιταλικά και τα ουκρανικά τμήματα), ενώ σε άλλες, κατά τη γνώμη μας, είναι λιγότερο προφανές (στα ρωσικά, τα γερμανικά, τα κινέζικα και τα αραβικά). Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση, έχει έντονο κοινωνιολογικό ενδιαφέρον να συγκρίνουμε παρόμοια άρθρα της Wikipedia ανά διαφορετική γλώσσα, καθώς και τα ανοιχτά φόρουμ των συγγραφέων του τάδε ή του δείνα άρθρου.
Πόσο εφικτό είναι να αντιταχθούμε αποτελεσματικά στην πολιτικοποίηση της Wikipedia; Είναι απαραίτητο; Ενδεχομένως, το ερώτημα αυτό να ισχύει για ένα ευρύτερο φάσμα κοινωνικών μέσων και πλατφορμών δικτύωσης (Facebook, Twitter κ.λπ.), όπου η συζήτηση είναι πολύ πιο έντονη από ό,τι στην περίπτωση της Wikipedia. Προφανώς, εδώ το πρώτο βήμα θα ήταν η εξίσωση των διαφορετικών γλωσσικών εκδοχών, τις οποίες προαναφέραμε. Ένας άλλος τρόπος είναι η ενεργή συμμετοχή στα φόρουμ των συγγραφέων, τα οποία, κατά κανόνα, συνδέονται με τα σχετικά άρθρα και παρουσιάζουν εκεί μια εύλογη θέση με συνδέσμους (links) σε πηγές. Σε αρκετές περιπτώσεις, αυτό λειτουργεί, και η ομάδα των συγγραφέων της Wikipedia λαμβάνει τελικά μια απόφαση υπέρ της αρτιότητας και της αντιπροσωπευτικότητας της κάλυψης πληροφοριών και όχι της πολιτικοποίησής τους. Για παράδειγμα, έπειτα από τις εξηγήσεις που δόθηκαν σε τεταμένο κλίμα από τους συγγραφείς ενός αγγλόφωνου άρθρου που αφορούσε τις στατιστικές μετρήσεις του κορονοϊού σε διαφορετικές περιοχές του κόσμου, αποφασίστηκε να συμπεριληφθούν στο άρθρο όχι μόνο αναγνωρισμένες κυρίαρχες χώρες και εξαρτημένες περιοχές, αλλά και μη αναγνωρισμένα κράτη. Επιπλέον, περιλάμβανε και «παλαιά» μη αναγνωρισμένα κράτη (Βόρεια Κύπρος, Σομαλιλάνδη, Αμπχαζία, κ.λπ.) και «νέες», όπως οι Λαϊκές Δημοκρατίες του Ντόνετσκ και του Λουγκάνσκ. Συνεπώς, η αγγλική Wikipedia έχει καταστεί η μοναδική σημαντική πηγή παγκόσμιων στατιστικών αναφορών για τον κορονοϊό (σε αντίθεση με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, το Πανεπιστήμιο Johns Hopkins, το Worldometer κ.λπ.) όπου εκπροσωπούνται μη αναγνωρισμένα κράτη.
Είναι σαφές ότι η Wikipedia έχει εκπληρώσει την αποστολή της ικανοποιώντας το παγκόσμιο δημόσιο αίτημα για δωρεάν πληροφόρηση και γνώση. Με αυτόν τον τρόπο, συνέβαλε ουσιαστικά στην αντίληψη της πληροφόρησης και της γνώσης ως παγκόσμιου δημόσιου τομέα (παγκόσμιου δημόσιου αγαθού). Από αυτή την άποψη, είτε αρέσει είτε όχι, το δίλημμα ανάμεσα στον διανοουμενίστικο σνομπισμό και το δικαίωμα στη γνώση καθίσταται ρητορικό. Η απάντηση είναι προφανής.
*O Έρολ Ούσερ (Erol User) είναι πρόεδρος και CEO της USER HOLDİNG. Επιχειρηματίας και φιλάνθρωπος, πρόκειται έναν από τους καινοτόμους παίκτες της επιχειρηματικής τουρκικής σκηνής. Η USER HOLDİNG είναι επενδυτική τραπεζική εταιρεία που προσφέρει συμβουλευτικές υπηρεσίες τόσο σε τουρκικές όσο και διεθνείς εταιρείες.