Ο Υπουργός Δικαιοσύνης Κώστας Τσιάρας παρουσίασε στο Υπουργικό Συμβούλιο νομοθετικές πρωτοβουλίες για: α) Μεταρρυθμίσεις στο νομοθετικό πλαίσιο της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών, β) Εκσυγχρονισμός Κτηματολογίου, Ρόδου, Κω-Λέρου.

Όπως ανέφερε ο κ.Τσιάρας:

α) Με το νομοσχέδιο για την Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών μεταρρυθμίζεται πλήρως το νομοθετικό πλαίσιο τόσο ως προς την οργάνωση και λειτουργία της, όσο και ως προς τον τρόπο επιλογής, εκπαίδευσης και επιμόρφωσης των μελλοντικών δικαστικών λειτουργών με γνώμονα το πόρισμα της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής που συστάθηκε για το σκοπό αυτό.

Οι λόγοι που οδήγησαν στην ανάγκη δημιουργίας νέου θεσμικού πλαισίου για την Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών (ΕΣΔι) είναι:

-Οι πολλές μεταβολές του ισχύοντος νομικού πλαισίου της Σχολής είχαν καταστήσει δυσχερή τη λειτουργία της.

-Η ανάγκη παροχής ισότιμης εκπαίδευσης και επιμόρφωσης στους Ειρηνοδίκες.

-Η εισαγωγή σπουδαστών βάσει της ξένης γλώσσας σε βάρος των νομικών μαθημάτων.

-Ο υψηλός συντελεστής βαρύτητας των γραπτών εξετάσεων (85%) σε σχέση με τις προφορικές (15%) κατά τον εισαγωγικό διαγωνισμό, με αποτέλεσμα η προφορική εξέταση να καθίσταται πολύ περιορισμένης σημασίας.

-Η βαθμολογία από σχεδόν όλους τους διδάσκοντες κατά τη φοίτηση των σπουδαστών στη Σχολή δεν γινόταν με αντικειμενικά κριτήρια διότι αυτοί, εξαιτίας των λίγων ωρών διδασκαλίας, δεν προλάβαιναν να σχηματίσουν πλήρη άποψη για τον κάθε εκπαιδευόμενο.

-Κατά την πρακτική άσκηση των σπουδαστών υπήρχε το ιδιαίτερα αρνητικό φαινόμενο της μη αξιολόγησης τους από τους εκπαιδευτές τους, με αποτέλεσμα να λαμβάνουν όλοι ακριβώς τον ίδιο βαθμό.

-Κατά τη διάρκεια της φοίτησης των σπουδαστών δεν υπήρχε στάδιο ψυχομετρικής δοκιμασίας, διενεργούμενης από ειδικούς.

-Η συνεχιζόμενη εκπαίδευση των εν ενεργεία δικαστικών λειτουργών δεν γινόταν με τακτικά και υποχρεωτικά προγράμματα επιμόρφωσης και, κυρίως, δεν γινόταν με ομάδες εργασίας (workshops), όπως συμβαίνει σε όλες τις σύγχρονες Σχολές Δικαστών της αλλοδαπής.

-Δεν προβλεπόταν η εκπαίδευση των εκπαιδευτών της Σχολής.

Επιδιωκόμενοι στόχοι είναι:

-Η έναρξη λειτουργίας για πρώτη φορά της κατεύθυνσης των Ειρηνοδικών.

-Η συμμετοχή στον εισαγωγικό διαγωνισμό υποψηφίων που δεν υπερέβησαν το τεσσαρακοστό έτος της ηλικίας τους, για να υπάρχει περιθώριο εξέλιξής τους στο δικαστικό Σώμα σύμφωνα και με τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

-Κατά τον εισαγωγικό διαγωνισμό προηγείται η γραπτή εξέταση της ξένης γλώσσας, και εφόσον οι υποψήφιοι κριθούν επαρκείς, ο βαθμός που έλαβαν σε αυτήν δεν υπολογίζεται στα επόμενα στάδια του εισαγωγικού διαγωνισμού, έτσι ώστε η τελική επιλογή να γίνεται αποκλειστικά βάσει της νομικής κατάρτισης των υποψηφίων.

-Θέσπιση δύο διαφορετικών εν μέρει διαγωνισμών για την ενιαία Κατεύθυνση Διοικητικής Δικαιοσύνης, ανάλογα αν πρόκειται για υποψηφίους που επιθυμούν να διοριστούν σε θέσεις δοκίμων δικαστικών λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας και των τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων ή σε θέσεις δοκίμων δικαστικών λειτουργών του Ελεγκτικού Συνεδρίου και της Γενικής Επιτροπείας του.

-Η γραπτή δοκιμασία κατά τον εισαγωγικό διαγωνισμό υπολογίζεται με συντελεστή βαρύτητας εβδομήντα τοις εκατό (70%), ενώ η προφορική με τριάντα τοις εκατό (30%).

-Η πρακτική άσκηση, στην οποία αποδίδεται ιδιαίτερη σημασία, διαρκεί για 8 μήνες. Κατά τη διάρκεια της πρακτικής άσκησης, ο κάθε εκπαιδευόμενος εκπαιδεύεται από όλους τους εκπαιδευτές (εναλλαγή) και αξιολογείται υποχρεωτικά από αυτούς με βάση την εργασία και την προσωπικότητά του σύμφωνα με κριτήρια που καθορίζονται στο νόμο.

-Για την αξιολόγηση του ήθους και της συμπεριφοράς των εκπαιδευομένων, μεταξύ άλλων, λαμβάνονται υπόψη και τα πορίσματα ψυχιατρικής διερεύνησης της προσωπικότητάς τους, η οποία πραγματοποιείται δύο φορές κατά τη διάρκεια της φοίτησής τους στη Σχολή.

-Ως προς τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση, προβλέπονται τακτικά υποχρεωτικά προγράμματα επιμόρφωσης για όλους τους δικαστικούς λειτουργούς από τον βαθμό του εφέτη και κάτω.

-Διενεργούνται ηλεκτρονικά, στο πλαίσιο του σχεδιασμού της Ψηφιακής Δικαιοσύνης, όλες οι διαδικασίες οι οποίες αφορούν τόσο την προεισαγωγική όσο και τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση.

β)Το προτεινόμενο νομοσχέδιο για τον εκσυγχρονισμό Κτηματολογίου, Ρόδου, Κω-Λέρου, εισάγει διατάξεις με τις οποίες ρυθμίζεται η διαδικασία μετάπτωσης από το καθεστώς εφαρμογής του Κτηματολογικού Κανονισμού Δωδεκανήσου στο Εθνικό Κτηματολόγιο. Επίσης, εισάγονται μεταβατικές διατάξεις για την εφαρμογή της κοινής νομοθεσίας στις περιοχές ισχύος του Κτηματολογικού Κανονισμού Δωδεκανήσου, ιδίως σε ό,τι αφορά σε εμπράγματα δικαιώματα επί ακινήτων.

Το νομοσχέδιο αποβλέπει στην επίλυση προβλημάτων που αφορούν:

-Την ανομοιομορφία σε σχέση με την υπόλοιπη Ελλάδα στην τήρηση πληροφοριών για τα ακίνητα της περιοχής ισχύος του Κτηματολογικού Κανονισμού Δωδεκανήσων.

-Την ενιαία κωδικοποίηση των απαραίτητων πληροφοριών, προκειμένου να ικανοποιείται η αρχή της δημοσιότητας των εμπράγματων δικαιωμάτων επί ακινήτων.

-Την έλλειψη παροχής ηλεκτρονικών υπηρεσιών σε πολίτες και επαγγελματίες σχετικά με τα ακίνητα των περιοχών ισχύος του Κανονισμού.

-Την ύπαρξη διαφορετικών κανόνων που αφορούν σε ακίνητα και στις περιοχές ισχύος του Κτηματολογικού Κανονισμού Δωδεκανήσων.

Επιδιωκόμενοι στόχοι του νομοσχεδίου είναι:

-Η ένταξη των ακινήτων των περιοχών ισχύος του Κανονισμού Δωδεκανήσου στο Εθνικό Κτηματολόγιο.

-Η θέσπιση διαδικασίας μετάπτωσης των κτηματολογικών δεδομένων του Κτηματολογικού Κανονισμού Δωδεκανήσου στο πρότυπο του Εθνικού Κτηματολογίου.

-Η επίτευξη ομοιομορφίας στην καταχώριση και παρουσίαση των πληροφοριών που αφορούν σε ακίνητα ή ειδικά ιδιοκτησιακά αντικείμενα στις περιοχές ισχύος του Κτηματολογικού Κανονισμού Δωδεκανήσου.

-Η παροχή ηλεκτρονικών υπηρεσιών σε πολίτες και επαγγελματίες σχετικά με τα ακίνητα.

-Ο καθορισμός ενιαίων και ομοιόμορφων κανόνων για την κτήση και την απώλεια εμπράγματων δικαιωμάτων επί ακινήτων, ιδίως στις προϋποθέσεις κτήσης ακινήτου με χρησικτησία, οι οποίες παρουσιάζουν, υπό το ισχύον καθεστώς, αποκλίσεις από τα γενικώς ισχύοντα στην κοινή νομοθεσία.

-Η ενίσχυση της ασφάλειας συναλλαγών και η κατοχύρωση της εμπιστοσύνης πολιτών στο θεσμό του Εθνικού Κτηματολογίου.