Ήρθε ο Χιλμπίλη Τζέι ντι Βανς στο Μόναχο, είπε το τραγούδι του στη Σύνοδο για την Ασφάλεια, η Ευρώπη, λένε οι αναλυτές, ένιωσε σοκαρισμένη και μάλλον συνειδητοποίησε ότι είναι μονάχη, δεν ξέρω αν ένιωσε και ανασφαλής – δυσκολεύομαι γενικώς να γράψω για τα συναισθήματα μιας ηπείρου και μάλιστα γηραιάς.
Ακριβώς λόγω γήρατος και σωρευθείσας σοφίας, είμαι αισιόδοξη πως γρήγορα θα συνέλθει από το σοκ, θα μελετήσει τους στίχους του τραγουδιού, έχει και η Ευρώπη τους δικούς της Χιλμπίληδες που τραγουδούν όλο και πιο δυνατά – είναι όλοι εκείνοι που νιώθουν πως δεν έχουν να χάσουν τίποτα, γι’ αυτό και πιστεύουν όσους υπόσχονται παραδείσους.
Η Ελλάδα, από την άλλη, μέρα με την ημέρα ξεχνάει ότι υπήρξε το λίκνο της δημοκρατίας και λικνίζεται ακούγοντας παρατράγουδα από σύμπασα την αντιπολίτευση, τα κόμματα της οποίας διαγωνίζονται σε ένα είδος σόου, κάτι που θυμίζει ένα πρωινό στη λαχαναγορά ή την ιχθυόσκαλα.
Πώς κατάφεραν την ώρα που ο κόσμος ολόκληρος αλλάζει και εδώ ομφαλοσκοπούν μετρώντας πόσους ρούμπους θα βάλει ο ένας στον άλλον, δεν το ξέρω. Είναι όμως αφόρητα ενοχλητικό και πολιτικά ατελέσφορο, τόσες δεκαετίες μετά, να ξύνουν το διαγενεαλογικό τραύμα του εμφυλίου και να ανταλλάσσουν αγωγές και μηνύσεις οι αριστεροί μεταξύ τους. Ίσως όμως είναι ευκαιρία να καταλάβουμε τα ζύγια της ιστορίας που κρύψαμε άρον άρον στην ντουλάπα της «συμφιλίωσης».
Το ΠΑΣΟΚ γράφει το μπεστ σέλερ του αυτήν την περίοδο: ο πρόεδρος Ανδρουλάκης είναι θυμωμένος πολύ κι όταν θυμώνει αμφισβητεί τα πάντα εκτός από τον εαυτό του. Έτσι θύμωσε και με τη Δικαιοσύνη, την αμφισβήτησε αναφανδόν και εν συνόλω – όχι κάποια πρόσωπα, που μπορεί και να μην κάνουν σωστά τη δουλειά τους, τον θεσμό.
Ξέρει άραγε τι σημαίνει η αμφισβήτηση των θεσμών; Μην απαντήσει κανείς, είναι ρητορικό το ερώτημα. Μια ματιά στην παγκόσμια ιστορία να ρίξει, θα μάθει τι συνέβη. Φοβούμαι όμως ότι κανένας δεν διδάσκεται από την ιστορία, διαβάζουν μόνο Καζαμία για να δουν πότε θα βρέξει ποσοστά που θα τους οδηγήσουν στο Μέγαρο Μαξίμου…