Με το δίλημμα «μνημόνιο – αντιμνημόνιο» να έχει χαθεί εκείνο το καλοκαίρι του 2015 που ο ίδιος έφερε στη χώρα το 3ο αχρείαστο και χειρότερο (αφού κόστισε πάνω από 100 δισ.) και τους πολίτες να του δίνουν σαφή απάντηση το καλοκαίρι του 2019 όταν πριν τις εκλογές τους καλούσε τους πολίτες να τον εμπιστευτούν για να οδηγήσει τη χώρα στην… ανάπτυξη, ο Αλέξης Τσίπρας επιλέγει να επαναφέρει τη διχαστική, εμφυλιοπολεμικού τύπου, ρητορική και το σύνθημα “ή αυτοί ή εμείς”. Το “δημοκρατία ή έκτροπή” δύναται να αποτελέσει τη βάση για τη σκανδαλολογία, την καταστροφολογία και τη λασπολογία, ώστε να ο λαϊκισμός που εκπέμπεται από την Κουμουνδούρου, να λάβει σάρκα και οστά στο δρόμο προς τις εκλογές.

Γράφει ο Τάσος Ευαγγελίου

Στη Βουλή ο Αλέξης Τσίπρας έδειξε με σαφήνεια τις προθέσεις ακόμη και για όσους πίστευαν ότι μπορεί να αναδείξει ένα προφίλ ηγετικό άμεσα συνδεδεμένο με τις ανάγκες των πολιτών και της ίδιας της χώρας σε ένα περιβάλλον γεωπολιτικών και οικονομικών αλλαγών που συνδέεται άμεσα με την καθημερινότητα, το παρόν και το μέλλον στο οποίο προσβλέπει η πλειοψηφία προκειμένου να μην επανέλθει σε καταστάσεις ανάλογες με αυτές που βίωσε από το 2010 και μετά.

Στο κυβερνητικό έργο αντιπαραθέτει καταστροφολογία ως μια άλλη Κασσάνδρα που βλέπει διαρκώς χειμώνες κόλαση και καλοκαίρια δραματικά. Κάτι που δυστυχώς για τον ίδιο τελικά αποτελεί αντιπαράθεση με την πραγματικότητα που καταγράφεται, δύσκολη μέν, σίγουρα όμως όχι καταστροφική. Αντιθέτως όλα τα στοιχεία συνηγορούν σε μια αλλαγή σελίδας, η οποία μάλιστα έχει αντίκτυπο θετικό στις ζωές των πολιτών. Και είναι αλήθεια ότι οι απανωτές κρίσεις και κυρίως αυτή της πανδημίας και της ενέργειας σε συνδυασμό με τον πληθωρισμό και την ακρίβεια “χτύπησαν” κοινωνικές ομάδες, διατηρήθηκε όμως η κοινωνική συνοχή και δημιουργήθηκαν συνθήκες ανάπτυξης.

Η μείωση της ανεργίας, η αύξηση των μισθών, η μείωση των φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών και η αύξηση των συντάξεων σε συνδυασμό ακόμη και με την αύξηση των καταθέσεων στις τράπεζες δίνουν μια εικόνα διαφορετική από αυτή που θέλει ο Αλέξης Τσίπρας. Οι επενδύσεις και η εικόνα της χώρας σε ΕΕ και διεθνώς δημιουργούν εκείνα ακριβώς τα δεδομένα που απαιτούνται ώστε η χώρας να ανταπεξέλθει στις δυσκολίες. Δεν είναι τυχαίο ότι βρίσκεται μεταξύ εκείνων των ελαχίστων σε επίπεδο ΕΕ που δεν θα έχει ύφεση αλλά ανάπτυξη γύρω στο 2%.

Έτσι την ώρα που ο Κυριάκος Μητσοτάκης μιλά για καλύτερες δουλειές και καλύτερους μισθούς, δίνοντας ήδη απτά δείγματα του προγράμματος που έχει για την επόμενη τετραετία, ο Αλέξης Τσίπρας επιλέγει να μετατρέψει τη χώρα σε βούρκο και την πολιτική σκηνή σε πεδίο «μάχης» ανάλογο με αυτό την περίοδο μετά το 2010, διχάζοντας, επαναφέροντας συνθήματα που έχουν χαθεί στο βάθος των προηγούμενων δεκαετιών.

Ο εκχυδαϊσμός της πολιτικής ζωής, (για τον οποίο είχε προειδοποιήσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης) από το βήμα της Βουλής, οι προσωπικές ύβρεις και επιθέσεις και η ρομφαία μιας δικαιοσύνης που παραπέμπει στους «αρμούς της εξουσίας» που πρέπει να ελεγχθούν από τον ΣΥΡΙΖΑ τη δεύτερη φορά… αριστερά, αποτυπώνουν προθέσεις και καταγράφουν διαθέσεις. Και για όσους δεν το συνειδητοποιούν άμεσα φροντίζουν στελέχη όπως ο Παύλος Πολάκης να τα διευκρινίζουν με αναρτήσεις για τις πρώτες 100 μέρες της «κυβέρνησης Τσίπρα» προαναγγέλλοντας ειδικά δικαστήρια, αλλά και μια δικαιοσύνη που θα φτιαχτεί στα πλαίσια της Κουμουνδούρου και της ηγετικής ομάδας.

Δικαστήρια ανάλογα με αυτά που επιχειρήθηκε να στηθούν με τη σκευωρία Novartis που προς το παρόν έχει καταλήξει, πέραν της αθώωσης των 10 πολιτικών αντιπάλων που διασύρθηκαν από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, Τσίπρα – Καμμένου δηλαδή, να συλλαμβάνεται ο ένας εκ των δύο εναπομενόντων κουκουλοφόρων μαρτύρων και να προφυλακίζεται αντιμετωπίζοντας κατηγορίες για απάτες και σύσταση εγκληματικής οργάνωσης.

Το ύφος του Αλέξη Τσίπρα και ο λόγος του στη Βουλή αποτελούν προπομπό των όσων θα ακολουθήσουν. Το έδειξαν οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ που μίλησαν παίρνοντας τη σκυτάλη από αυτόν και φτάνοντας να χαρακτηρίσουν τον πρωθυπουργό ως «νταβατζή» ή «αρχηγό εγκληματικής οργάνωσης». Το δίλημμα «δημοκρατία ή εκτροπή» αναδεικνύει την αδυναμία της αξιωματικής αντιπολίτευσης όχι να συμβάλει στην προσπάθεια της χώρας, αλλά να δημιουργήσει εκείνων των προγραμματικών προτάσεων που θα προσελκύσουν τη θετική ψήφο των πολιτών.

Η σύγκριση σε οποιοδήποτε πεδίο είναι καταλυτική όπως και η εμπιστοσύνη των πολιτών στο σημερινό πρωθυπουργό. Και είναι αυτό ακριβώς το σημείο που επιθυμεί να αποδομήσει ο Αλέξης Τσίπρας και η ηγετική του ομάδα με ύβρεις και λάσπη αδυνατώντας να αντιπαρατεθούν σε επίπεδο προτάσεων αλλά και εφαρμοσμένης πολιτικής, βάζοντας μπροστά την εμφυλιοπολεμικού τύπου ρητορική που παραπέμπει ευθέως πλέον σε ένα νεό «ή αυτοί ή εμείς».

Ο μονόδρομος της όξυνσης οδηγεί τον Αλέξη Τσίπρα σε περιχαράκωση οπαδών και σε οριστικό διαζύγιο με το κέντρο. Αυτό που κατά γενική εκτίμηση δίνει και τις νίκες στις εκλογές. Η τοξικότητα που δημιουργεί απέχει πολύ από το περιβάλλον ασφάλειας που καθίσταται απαραίτητο για την ανάπτυξη και την αντιμετώπιση κρίσεων όπως αυτές που ήδη διαχειρίστηκε με επιτυχία (κατα γενική ομολογία) η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Αδυνατεί όμως ν ακολουθήσει οποιαδήποτε άλλη τακτική πέραν της κορύφωσης της ρητορικής της καταστροφολογίας και της σκανδαλολογία, εγκλωβισμένος σε ένα τοξικό περιβάλλον που ο ίδιος και η συνεργάτες του δημιουργούν.