Στο ταραχώδες και ρευστό συνεχές του χρόνου, τα αντικρουόμενα συναισθήματα και οι έντονες και βαθιές πολιτισμικές αντιθέσεις συνθέτουν εν πολλοίς τη μεγάλη εικόνα της ελληνικής πολιτικής πραγματικότητας.
Πάντοτε υπήρχε ένας ευρύς καμβάς από ιδιότυπες αμφιρροπίες ή και ισχυρές συγκρούσεις ανάμεσα στον επιστημονικό λόγο και τις θεωρίες συνωμοσίας, τον πλουραλισμό και τον λαϊκισμό, τη σύνθεση και την πόλωση, τη συνεργασία και τη μισαλλοδοξία, τη συναίνεση και τον διχασμό, την εξωστρέφεια και την περιχαράκωση, την αυτοπεποίθηση και τη φοβικότητα.
Νοσοκόμα είχε προβλήματα στην όρασή της μετά τον εμβολιασμό στο Βέλγιο
Η πολυετής οικονομική κρίση έδωσε τροφή στις δυνάμεις εκείνες που καλλιεργούν τον φόβο για το καινούργιο και το διαφορετικό, τον φόβο για το μέλλον.
Ο φόβος για το μέλλον φαίνεται να συνδέεται συχνά με κλειστές, κατεστημένες και παρωχημένες νοοτροπίες και αξίες, οι οποίες αναμφίβολα ευνοούν την άγονη θέαση του ραγδαία μεταβαλλόμενου κόσμου γύρω μας ως «παιχνιδιού μηδενικού αθροίσματος», όπως επίσης και τη στείρα δυϊστική λογική του «είτε – είτε» (π.χ., είτε καινοτομία είτε ρύθμιση, είτε ανάπτυξη είτε δικαιοσύνη, είτε τεχνολογία είτε δουλειές, κ.ο.κ.).
Ομως, η εγγενής πολυπλοκότητα του κόσμου αυτού στηρίζεται στη συμπληρωματικότητα. Σε αυτά τα συμφραζόμενα, η μετα-επιστήμη της πολυπλοκότητας μάς διδάσκει τη σημασία της σύνθετης σκέψης και την αναγκαιότητα για ανοιχτή συλλογική νοημοσύνη (ενάντια στη συλλογική τυφλότητα των διαδικτυακών filter bubbles και των echo chambers), δηλαδή για την αντίληψη του μέλλοντος ως «παιχνιδιού θετικού αθροίσματος». Αυτό είναι και το μεγάλο δίδαγμα της πανδημίας.
Στη χώρα μας καταφέραμε να οργανώσουμε μέσα σε πρωτόγνωρες συνθήκες ένα παρόν… επαρκώς επαρκές απέναντι στον ιό και να διαθέτουμε τη δυνατότητα σχεδιασμού για τα επόμενα βήματα κατακτώντας αυτονόητες πρακτικές, όπως, ότι η επιστήμη έχει τον πρώτο λόγο και εκείνη τροφοδοτεί τον κυβερνητικό ορθολογισμό. Αυτή η συμμαχία με την επιστήμη, αποδίδει και οδηγεί στην επικράτηση του ορθολογικού έναντι του λαϊκισμού, στην υπερίσχυση της τεκμηριωμένης απόφασης έναντι της «πολιτικής διαχείρισης».
Τώρα όμως, πρέπει να οργανώσουμε και το μέλλον.
Το «μέλλον» από χρονικό σημείο μετατρέπεται σε τρόπο σκέψης. Eνα ανοιχτό πεδίο γόνιμου συμμετοχικού διαλόγου, με στόχο να καταστήσουμε την Ελλάδα πιο ανθεκτική και να κατευθύνουμε τις αναγκαίες μεταβάσεις (ιδίως την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση) με βιώσιμο, δίκαιο και δημοκρατικό τρόπο, με τον άνθρωπο στο επίκεντρό τους.
Παρά την παγκόσμια αλληλουχία διακινδυνεύσεων (risk cascades) που έχει πυροδοτήσει η πανδημία του κορωνοϊού, η δυναμική της δημιουργίας του καινούργιου στη θέση του παλαιού βρίσκεται σε εξέλιξη στη χώρα μας, αφήνοντας πίσω τις άλλοτε ισχυρές ιδεολογίες της απραξίας και του αντιδραστισμού.
Η Ελλάδα είναι πλέον πιο θαρραλέα απέναντι στην κουλτούρα της αδράνειας και στον συνδεδεμένο με αυτήν διαβρωτικό λαϊκισμό, υιοθετώντας περισσότερο «μετα-υλιστικές» αξίες (όπως ο σεβασμός στο περιβάλλον και η κοινωνική αλληλεγγύη).
Κατ’ αντιστοιχία, οι φοβικές και λαϊκίστικες πολιτικές, οι οποίες κατά κανόνα αυτο-εγκλωβίζονται στη δίνη μιας νοσταλγίας για ένα παρελθόν που έχει φύγει ανεπιστρεπτί, δίνουν τη θέση τους σε τεκμηριωμένες προνοητικές και προορατικές πολιτικές που κοιτάζουν μπροστά με τόλμη, ανακαλύπτοντας και κατανοώντας τις υφιστάμενες διαρθρωτικές μετατοπίσεις, τις μεγατάσεις και τις πιθανότητες πιο βιώσιμων εκδοχών του μέλλοντός μας.
Υπό αυτή την οπτική, ο πολυσυζητημένος θεωρητικός λόγος για τις «δύο Ελλάδες», ο οποίος συναντάται και στις πολιτειολογικές μελέτες αλλά και στην καθημερινότητά μας, νοηματοδοτείται εκ νέου με κριτήριο, πλέον, τη διαχείριση του απρόοπτου και την αντίληψη του μέλλοντος.
Αντίθετα με την παρωχημένη κουλτούρα της αντιπαραγωγικής αγκίστρωσης στο παρελθόν και της επίμονης και συστηματικής – συχνά συγκεκαλυμμένης – άρνησης της προόδου, η «άλλη» Ελλάδα της «μεταρρυθμιστικής παράδοσης» χτίζει μια νέα κουλτούρα: στρέφεται χωρίς φόβο στον μακρινό ορίζοντα, ενσωματώνοντας την προοπτική διερεύνηση, αμφισβητώντας το κατεστημένο μέλλον και διεκδικώντας ένα καλύτερο.
Η πρόσφατη σύσταση μιας τεχνοκρατικής Ομάδας Στρατηγικής Προοπτικής Διερεύνησης – foresight (υπό τον Πρωθυπουργό), με στόχο, όχι τις προβλέψεις (άλλωστε το μέλλον είναι απρόβλεπτο), αλλά την αλλαγή της νοοτροπίας συλλογισμού και διαμόρφωσης του μέλλοντος, αποτελεί τέτοιο δείγμα της νέας κουλτούρας σχετικά με την «αντίληψη των προσερχομένων» (Φιλόστρατος), ή την αναγνώριση της «μυστικής βοής των πλησιαζόντων γεγονότων» (Καβάφης).
Πρόκειται για μια κουλτούρα συνδυασμένων ολιστικών πολιτικών, μελλοντο-εστιασμένη και ευαίσθητη στον «σχεδιασμό σεναρίων» μέσα από την «ανίχνευση του ορίζοντα» (συλλογή συμβάντων και τάσεων) και την ανάγνωση των «ασθενών σημάτων», δηλαδή των πρώτων, δειλών ενδείξεων που ενέχουν δυναμική για τη λιγότερο ή περισσότερο μακροπρόθεσμη και δομική μεταβολή των πραγμάτων.
Στην τελική ευθεία εξόδου από την κρίση του κορωνοϊού, η χώρα ακολουθεί μια βαθιά επεξεργασμένη, στρατηγική πορεία που οδηγεί σε ένα επιθυμητό μέλλον. Ενα καλύτερο, ανθρωποκεντρικό μέλλον, με ενισχυμένη την (ψηφιακή) ιδιότητα του πολίτη, με περισσότερο ανθρώπινο, κοινωνικό και θεσμικό κεφάλαιο, περισσότερη ανθεκτικότητα (ψηφιακή, πράσινη, γεωπολιτική, κοινωνική και οικονομική), και άνοδο όχι μόνον στους οικονομικούς δείκτες, αλλά και στον Παγκόσμιο Δείκτη Ευτυχίας, ο οποίος διαμορφώνεται από μια μεγάλη ποικιλία παραμέτρων (από την ποιότητα της εκπαίδευσης και των υπηρεσιών υγείας μέχρι το ασφαλές περιβάλλον, την ύπαρξη κοινωνικών δικτύων υποστήριξης και την ελευθερία επιλογών).
Όλα τα παραπάνω συνιστούν ένα ρεαλιστικό όραμα ποιοτικής αλλαγής και ένα αφήγημα θετικό και πολυδεκτικό, χωρίς αποκλεισμούς, που περιέχει ελπίδα και προοπτική για όλους, ένα αφήγημα λελογισμένης αισιοδοξίας.
Η σύγχρονη επιστήμη άλλωστε αποδεικνύει, όπως περιγράφεται στο «Προσχέδιο» του Νικόλα Χρηστάκη, ότι εξ ορισμού τα θετικά της κοινωνικής ζωής υπερέχουν των αρνητικών (ροπή προς τον εγωισμό, τη μισαλλοδοξία, το μίσος και τη βία). Η φωτεινή πλευρά δεν έχει λάβει την προσοχή που της αξίζει.
Αποδεικνύει επίσης ότι η δυναμική της συνεργασίας ισχυροποιεί τους ανθρώπους, όπως έγινε με την παραγωγή αποτελεσματικών εμβολίων σε λιγότερο από έναν χρόνο από το ξέσπασμα της πανδημίας. Ας φανταστούμε, λοιπόν, τα πολλαπλά οφέλη που κρύβει η συνεργασία πέρα από το πεδίο της επιστήμης, δηλαδή στα πεδία της πολιτικής και της κοινωνίας.
Τούτο υποδεικνύει ένα ηθικό χρέος για τη μεταπανδημική εποχή: να ενώσουμε τις δυνάμεις μας και να προχωρήσουμε μπροστά.
*Άρθρο στα “Νέα” των Γρηγόρη Δημητριάδη, Γιάννη Μαστρογεωργίου, Χαράλαμπου Τσέκερη
**Ο Γρηγόρης Δημητριάδης είναι γενικός γραμματέας του Πρωθυπουργού. Ο Γιάννης Μαστρογεωργίου είναι γ.γ. Επικοινωνίας, επικεφαλής Ομάδας Foresight. Ο Χαράλαμπος Τσέκερης είναι ερευνητής ΕΚΚΕ.