«Κανένας δεν μαρτυρεί για τον μάρτυρα»
Paul Celan, «Aschenglorie» (Δόξα από στάχτες)

Του Κώστα Τζαβάρα*

Η προσπάθεια του Αλέξη Τσίπρα και των συντρόφων του να «προστατεύσουν» τους προστατευόμενους μάρτυρες στην υπόθεση Παπαγγελόπουλου και τελικά να τους απαλλάξουν από το «μαρτύριο» της εξέτασής τους από την αρμόδια Κοινοβουλευτική Επιτροπή είναι καταδικασμένη να ναυαγήσει στους «κρίσιμους αρμούς» που συνδέουν τη Λογική με την Πραγματικότητα και κατ’ επέκταση με την Αλήθεια. Πρωτίστως γιατί αγνοούν τα εννοιολογικά στοιχεία που συγκροτούν την ιδιότητα του μάρτυρα και κατά δεύτερο λόγο γιατί παραγνωρίζουν τους κανόνες που ρυθμίζουν τον ειδικό και αναντικατάστατο ρόλο που έχει ο μάρτυρας για την αποκάλυψη της Αλήθειας στην ποινική διαδικασία.

Πράγματι, κανείς δε μπορεί να μαρτυρήσει για τον μάρτυρα, όπως εύστοχα γράφει ο ποιητής. Η σχέση του μάρτυρα με το αποδεικτέο γεγονός είναι σχέση μοναδική, προσωπική, βιωματική. Η ιδιότητα του μάρτυρα δεν εκχωρείται. Κανείς δεν μπορεί να υποκαταστήσει τον μάρτυρα στην ουσιαστικά μοναχική σχέση που τον συνδέει με το εκάστοτε αποδεικτέο γεγονός. Κανείς δε μπορεί να γίνει συνήγορος του μάρτυρα και να «μαρτυρήσει» αντ’ αυτού.

Πλην όμως ο μάρτυρας οφείλει να υπερασπίζεται αυτοπροσώπως την αποδεικτική του ικανότητα, δηλαδή τη συμβολή του στην αποκάλυψη της αλήθειας. Αυτό αποτελεί και το προσωπικό του «μαρτύριο» από το οποίο κανένας δε μπορεί να τον απαλλάξει χωρίς να του στερήσει την αξιοπιστία.

Αυτές ακριβώς τις θεμελιώδεις παραδοχές υιοθετεί και ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας (ΚΠΔ) όταν καθιστά υποχρεωτική τη μαρτυρία για όλους, εκτός από εκείνους που είναι διανοητικά ανίκανοι να παραστήσουν τα γεγονότα όπως έχουν συμβεί (καθήκον μαρτυρίας, άρθρο 209 ΚΠΔ).

Η πιο σημαντική όμως ρύθμιση είναι η διάταξη του άρθρου 224 ΚΠΔ η οποία ορίζει ότι ο μάρτυρας πρέπει να αποκαλύπτει πώς και από πού έμαθε όσα καταθέτει. Η διάταξη αυτή ρυθμίζει τη δοκιμασία της αξιοπιστίας του μάρτυρα.

Από αυτή τη δοκιμασία προφανώς θέλουν να προστατέψουν τους δύο μάρτυρες οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ. Στερούν στην Επιτροπή τη δυνατότητα να τους εξετάσει και να τους υποχρεώσει να αποκαλύψουν το πώς και από πού γνωρίζουν τα όσα έχουν καταθέσει. Δηλαδή να ελέγξει αν ο καθένας από αυτούς έχει προσωπική βιωματική και εμπειρική γνώση για τα όσα έχει καταθέσει ή αν αυτά του έχουν υποβληθεί από τρίτους, κατά τον τρόπο που καταγγέλλει ο μάρτυρας Μανιαδάκης. Μήπως όμως με αυτή την προσπάθεια προστατεύουν και τον εαυτό τους από την αποκάλυψη του «μυστικού» που συνδέει την κυβέρνησή τους με τους χειρισμούς στην πολύκροτη υπόθεση Novartis;