Η Άννα Διαμαντοπούλου πάντα είχε μια αδυναμία στις... μεγάλες ατάκες. Το πρόβλημα είναι ότι συνήθως βγαίνουν σε λάθος timing, με λάθος περιεχόμενο και τελικά επιστρέφουν σαν μπούμερανγκ. Το τελευταίο επεισόδιο στο προσωπικό της σίριαλ «πως να τραβήξω την προσοχή χωρίς λόγο» είναι η διαβόητη ανάρτηση με το κύπελλο του Πυθαγόρα. Από τις διακοπές της στη Σάμο, η πρώην υπουργός σκέφτηκε να κάνει πολιτική φιλοσοφία με ένα τουριστικό σουβενίρ.
Στο βίντεο που ανάρτησε, η κυρία Διαμαντοπούλου περιγράφει την ιδιότητα του κυπέλλου: γεμίζει μέχρι ενός σημείου, κι αν ξεπεραστεί, αδειάζει ολόκληρο. Ως εδώ καλά. Μόνο που εκείνη βρήκε την ευκαιρία να το συνδέσει με την κυβέρνηση Μητσοτάκη: «Όπως το κύπελλο θα αδειάσει, έτσι και η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, γιατί η κοινωνία δεν αντέχει άλλο». Πρόκειται για μια χοντροκομμένη μεταφορά, άτοπη και προκλητικά απλουστευτική.
Διότι το κύπελλο του Πυθαγόρα δεν φτιάχτηκε για να «καταγγέλλει» κυβερνήσεις. Φτιάχτηκε για να διδάσκει το μέτρον άριστον. Για να θυμίζει ότι η υπερβολή οδηγεί στην απώλεια. Στην προκειμένη περίπτωση, υπερβολή δεν είναι οι μεταρρυθμίσεις της Νέας Δημοκρατίας, αλλά η λαϊκίστικη μανία στελεχών του παλιού πολιτικού προσωπικού να πιάσουν με το ζόρι την επικαιρότητα. Αντί να μιλήσει για ουσία, για προτάσεις ή για ρεαλιστικές πολιτικές, η Διαμαντοπούλου προτίμησε τον εύκολο δρόμο του viral βίντεο.
Το αποτέλεσμα; Αντί να πλήξει την κυβέρνηση, γελοιοποίησε τον εαυτό της. Οι σχολιαστές στα κοινωνικά δίκτυα δεν ασχολήθηκαν με τα «σκάνδαλα, ρουσφέτια, υποκλοπές» που επικαλέστηκε, αλλά με την αβάσταχτη ελαφρότητα του παραλληλισμού της. Μια πολιτικός που κάποτε μιλούσε για μεταρρυθμίσεις και εκσυγχρονισμό κατέληξε να κάνει κριτική με κούπες τουριστικού περιπτέρου. «Αν έτσι οραματίζεται την αντιπολίτευση το ΠΑΣΟΚ, τότε καλύτερα να μείνει στις δημοσκοπικές μονοψήφιες επιδόσεις του», σχολίαζε σκωπτικά έμπειρος κοινοβουλευτικός.
Η αλήθεια είναι απλή: η Νέα Δημοκρατία προχωρά σε δύσκολες μεταρρυθμίσεις, κρατά την οικονομία σε τροχιά ανάπτυξης, μειώνει φόρους και στηρίζει τις επιχειρήσεις. Κι απέναντι έχει πολιτικούς που, αντί να παρουσιάσουν αντιπρόταση, κουνάνε κύπελλα μπροστά στην κάμερα. Το πραγματικό «άδειασμα» δεν θα έρθει για την κυβέρνηση, αλλά για εκείνους που νομίζουν ότι με φτηνά τρικ μπορούν να πείσουν την κοινωνία.
Fake news για 13ο μισθό...
Αν η Διαμαντοπούλου κερδίζει βραβείο αστειότητας, άλλοι κερδίζουν βραβείο παραπληροφόρησης. Ο λόγος για όσους, τις τελευταίες εβδομάδες, διακινούν «είδηση» περί δήθεν επαναφοράς του 13ου μισθού. Το αφήγημα ξεκίνησε από δηλώσεις στελεχών του ΠΑΣΟΚ και διογκώθηκε από φιλικά ΜΜΕ της αντιπολίτευσης. Στόχος; Να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι η κυβέρνηση κρύβει κάτι ή ότι «θα υποχρεωθεί» να το ανακοινώσει στη ΔΕΘ.
Η αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, το είπε ξεκάθαρα: «Όποιος προτείνει 13ο μισθό, λέει ότι δεν θα δοθεί κάτι άλλο σε όλους τους υπόλοιπους». Το κράτος διαθέτει 1,5 δισ. ευρώ. Αν αυτά πάνε σε 13ο μισθό, δεν θα υπάρχει περιθώριο στήριξης για μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ευάλωτα νοικοκυριά ή μειώσεις φόρων. Το συνολικό δημοσιονομικό κόστος για δύο μισθούς φτάνει τα 2,7 δισ. ευρώ. Και αυτό δεν αντέχεται.
Επιπλέον, όπως εξήγησε ο κ. Μαρινάκης, το ΠΑΣΟΚ υπολογίζει μεθοδολογικά λάθος: χρησιμοποιεί στοιχεία του 2016 και μπερδεύει μεικτό με καθαρό κόστος. Πρόκειται για συνειδητή διαστρέβλωση. Στην ουσία, στήνει ψευδαισθήσεις χωρίς να λέει πού θα βρει τα χρήματα. Το μόνο που καταφέρνει είναι να τροφοδοτεί κύκλους fake news που παίζουν με τις ελπίδες των δημοσίων υπαλλήλων.
Η κυβέρνηση, από την πλευρά της, δεν υπόσχεται λαγούς με πετραχήλια. Στη ΔΕΘ ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα ανακοινώσει στοχευμένες φοροελαφρύνσεις, κυρίως σε άμεσους φόρους, ώστε να στηριχθεί το σύνολο της κοινωνίας. Έχουν ήδη μειωθεί 72 φόροι τα τελευταία χρόνια, και το βάρος πέφτει στη βιώσιμη ανάπτυξη. Η πολιτική δεν είναι πλειοδοσία παροχών αλλά ισορροπία ανάμεσα στις ανάγκες και στα διαθέσιμα.
Όπως χαρακτηριστικά είπε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, «δεν υπάρχει κανείς που να μη θέλει να πάρουν οι δημόσιοι υπάλληλοι. Υπάρχουν όμως οροφές». Η Ευρώπη δεν επιτρέπει επιστροφή σε εποχές ανεξέλεγκτων δαπανών. Και η Ελλάδα, ύστερα από δεκαετίες κρίσης, δεν μπορεί να γυρίσει στον λαϊκισμό τού «δώσ’ τα όλα».
Η αντιπολίτευση όμως επιμένει να χαϊδεύει αυτιά. Όπως παλιά έλεγε ο Τσίπρας ότι «θα βαράμε τα νταούλια», έτσι τώρα ο Ανδρουλάκης υπόσχεται 13ους μισθούς. Κι όμως, η κοινωνία έμαθε. Δεν θα πέσει ξανά θύμα ψεύτικων υποσχέσεων. Αν κάτι έδειξε η κρίση είναι ότι το πολιτικό ψέμα πληρώνεται ακριβά.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη επιλέγει τον δύσκολο δρόμο: της ειλικρίνειας και της υπευθυνότητας. Και σε αυτόν τον δρόμο, ούτε τα κύπελλα της Διαμαντοπούλου ούτε τα fake news του ΠΑΣΟΚ μπορούν να σταθούν εμπόδιο.