Δεν ήταν απλά ένας μεγάλος ποδοσφαιριστής, ήταν ένας σταρ. Καίτοι σταρ όμως, τη… μάτωνε τη φανέλα. Διότι ποτέ δεν ξέχασε από και πώς ξεκίνησε. Κέρδισε τίτλους, διακρίσεις, το χειροκρότημα όλων, έκανε δύο γάμους, λάτρευε τα παιδιά του. Ο Μίμης Δομάζος ήταν πραγματικά ξεχωριστός.

Είναι ξεχωριστός. Διότι οι «μύθοι» δεν φεύγουν, ζουν πάντα ανάμεσά μας… 

Άμυνα Αμπελοκήπων. Εκεί έκανε τα πρώτα του βήματα, στις αλάνες της περιοχής, και το 1953, μετά από έντονο «σπρώξιμο» από συμπαίκτες και αντιπάλους, έβγαλε δελτίο στα 13 του. Δήλωσε μάλιστα ψευδή ηλικία, ότι τάχα μου ήταν δύο χρόνια μεγαλύτερος, ώστε να μπορεί να αγωνίζεται! 

Βαρδινογιάννης. Πικράθηκε πολύ όταν το 1978 ουσιαστικά υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει τον Παναθηναϊκό μετά από δύο δεκαετίες (από δημοσίευμα της «Αθλητικής Ηχούς», ότι ο Δομάζος και Αντώνης Αντωνιάδης είχαν βγει στα μπουζούκια μετά από ήττα κόντρα στην Καβάλα το 1978, πράγμα που θεωρείτο... ιεροσυλία εκείνη την εποχή). Αμφότεροι το διέψευσαν αλλά αποδεσμεύτηκαν. Το μοναδικό παιχνίδι που δεν μπόρεσε να διαχειριστεί σε πνευματικό επίπεδο, ήταν αυτό κόντρα στον Παναθηναϊκό, προφανώς. Και η σημαία επέστρεψε στον ιστό το 1980, μετά την ανάληψη του Παναθηναϊκού από τον Γιώργο Βαρδινογιάννη και δική του πρωτοβουλία: ο Δομάζος επέστρεψε στο σπίτι για να κλείσει την καριέρα του, σε ηλικία 38 ετών.

Γουέμπλεϊ. Αν η πορεία-έπος του Παναθηναϊκού ως τον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1971 είχε ένα όνομα, αυτό θα ήταν του Μίμη Δομάζου. Ηγήθηκε της αρμάδας του Φέρεντς Πούσκας, μπήκε στο Γουέμπλεϊ φορώντας το περιβραχιόνιο ενάντια στον Άγιαξ, χειροκροτήθηκε από τους αντιπάλους. Εκείνη μάλιστα τη χρονιά ψηφίστηκε δέκατος καλύτερος παίκτης στην Ευρώπη μετά τον Γιόχαν Κρόιφ. 

Διακρίσεις. Το 2003 ψηφίστηκε ως ο δεύτερος καλύτερος Έλληνας ποδοσφαιριστής από την ΕΠΟ για τον εορτασμό των 50 χρόνων της UEFA, μετά τον Βασίλη Χατζηπαναγή. Η IFFHS τον επέλεξε στην καλύτερη 11άδα όλων των εποχών του ελληνικού ποδοσφαίρου το 2021 ενώ ΄΄ηταν ένας από τους τελευταίους λαμπαδηδρόμους που μετέφεραν τη φλόγα μέσα στο Ολυμπιακό Στάδιο, για την έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 στην Αθήνα.

Εθνική. Ήταν πάντα παρών, πάντα εκεί, στην εθνική ομάδα. Και στο γήπεδο της Λεωφόρου έμελλε να δώσει και τον τελευταίο αγώνα της καριέρας του με τη γαλανόλευκη, τον 50ό, έναν αριθμό που με βάση τα δεδομένα της εποχής ήταν εξαιρετικά μεγάλος.  Προς τιμήν του διεξήχθη φιλικός αγώνας στις 11 Νοεμβρίου 1980 κόντρα στην Αυστραλία. Μάλιστα, στο ματς αυτό έβαλε και γκολ, γεγονός που τον καθιστά τον μεγαλύτερο σε ηλικία παίκτη που σκόραρε ποτέ με τη φανέλα της Ελλάδας (38 ετών και 9 μηνών).

Ζυγός. Το καλοκαίρι του 1967 η Μοσχολιού εμφανιζόταν στο «ZOOM» στην Πλάκα μαζί με τον Δήμο Μούτση και τον Αντώνη Καλογιάννη αφήνοντας στην άκρη τα λαϊκά μαγαζιά που την ανέδειξαν. Πραγματική της επιθυμία όμως είναι να ανοίξει ένα δικό της χώρο όπου θα επιμελείται το πρόγραμμα και θα επιλέγει εκείνη τους συντελεστές. Απέναντι από το «ZOOM» τότε, υπήρχε ο κινηματογράφος Cine Paris που την ενθουσίασε. Μαζί με τον Δομάζο το αγόρασαν και το διαμόρφωσαν ακριβώς όπως το φανταζόταν. Αυτός ήταν ο «Ζυγός» απ’ όπου πέρασαν τα επόμενα χρόνια μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα της ελληνικής μουσικής σκηνής.

Ήττα. Ο Δομάζος ήταν γεννημένος  πεισματάρης, δεν ήθελε να χάνει από κανέναν. Ούτε καν από τον εμβληματικό προπονητή Φέρεντς Πούσκας. Μετά την προπόνηση πήγαιναν οι δύο τους στο κλειστό γήπεδο μπάσκετ της Λεωφόρου και έβαζαν στοίχημα... ένα γουρουνόπουλο για το ποιος θα πετύχει τα περισσότερα «καλάθια»... με το πόδι! Πάντα κέρδιζε ο Πούσκας. Και μια φορά που κέρδισε ο Δομάζος, ο συνονόματός του στο Χαλάνδρι, έψαξε και βρήκε το μεγαλύτερο γουρουνόπουλο και ο «στρατηγός»  έκανε το τραπέζι σε όλη την ομάδα στου «Μίμη»!

Θέση. Το 1959 ο Δομάζος έπαιξε για πρώτη φορά με το «τριφύλλι» στο στήθος. Ο τότε προπονητής Αντώνης Μηγιάκης τον έριξε στο χορτάρι ως πλάγιο επιθετικό (εξτρέμ δηλαδή), δίνοντάς του τη φανέλα με το Νο7. Το πραγματικό εφαλτήριο της καριέρας που θα ακολουθούσε, όμως, ήταν το τέταρτο ματς που έδωσε με αντίπαλο την Προοδευτική. Εκεί, ο Μηγιάκης μετατόπισε τον Δομάζο στο κέντρο κι εκείνος εντυπωσίασε σημειώνοντας σημείωσε γκολ και βγάζοντας και ασίστ. Έκτοτε το «10» δεν έσβησε ποτέ από την πλάτη του.

Ινδαλμα. Εννοείται πως και ο Δομάζος, ίνδαλμα για πολλούς επί δεκαετίες, είχε το δικό του ίνδαλμα: Θανάση Μπέμπη του Ολυμπιακού! Μια φορά μάλιστα, σε ντέρμπι Ολυμπιακός - Παναθηναϊκός, ο προπονητής Μηγιάκης του ανέθεσε να τον μαρκάρει. «Μα, κύριε Μηγιάκη, εγώ τον Μπέμπη τον έχω εικόνισμα», αντέδρασε αλλά, επειδή τον είχε μελετήσει, εκείνη την ημέρα του έπαιρνε συνέχεια την μπάλα. Όταν τελείωσε ο αγώνας, έβγαλε το σταυρουδάκι του ο Μπέμπης και είπε στον Δομάζο: «Εσύ, θα είσαι ο διάδοχός μου».

Καραγκούνης. Έμμεσα ο Δομάζος, σε συνέντευξή του το 2008 στο «Βήμα», τον είχε χρίσει διάδοχό του. «Μέσα στο γήπεδο κάνει όλες τις δουλειές. Είναι γρήγορος, είναι δυνατός, είναι πεισματάρης, βλέπει γήπεδο και περνάει πολύ όμορφες μπαλιές. Έχει πολύ ωραίο και γλυκό πόδι, σουτάρει άφοβα έξω από την περιοχή και δεν φοβάται να κάνει και μια ντρίπλα παραπάνω. Ολα αυτά εμένα με συναρπάζουν και γι’ αυτό ο Καραγκούνης αυτή τη στιγμή είναι ένα από τα καλύτερα δεκάρια. Απλά πΠρέπει λίγο να απλοποιήσει το παιχνίδι του και να γίνει περισσότερο ομαδικός». Και ο «Κάρα» τον άκουσε… 

Λούστρος. «Αν δεν έπαιζα μπάλα, θα γινόμουν τορναδόρος» είχε ομολογήσει κάποτε. Πήγαινε στη Σεβαστοπούλου, τεχνική σχολή, δίπλα από το γήπεδο, δίπλα από το Γυμνάσιο. Αλλά ζούσε μόνο για το ποδόσφαιρο και στο σχολείο ποτέ δεν διάβαζε. «Να τον κάνεις λούστρο», έλεγε ο διευθυντής στη μητέρα του, που δεν ήθελε να τον δει ποδοσφαιριστή. 

Μουντιάλ. Δεν μετείχε ποτέ καθώς η Εθνική μας μόλις το 1994 προκρίθηκε. Ωστόσο παραλίγο να περάσει στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1970 στο Μεξικό, με ηγέτη τότε τον Δομάζο αλλά η κόντρα του με τον εκλέκτορα Νταν Γεωργιάδη τον έθεσε εκτός ομάδας για το κομβικό ματς τη Ρουμανία (με εντολή του τότε χουντικού υπουργού Αθλητισμού, Κώστα Ασλανίδη) έφεραν το 2-2 και την αποτυχία πρόκρισης… 

Ντουέτο. Ο «στρατηγός» Δομάζος και ο «ψηλός» Αντώνης Αντωνιάδης συνέθεσαν ένα από τα καλύτερα δίδυμα που έχουν πατήσει το πόδι τους στα ελληνικά γήπεδα. Οι δυο τους οδήγησαν τον Παναθηναϊκό μέχρι τον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1971 με τους πράσινους να αποκλείουν κατά σειρά όπως η Ζενές Ες, η Σλόβαν Μπρατισλάβας, η Εβερτον και ο Ερυθρός Αστέρας. Ο Δομάζος είχε κάνει ήδη τον ποδοσφαιρικό κόσμο της Ευρώπης να ασχοληθεί μαζί με τις μεγάλες εμφανίσεις που έκανε φορώντας το περιβραχιόνιο του αρχηγού.

Ξεχωριστός. Πρόκειται για έναν παίκτη που χαρακτηριζόταν από την ευφυΐα, την τεχνική αρτιότητα και την ικανότητά του να ελέγχει τον ρυθμό του αγώνα. Ήταν ένας κλασικό «δεκάρι», με εξαιρετική αίσθηση του χώρου και της συνεργασίας. Η δυνατότητά του να εκτελεί στημένες φάσεις με ακρίβεια και οι μακρινές του πάσες ήταν αξεπέραστες. Αποτελούσε τον ηγέτη της ομάδας εντός των τεσσάρων γραμμών, διακρινόταν για την αποφασιστικότητα και την αφοσίωση του στον στόχο και ενέπνεε τους συμπαίκτες του με τον επαγγελματισμό και το πάθος του για το ποδόσφαιρο.

Οικογένεια. Συχνά ο Δομάζος απασχολούσε τον Τύπο της εποχής με την προσωπική του ζωή αφού ήταν ένας σταρ των γηπέδων. Το ειδύλλιό του με την πασίγνωστη τραγουδίστρια Βίκυ Μοσχολιού έγινε γάμος, μέγιστο γεγονός για την κοσμική Αθήνα της εποχής, το 1967. Έξω από την εκκλησία συγκεντρώθηκε τουλάχιστον 30.000 κόσμος προκειμένου να δει από κοντά τα είδωλά του στην πιο σημαντική στιγμή της ζωής τους! Ο γάμος κράτησε ως το 1979. Απέκτησαν δύο κόρες, τη Ράνια (Ουρανία) και την Ευαγγελία. Στη συνέχεια έκανε και δεύτερο γάμο με την Αργυρώ (Ηώ) Θεοδώρου κι απέκτησε μία ακόμη κόρη, την Θεόπη (Πόπη), νυν δημοσιογράφο. 

Πορτοκαλάδα. Το 1959 αποκτήθηκε από τον Παναθηναϊκό μετά από εισήγηση του Σέρβου τότε προπονητή, Σβέτισλαβ Γκλίσοβιτς που έβλεπε στην Άμυνα Αμπελοκήπων ένα μεγάλο ταλέντο αν και μόλις 15 ετών. Η μεταγραφή στο «τριφύλλι» ολοκληρώθηκε με συνοπτικές διαδικασίες και ως... αντάλλαγμα ο Δομάζος πήρε μια πορτοκαλάδα, με την Άμυνα να κερδίζει ένα σετ ποδοσφαιρικών εμφανίσεων.

Ρέκορντμαν. Ο Δομάζος έπαιξε 502 φορές ματς φορώντας το τριφύλλι στο στήθος! Συνολικά στην Α’ Εθνική κατέγραψε 536 συμμετοχές, αφού στην ποδοσφαιρικά προχωρημένη ηλικία των 36 ετών έπαιξε για δύο χρόνια στην ΑΕΚ, όμως έκλεισε την καριέρα του με την πράσινη φανέλα, όπως ακριβώς ήθελε, επιστρέφοντας. Το ρεκόρ αυτό παραμένει και σήμερα και πολύ δύσκολα θα καταρριφθεί, αφού ο Δομάζος εκτός από 21 χρόνια παρουσίας στην Ελλάδα είχε και πολύ γεμάτες χρονιές.

Στρατηγός. Με δικά του λόγια: «Στο γήπεδο, δεν είχα τον νου μου μόνο στη μπάλα. Τον είχα και σε αυτόν που θα ερχόταν πάνω μου. Κοίταγα κάτω αλλά, όταν σήκωνα το κεφάλι, έλεγαν πως έβλεπα όλο το γήπεδο. Γι’ αυτό, με λέγανε “Στρατηγό”. Λειτουργούσα, κυρίως, με το ένστικτο. Δούλευα πολύ, όμως, όλην την εβδομάδα. Προετοιμαζόμουν για τους παίκτες που θα αντιμετωπίσω. Περνούσαν όλα από μένα. Ήθελα να δώσω γκολ και να βάλω γκολ. Ήθελα να ξέρω τι θα κάνω, πριν συμβούν οι φάσεις. Επαγγελματίας, πριν τον επαγγελματισμό. Κι ας μη φορούσα επικαλαμίδες… Δούλευα πολύ με το μυαλό. Σε κάθε αγώνα, έχανα… 4 κιλά από τον ιδρώτα και, γυρίζοντας σπίτι, χρειαζόμουν μία ώρα για να ηρεμήσει το μυαλό μου».

Τίτλοι. H έναρξη της παντοκρατορίας του στο «τριφύλλι» συνέπιπτε με την καθιέρωση της Α’ Εθνικής στο ελληνικό ποδόσφαιρο το 1959. Μέχρι τη δική του εποχή ο Παναθηναϊκός είχε κατακτήσει 3 φορές τον τίτλο του πρωταθλητή Ελλάδας. Με την πολύ πιο δύσκολη διαδικασία της Α’ Εθνικής και τον Δομάζο παρόντα, για τα επόμενα 18 χρόνια ο Παναθηναϊκός τερμάτισε στις πρώτες θέσεις 9 φορές (1960, 1961, 1962, 1964, 1965, 1969, 1970, 1972, 1977). Σχεδόν οι μισοί τίτλοι στην ιστορία του Παναθηναϊκού έχουν τη σφραγίδα του!

Υπόκλιση. πέρα από την ασύλληπτη στατιστική υπεροχή του, απέναντι σε οποιονδήποτε άλλο ποδοσφαιριστή, όχι μόνο του καιρού του, αλλά και των γενιών που ακολούθησαν, ο Δομάζος ήταν ένα σύμβολο. Ηταν η ενσάρκωση ενός ποδοσφαίρου ρομαντισμού, που θέλει τον βιρτουόζο να ξεκινά από τις αλάνες –κι αυτές ήταν των Αμπελοκήπων– για να καταλήξει στην κορυφή της Ευρώπης. Ηταν ένα ταλέντο που αναγνώρισαν συμπαίκτες και αντίπαλοι, ένας εγκεφαλικός και ασυναγώνιστος επιτελικός μέσος –το πρώτο αυθεντικό «δεκάρι»– που άλλαξε το άθλημα και κατάφερε με τη διάρκεια, το ήθος και τις σπάνιες αγωνιστικές δεξιότητές του να χαίρει της εκτίμησης φίλων αλλά και αντιπάλων. 

Φανέλα. Πήγε, όταν τον άφησε ελεύθερο ο Παναθηναϊκός, στην ΑΕΚ (κατακτώντας μάλιστα το πρωτάθλημα!) και όταν τον είδε πρώτη μέρα στην προπόνηση ο Μίμης Παπαϊωάννου, του έδωσε τη φανέλα με το 10 που ήταν δική του! Τόσο πολύ τον εκτιμούσαν, άπαντες. 

Χαμόγελα. Όταν, πριν μερικά χρόνια, τον συνάντησα και του θύμισα το πρώτο μας αντάμωμα, τότε που ήμουν 19 ετών και κλήθηκα να πάρω συνέντευξη από τον ζωντανό θρύλο ονόματι Μίμη Δομάζο. Ήταν ο μεγαλύτερος Έλληνας ποδοσφαιριστής όλων των εποχών; Πιθανότατα, δεν θα έμπαινα σε τέτοιες συγκρίσεις πάντως. Ήταν, δεδομένα όμως, ο πιο ξεχωριστός

Ψαλιδάκι. Ένα από τα ομορφότερα γκολ της καριέρας του είχε σημειώσει ο θρύλος του Παναθηναϊκού απέναντι στον "αιώνιο" αντίπαλο, τον Ολυμπιακό, στο «Γ. Καραϊσκάκης» όταν ισοφάρισε σε 1-1 με ψαλιδάκι, τον Μάρτιο του 1974. Ίσως το καλύτερο γκολ της καριέρας του!

Ωραία ιδέα θα ήταν το νέο γήπεδο του Παναθηναϊκού στον Βοτανικό, όποτε κι αν κατασκευαστεί και παραδοθεί, να έχει το όνομα του στρατηγού της ομάδας. «Μίμης Δομάζος», το δίχως άλλο!