Αύξηση 1,4% παρουσίασαν οι πωλήσεις εννεαμήνου του Ομίλου ΤΙΤΑΝ και ανήλθαν σε 2,013 δισ. ευρώ, χάρη στις ισχυρές επιδόσεις στην Ελλάδα, στις ΗΠΑ και στην Αίγυπτο, με αυξημένους όγκους πωλήσεων και σταθερά επίπεδα τιμών, σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση.

Τα κέρδη EBITDA για το εννεάμηνο αυξήθηκαν κατά 8,4% και διαμορφώθηκαν στα 474 εκατ. ευρώ μετά από ένα ισχυρό τρίτο τρίμηνο (+19,9% κέρδη EBITDA), ως αποτέλεσμα της συνετής διαχείρισης του κόστους και της βελτίωσης της ενεργειακής αποδοτικότητας.

Τα καθαρά κέρδη του Ομίλου για το εννεάμηνο διαμορφώθηκαν σε 223 εκατ. ευρώ, μειωμένα κατά 0,8%, μη συμπεριλαμβανομένης της έκτακτης ζημίας ύψους 51,9 εκατ. ευρώ που σχετίζεται με την πώληση της Adocim κατά το δεύτερο τρίμηνο.

Η ρευστότητα παραμένει ισχυρή, με τον καθαρό δανεισμό να ανέρχεται σε 302 εκατ. ευρώ, μειωμένος ως αποτέλεσμα της δημόσιας εγγραφής της Titan America και της πώλησης της Adocim. Ο δείκτης δανεισμού διατηρείται σε χαμηλά επίπεδα (0,5x), παρά την καταβολή μερίσματος ύψους 3 ευρώ ανά μετοχή τον Ιούλιο.

Σημειώνεται ότι ο οίκος Fitch διατήρησε την μακροπρόθεσμη πιστοληπτική ικανότητα του Ομίλου σε «BB+» και αναβάθμισε την προοπτική σε θετική από σταθερή.

Οι επενδυτικές δαπάνες παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, 185 εκατ. ευρώ για το εννεάμηνο, αντανακλώντας τη συνεχή υλοποίηση έργων ανάπτυξης, σύμφωνα με την ίδια ανακοίνωση. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται έργα μείωσης αποτυπώματος άνθρακα, όπως το IFESTOSCCS, το οποίο βρίσκεται σε στάδιο ανάπτυξης.

Την ίδια ώρα, η εξαγορά ποσοστού 80% της Baupartner στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη μέσω κοινοπραξίας σηματοδοτεί την είσοδο του Τιτάνα στον κλάδο προκατασκευασμένων προϊόντων σκυροδέματος, ενώ παράλληλα εγκρίθηκε από τις ρυθμιστικές αρχές στη Φλόριντα η παραγωγή νέων προϊόντων προκατασκευασμένου σκυροδέματος.

Επίσης, ολοκληρώθηκε η εξαγορά μιας επιπλέον μονάδας έτοιμου σκυροδέματος και ενός λατομείου αδρανών υλικών στην Ελλάδα, ανεβάζοντας τον αριθμό των στρατηγικών επενδύσεων εντός του έτους σε τρεις.

Σύμφωνα με την ΤΙΤΑΝ, οι προοπτικές για το υπόλοιπο του έτους παραμένουν θετικές, χάρη στην αύξηση του όγκου πωλήσεων, στις ανθεκτικές τιμές, στα έργα μείωσης του κόστους και στη βελτίωση της λειτουργικής αποδοτικότητας.