Υπάρχουν δύο ιστορικές αφορμές, για να αναλογιστούμε σήμερα την πορεία του παρελθόντος και να οραματιστούμε κατά κάποιο τρόπο την προοπτικά της χώρας ως αναπόσπαστο και σημαντικό μέρος της καρδιάς της Ευρώπης. Η πρώτη είναι ότι κλείνουμε φέτος 40 χρόνια από την ένταξη στην (τότε) ΕΟΚ και η δεύτερη ότι ξεκινάει τώρα ένα γιγαντιαίο πρόγραμμα εισροής 70 και πλέον δισεκατομμυρίων ευρώ, τα οποία θα εισπράξει η χώρα από τα ευρωπαϊκά ταμεία για μεγάλες και κρίσιμες επενδύσεις. Ενα μάννα εξ ουρανού για την τσακισμένη οικονομικά Ελλάδα, μετά τη δεκαετή οικονομική κρίση. Πώς οφείλουμε, λοιπόν, να αξιοποιήσουμε την ευρωπαϊκά μας εμπειρία; Τι κερδίσαμε από την Ευρώπη και τι πρέπει να προσέξουμε για να εκμεταλλευτούμε αυτά τη νέα ευκαιρία;

του Γιάννη Κοτόφωλου

Τα οφέλη που αποκομίσαμε από τη συμμέτοχά μας στην ευρωπαϊκά οικογένεια είναι πάρα πολλά και σπουδαία τους πολίτες. Εκτός από τις μεγάλες δυνατότητες, τις οποίες δημιούργησαν σε οικονομικό επίπεδο η Ευρωπαϊκά Ενωση και η συμμέτοχά μας στο ευρώ, η Ελλάδα αναβαθμίστηκε από πλευράς γεωπολιτικής σημασίας και ρόλου στην περιοχή της Μεσογείου, χάρη στην Ευρώπη. Σε μία πολύ ευαίσθητη μάλιστα περίοδο, όπου η δύναμη του ΝΑΤΟ εκφυλίζεται και η επιθετικότητα της Τουρκίας αυξάνεται επικίνδυνα. Ταυτόχρονα, όμως, η συμμέτοχά μας στον πυρήνα της Ευρώπης θωράκισε και τη δημοκρατία μας, πράγμα ιδιαιτέρως σημαντικό. Μπορεί να μη γίνεται τόσο άμεσα αντιληπτά η τελευταία επισήμανση, επειδή στο μεγαλύτερο κομμάτι του κόσμου δεν εκδηλώνονται πλέον απροκάλυπτα στρατιωτικά πραξικοπήματα, αλλά η ουσία των πραγμάτων είναι ότι οι δημοκρατικοί θεσμοί, το κράτος δικαίου και τα ανθρώπινα δικαιώματα, πλήττονται βάναυσα ακόμη και σήμερα, από πολλές αυταρχικές κυβερνήσεις ανά τον κόσμο, ακόμη και στις προηγμένες υπερδυνάμεις.

Ωστόσο, αυτό που πρέπει να τονίσουμε είναι ότι εάν η Ελλάδα βρισκόταν εκτός του ευρωπαϊκού πυρήνα, η οικονομία της θα είχε γίνει κομμάτια μετά από την κρίση χρεωκοπίας που ξέσπασε στον δημόσιο τομέα το 2008 και συμπαρέσυρε τις τράπεζες, τα ασφαλιστικά ταμεία και όλη την οικονομία στην ύφεση. Ποιος θα εμπιστευόταν να στηρίξει και να δανείσει εκ νέου μία χώρα που θα όταν σαν όλες τις άλλες χρεωκοπημένες οικονομίες του (πρώην) τρίτου κόσμου, οι οποίες προσπαθούν δεκαετίες ολόκληρες και δεν μπορούν να σταθούν στα πόδια τους; Η συμμέτοχά μας στην Ευρώπη είναι αυτά επίσης που μας διευκολύνει στην προσέλκυση μεγάλων ξένων επενδύσεων, οι οποίες θεωρούνται αναγκαίες για τον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό και την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και την αύξηση των εισοδημάτων. Οι επενδυτές αισθάνονται ασφαλείς. Τα πολύ χαμηλά επιτόκια και ο πακτωλός των κοινοτικών πακέτων ήταν εξάλλου αυτά τα οποία οδήγησαν στην ανάπτυξη και τη θεαματικά άνοδο του βιοτικού επιπέδου των Ελλήνων, πριν από την κρίση, ως απόρροια της στρατηγικής μας συμμετοχής στην Ευρώπη. Το κολοσσιαίο λάθος ήταν ότι όλες αυτές οι χρυσές ευκαιρίες δεν αξιοποιήθηκαν κυρίως για την αναδιάρθρωση και την ενίσχυση της παραγωγής και της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, αλλά για τη διαιώνιση ενός πελατειακού κράτους, την κατανάλωση και τις αθρόες προσλήψεις δημοσίων υπαλλήλων, τη σπατάλη και τις υπερτιμολογήσεις ενός μικρού αριθμού ισχυρών οικονομικών συμφερόντων, για αυτό οδηγηθήκαμε στην κατάρρευση.


το άρθρο δημοσιεύθηκε στα Νέα