«Πρέπει να μπει επιτέλους ένα τέρμα στη χυδαιότητα, που στοχοποιεί ανθρώπους, πολιτικούς, θεσμικούς παράγοντες, εκκλησιαστικούς παράγοντες», δήλωσε ο υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ Γιάννης Οικονόμου, αναφερόμενος στην τροπολογία για την αστική ευθύνη των ιδιοκτητών Τύπου.
Απαντώντας στην πολιτική υστερία του ΣΥΡΙΖΑ που «βλέπει» λογοκρισία, ο υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ χαρακτήρισε σημαντική θεσμική παρέμβαση τις διατάξεις, «παρέμβαση που αφορά και την ποιότητα της δημοκρατίας, παρέμβαση που ενισχύει το κύρος των θεσμών, που θωρακίζει περαιτέρω την αξιοπρέπεια των ανθρώπων».
Εκ προοιμίου, ο Γιάννης Οικονόμου επισήμανε ότι η ελευθερία του Τύπου κατοχυρώνεται από το Σύνταγμα για να προσθέσει ότι η εμπειρία των τελευταίων ετών, έδειξε πως ο νόμος που είναι εν ισχύ, αφήνει περιθώρια σε κάποιους να καταστρατηγούν το πνεύμα του Συντάγματος και να ασχημονούν και κατά του Τύπου αλλά και της κοινωνίας, χωρίς να μπορούν να έρθουν αντιμέτωποι με τις κυρώσεις που φτάνουν να τους αποδίδουν τα όργανα της συντεταγμένης Πολιτείας.
«Προφανώς, οι νομοθέτες της δεκαετίας του ’80, δεν μπορούσαν τότε καν να φανταστούν ότι θα υπήρχαν έντυπα τα οποία βυσσοδομούν έναντι πολιτών, θεσμών, πολιτικών, εκκλησιαστικών παραγόντων, χωρίς οι άνθρωποι αυτοί που θίγονται να μπορούν να βρουν το δίκιο τους, απέναντι στις αθλιότητες, αλλά αντίθετα, οι φυσικοί και ηθικοί αυτουργοί αυτών των αθλιοτήτων να μην έχουν καμιά πρακτική συνέπεια, ακόμα και στην περίπτωση που υπήρχε εναντίον τους καταδικαστική απόφαση», είπε ο υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ και τόνισε: «Δεν μιλώ για τη δημοσιογραφική κριτική, όσο σκληρή και αν είναι. Δεν μιλώ για ειδήσεις ή απόψεις που γράφονται σε έντυπα και μπορεί, κάποιες από αυτές, να θεωρούνται αναληθείς, να θεωρούνται fake. Δεν μιλώ καν για περιπτώσεις που κάποιος θεωρεί ότι θίγεται, όταν στην περίπτωση αυτή γνωρίζει κατά ποιου πρέπει να στραφεί, όταν η δικαιοσύνη γνωρίζει ποιον πρέπει να κρίνει και όταν τα συντεταγμένα όργανα της Πολιτείας γνωρίζουν, ξέρουν απέναντι σε ποιον θα εφαρμόσουν την ενδεχόμενη απόφαση κύρωσης. Μιλώ για περιπτώσεις που η χυδαία επίθεση μένει στην ουσία αναπάντητη και οι συκοφάντες μπορούν ανενόχλητοι να συνεχίζουν να ασχημονούν, χωρίς την παραμικρή συνέπεια, οικονομική ή άλλη. Με τον τρόπο αυτό δεν εξευτελίζονται απλώς οι θιγόμενοι. Εξευτελίζονται οι θεσμοί, εξευτελίζεται η δικαιοσύνη, εξευτελίζονται οι διωκτικές αρχές και εκπέμπονται και επικίνδυνα μηνύματα στην ελληνική κοινωνία».
Τέλος και οι αχυράνθρωποι
Ο κ. Οικονόμου ανέφερε ότι «ιδιοκτήτης και νόμιμος εκπρόσωπος, στα έντυπα αυτά, είναι πρόσωπα άγνωστα, αχυράνθρωποι δηλαδή, που τοποθετούνται ώστε να ματαιώνουν την οποιαδήποτε αξίωση από πολίτη που θεωρεί ότι θίγεται». Αναφέρθηκε επίσης στην περίπτωση που «ο διευθυντής ή διευθυντής σύνταξης, άτομα δηλαδή που κατεξοχήν σχετίζονται με την ύλη του εντύπου, είναι και αυτοί αχυράνθρωποι, που συχνά δεν έχουν καμία σχέση με το δημοσιογραφικό λειτούργημα. Είναι ενίοτε υπερήλικες, αλλοδαποί ή άτομα αγνώστου διαμονής». Επίσης, σε περιπτώσεις που «οι φερόμενοι ιδιοκτήτες των εντύπων αυτών, εκχωρούν εικονικά τις απαιτήσεις σε οικείους τρίτους, συνεννοούμενα, ώστε να μην ικανοποιούνται οι εκδικασθείσες αξιώσεις από τους θιγόμενους πολίτες» και σε περιπτώσεις που τα άτομα αυτά «εμφανίζονται σε πολλές περιπτώσεις χωρίς περιουσιακά στοιχεία ενόσω οι πραγματικοί ιδιοκτήτες έχουν πολύ μεγάλη προσωπική περιουσία, ώστε να μην ικανοποιούνται οι εκδικασθείσες αξιώσεις, θιγομένων πολιτών».
«Είναι απολύτως καθαρό ότι οι ρυθμίσεις που φέρνουμε δεν δημιουργούν κανένα ζήτημα λογοκρισίας ή περιορισμού της ελευθερίας του Τύπου. Αντίθετα, με τις παρεμβάσεις μας δίνουμε τη δυνατότητα σε ανθρώπους που έχουν υποστεί την πιο ακραία χυδαιότητα, που έχουν διαπομπευθεί για τη σεξουαλική τους ταυτότητα, που έχουν συκοφαντηθεί ως βιαστές παιδιών, που έχουν κατηγορηθεί για απίθανα πράγματα στην προσωπική τους ζωή, να μπορούν να διεκδικήσουν το δίκιο τους, χωρίς να κυνηγούν ανεμόμυλους» είπε ο κ. Οικονόμου, που ενημέρωσε την εθνική αντιπροσωπεία ότι με νομοτεχνική βελτίωση στην τροπολογία, θα υπάρξει ξεχωριστή φιλοσοφία για τον τοπικό και περιφερειακό τύπο και θα δοθεί μεγαλύτερο περιθώριο προσαρμογής, μέχρι τον Απρίλιο του 2023 και θα δοθεί η δυνατότητα οι ιδιότητες των διευθυντών και διευθυντών σύνταξης να μπορούν να συμπίπτουν στο ίδιο πρόσωπο και εκτός από μέλη επαγγελματικών σωματείων δημοσιογράφων να είναι και μέλη επαγγελματικών σωματείων εκδοτών.