Αύριο, Τρίτη 7 Ιουλίου μπαίνουν ξανά σε διαπραγματεύσεις κυβέρνηση και θεσμοί για τον Πτωχευτικό νόμο και το πρόγραμμα – «γέφυρα» για την προστασία των δανειοληπτών που έχουν δάνεια με προσημείωση/υποθήκη στην πρώτη κατοικία και έχουν πληγεί από την κρίση του κορωνοϊού. Αυτήν την εβδομάδα η διαδικασία θα είναι σε επίπεδο τεχνικών κλιμακίων και σε επίπεδο επικεφαλής την ερχόμενη. Στα μέσα του μήνα θα καταλήξουν στην ψήφιση και των δύο θεμάτων, καθώς μετά τις 31 Ιουλίου παύει να ισχύει το καθεστώς προστασίας της πρώτης κατοικίας με τον νόμο 4605/2019.
Στο επίκεντρο της τελικής διαπραγμάτευσης θα βρεθούν δύο βασικά ζητήματα του νέου πτωχευτικού νόμου που έχουν να κάνουν με τη δυνατότητα αυτόματης απαλλαγής του οφειλέτη από το χρέος με την πτώχευση και τη λειτουργία του κρατικού φορέα που θα αποκτά τα ακίνητα των οφειλετών που θα πτωχεύσουν.
Η αυτόματη απαλλαγή από το χρέος
Κατά τις επαφές τους με την κυβέρνηση για τον νέο πτωχευτικό νόμο, οι τράπεζες είχαν διατυπώσει σοβαρές επιφυλάξεις για τη δυνατότητα που παρέχεται στον οφειλέτη να σβήνει εντελώς το χρέος του με τη ρευστοποίηση της περιουσίας του, χωρίς να εξετάζεται αν αυτός έχει πρόσθετα εισοδήματα με τα οποία μπορεί να αποπληρώνει αναλογικά τις οφειλές του. Οι τράπεζες έχουν επισημάνει, τοποθετούμενες στο προσχέδιο του νέου πτωχευτικού νόμου, ότι θα πρέπει, στο διάστημα της τριετίας που μεσολαβεί από την κήρυξη της πτώχευσης μέχρι ο οφειλέτης να επανέλθει ξανά στην οικονομική δραστηριότητα, ο οφειλέτης να καταβάλλει στους πιστωτές του ό,τι εισόδημα έχει πέραν αυτού που χρειάζεται για την κάλυψη των εύλογων δαπανών του.
Οι τράπεζες έχουν επισημάνει την ανάγκη να υπάρχει σύνδικος της πτώχευσης, ο οποίος να λειτουργεί ως δικλείδα ασφαλείας και να καθορίζει ποιο είναι το ποσό που μπορεί να πληρώνει ο οφειλέτης στους πιστωτές του. Επιμένουν δε στο σημείο αυτό, διότι σε διαφορετική περίπτωση δημιουργείται μεγάλο “παράθυρο” για τη “μαύρη Οικονομία” και τους άδηλους πόρους που μπορεί να έχουν οφειλέτες, οι οποίοι θα κηρυχθούν πτωχοί, ενώ στην πραγματικότητα μπορούν να εξυπηρετήσουν τις οφειλές τους.
Οι επισημάνσεις των τραπεζών σε αυτό το σημείο αναμένεται ότι θα ληφθούν πολύ σοβαρά υπόψιν από τους Θεσμούς, καθώς το ζητούμενο είναι ο νέος νόμος να κλείνει όλα τα “παράθυρα” στους στρατηγικούς κακοπληρωτές. Σε διαφορετική περίπτωση, όχι μόνο οι πιστωτές, αλλά και όσοι επενδυτές έχουν αγοράσει μη εξυπηρετούμενα δάνεια χωρίς εξασφαλίσεις, απειλούνται με ζημιές, αφού δεν θα ανακτήσουν οφειλές που θα μπορούσαν να ανακτηθούν.
Ποιος θα αποκτά τα ακίνητα
Το δεύτερο θέμα υπό διαπραγμάτευση μεταξύ κυβέρνησης – Θεσμών στον νέο πτωχευτικό νόμο θα είναι ο κρατικός φορέας που θα αποκτά τα ακίνητα (πρώτη κατοικία) όσων πτωχεύουν. Θα πρέπει να οριστεί αν ο φορέας θα συσταθεί με κρατικά ή ιδιωτικά κεφάλαια, καθώς και τα κριτήρια προστασίας των οφειλετών, έτσι ώστε να μην παρέχεται κίνητρο σε πτωχεύσαντες που έχουν άδηλους πόρους και είναι εύποροι, να καταχρώνται την ουσία του νόμου που είναι η προστασία του δικαιώματος στέγασης αδύναμων οφειλετών.
Οι τράπεζες έχουν επισημάνει ότι η προστατευόμενη αξία της πρώτης κατοικίας πρέπει να είναι κάτω από τις 100.000 ευρώ. Σημειώνεται ότι στις ρυθμίσεις για την προστασία της πρώτης κατοικίας που γίνονται ηλεκτρονικά μέσω της πλατφόρμας του νόμου 4605/2019, η μέση αξία της κύριας κατοικίας που προστατεύεται διαμορφώνεται στις 79,6 χιλ. ευρώ.
Οι Θεσμοί, πάντως, έχουν αμφισβητήσει τη λειτουργικότητα της σύστασης ενός δημόσιου φορέα απόκτησης ακινήτων, καθώς ο οφειλέτης που θα συνεχίζει να διαμένει στο ακίνητο έναντι καταβολής ενοικίου, δεν είναι βέβαιον ότι θα καταβάλλει το ενοίκιο στο Δημόσιο ούτε ότι θα υπόκειται στις συνέπειες της έξωσης αν δεν το καταβάλλει. Στο πλαίσιο αυτό, επιδιώκεται σύσταση του φορέα με ιδιωτικά κεφάλαια ή με σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, έτσι ώστε το Δημόσιο να μην επιφορτιστεί με την αγορά και τη διαχείριση των ακινήτων όσων πτωχεύσουν.
Το πρόγραμμα – «γέφυρα»
Οι διαπραγματεύσεις με τους Θεσμούς θα καθορίσουν και τους όρους της επιδότησης (ύψος, διάρκεια, περίμετρος ωφελούμενων) των δόσεων δανείων με εξασφάλιση την πρώτη κατοικία για τους δανειολήπτες που πλήττονται από τις επιπτώσεις της πανδημικής κρίσης.
Οι τράπεζες έχουν ορίσει την περίμετρο των δανειοληπτών που μπορούν να ενταχθούν στο μέτρο της επιδότησης σε 330.000. Πρόκειται για δάνεια που έχουν ως εξασφάλιση την πρώτη κατοικία και τα οποία είναι εξυπηρετούμενα, σε ρύθμιση και μη εξυπηρετούμενα, και ανέρχονται στο συνολικό ποσό των 20 δις. ευρώ. Στις κατηγορίες των εξυπηρετούμενων και των δανείων σε ρύθμιση περιλαμβάνονται 250.000 δάνεια, ενώ τα υπόλοιπα 80.000 είναι “κόκκινα”. Από την πλευρά της, η κυβέρνηση κοστολογεί το πρόγραμμα σε περίπου 400 εκατ. ευρώ.
Υπενθυμίζεται ότι ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας έχει αναφέρει ότι η επιδότηση θα μπορεί να δοθεί μέχρι και για τρία τρίμηνα (δηλ. μέχρι και το α΄ τρίμηνο 2021) και θα υπερβαίνει κατά πολύ το 50%, ενώ το ποσοστό της θα μειώνεται ανά τρίμηνο.
Πηγή: capital.gr