Ο χρόνος που αφιερώνεται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχει μόνο μικρό αντίκτυπο στην ευημερία των νέων ανθρώπων, παρά την ευρεία αντίληψη ότι ισχύει το αντίθετο.
Η έρευνα, στην οποία συμμετείχαν 17.000 έφηβοι διαπίστωσε ότι η οικογένειά τους, οι φίλοι και η σχολική ζωή, όλα είχαν μεγαλύτερο αντίκτυπο στην ικανοποίηση για τη ζωή τους από ότι η χρήση των social media.
Ατελείωτες ώρες κύλισης σε μαθήματα μαγειρικής και στις ιστορίες των πρώην στο Instagram φαίνεται να έχουν μικρή επίδραση στην ευημερία, σύμφωνα με τον καθηγητή Άντριου Πρζιμπίλσκι την Έιμ Όρμπεν από το Oxford Internet Institute (OII) του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης.
Η έρευνα των ακαδημαϊκών υποστηρίζει ότι η επίδραση της χρήσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης αντιστοιχεί περίπου στο 1% της ευημερίας του εφήβου.
Ο καθηγητής Άντριου Πρζιμπίλσκι, διευθυντής έρευνας στο Ινστιτούτο, δήλωσε: «Το 99,75% της ικανοποίησης από τη ζωή ενός ατόμου δεν έχει καμία σχέση με τη χρήση των μέσω κοινωνικής δικτύωσης» προσθέτοντας ότι οι συσχετισμοί μεταξύ της ικανοποίησης από τη ζωή και της χρήσης των social media ήταν ασήμαντες, σύμφωνα με το dazeddigital.
Η τεχνολογία γίνεται όλο και πιο διαδεδομένη στις ζωές των νέων και οι συνέπειες της χρήσης μέσων κοινωνικής δικτύωσης αποτελεί μια αυξανόμενη ανησυχία για τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς αλλά η συγκεκριμένη έρευνα για τη σχέση εφήβων, χρόνου που ξοδεύουν σε οθόνες και ποιότητας ζωής είναι συχνά αντικρουόμενη.
«Οι γονείς δεν πρέπει να ανησυχούν για το χρόνο που περνούν τα παιδιά τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης- είναι λάθος να σκέφτονται έτσι», ισχυρίζεται ο καθηγητής. Η Έιμ Όρμπεν κάλεσε τις εταιρείες των social media να δημοσιοποιήσουν δεδομένα χρηστών για να κατανοήσουν καλύτερα πόσο επίδραση έχουν στην ευημερία: «Η πρόσβαση είναι το κλειδί για την κατανόηση των πολλών ρόλων που διαδραματίζουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στις ζωές των νέων άνθρωποι», είπε.
Σε αντίθεση με άλλες μελέτες, η έρευνα του Oxford Internet Institute (OII) ανέλυσε δεδομένα από την Ιρλανδία, τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο για να στηρίξει τα συμπεράσματά της.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν αυστηρότερη μεθοδολογία για να συγκεντρώσουν πόσο χρόνο περνούν οι έφηβοι σε οθόνες καθημερινά συμπεριλαμβανόμενων τόσο των μετρήσεων που έχουν αναφερθεί από τον εαυτό τους όσο και των ημερολογίων χρήσης. Αυτό είναι σημαντικό δεδομένου ότι πολλές μελέτες που διερευνούν τη χρήση της ψηφιακής τεχνολογίας στην εφηβική ηλικία είναι αναξιόπιστες: βασίζονται αποκλειστικά στην αυτοαναφερόμενη χρήση ψηφιακής τεχνολογίας, παρ’ όλο που πρόσφατες εργασίες έδειξαν ότι μόνο το ένα τρίτο των συμμετεχόντων δίνουν ακριβή στοιχεία για το πόσο χρόνο ξοδεύουν στο διαδίκτυο, όταν τους ζητηθεί μετά το γεγονός.
(Πηγή ΑΠΕ – ΜΠΕ)